Θεόφιλος Μασουρίδης
Ο Θεόφιλος ή Θεοφίλης Μασουρίδης του Γεωργίου, από την Τσερνίτσα (σημερινή Αρτεμισία Καλαμάτας), διετέλεσε δήμαρχος του (τότε) δήμου Αλαγωνίας του νομού Μεσσηνίας, την περίοδο από τον Μάρτιο του 1841 μέχρι τον Οκτώβριο του 1845 που παύτηκε με Βασιλικό διάταγμα, μετά από την δεύτερη εκλογή του, διότι κρίθηκε αντικαθεστωτικός από την Κυβέρνηση του Κωλέττη. Πολέμησε κατά την επανάσταση του 1821 με διάφορα αξιώματα, όπως το βαθμό του Χιλίαρχου, του Καπετάνιου και του Προκριτοδημογέροντα της Τσερνίτσας και κατατάχτηκε στην τετραρχία της Βασιλικής Φάλαγγας με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Υπογράφει σε σημαντικά έγγραφα όπως υπέρ του Ιωάννη Καποδίστρια, προς τον Ηλία Γιατράκο, προς την Εθνοσυνέλευση κλπ.
Απογραφή 1828
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σύμφωνα με την απογραφή του 1828, η οικογένεια του αποτελείτο από τρία άτομα. Έναν άντρα και δύο γυναίκες. Ανήκε στις οικογένειες Β΄ τάξεως [1].
Δήμαρχος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Μάρτιο του 1841 εκλέχτηκε και διορίστηκε Δήμαρχος του Δήμου Αλαγωνίας. Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου διορίστηκε ο Αντώνιος Βουτσής (Παπαδάκης). Δημαρχιακοί Πάρεδροι διορίστηκαν οι Παναγιώτης Στασινόπουλος (Στασινός), Γεώργιος Καλαμαρόπουλος, Γεώργιος Πράτας (Πράτης), Παναγιώτης Αλειφέρης, Βασίλειος Αποστολάκης, Τζαννέτος Λαζαράκης (Λάζαρος), Πανάγος Πετρόπουλος και Νίκος Παπαδόπουλος. Ειδικοί Χωρικοί Δημαρχιακοί Πάρεδροι διορίστηκαν οι Γιάννης Κουτουμάνος Σίτσοβα, Παναγιώτης Χριστοδουλόπουλος Μικρή Αναστάσοβα, Παναγιώτης Μασουρίδης Τσερνίτσα, Παναγιώτης Παπανικολόπουλος Μεγάλη Αναστάσοβα, Θεόδωρος Τζάννες Κουτσαβά Καρβέλι και Δημήτρης Δαμηλάκης (Δαμηλάτης) Κουτσαβά Λαδά.
Το 1845 εκλέχτηκε και διορίστηκε πάλι Δήμαρχος του Δήμου Αλαγωνίας. Λίγο αργότερα όμως, με Βασιλικό Διάταγμα της 4ης Οκτωβρίου 1845 [2] παύτηκε από τα καθήκοντα του, όπως παύτηκαν και άλλοι αντικυβερνητικοί Δήμαρχοι, με σκοπό να διενεργηθούν νέες εκλογές προκειμένου να μεθοδευτεί η εκλογή όσο το δυνατόν περισσότερων Δημάρχων, φιλικά προσκείμενων στην Κυβέρνηση του Κωλέττη.
Αξιωματούχος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με την έκρηξη της επανάστασης, ζώστηκε τ’ άρματα και έτρεξε κατά των εχθρών της πίστεως και πατρίδος, επικεφαλής αγήματος ενόπλων ανδρών. Αρχικά παραβρέθηκε στην πολιορκία και απελευθέρωση των Καλαμών. Τον Απρίλιο του 1821 ακολουθεί τον Πεντακοσίαρχο Τζαννέτο Αλεξανδρόπουλο και παίρνει μέρος στην πρώτη πολιορκία της Ακροκορίνθου, την οποία πολιορκούσε ο Παπαφλέσσας από τις 23 Απριλίου 1821. Στη συνέχεια έλαβε μέρος στη μάχη στο Βαλτέτσι και στην πολιορκία μέχρι την εκπόρθηση της Τριπολιτσάς. Μετά τον ερχομό των Αιγυπτιακών στρατευμάτων παραβρέθηκε σε διάφορες μάχες εναντίον του Ιμπραήμ, μέχρι την απελευθέρωση. Σε όλο αυτό το διάστημα έδειξε τον απαιτούμενο ζήλο και γενναιότητα, άξια του Ελληνικού ονόματος.
Στις 14 Ιουνίου 1822 λαμβάνει μέρος σε σύσκεψη των πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών των Πισινών Χωριών και τάσσεται υπέρ της εκλογής του Παναγιώτη Σύντυχου από την Τσερνίτσα, ως Αρχηγού και Καπετάνιου των Πισινοχωριτών. Παράλληλα συνυπογράφει συμφωνητικό με το οποίο προβλέπεται η υποχρεωτική στράτευση των δυναμένων να πολεμήσουν και η τιμωρία εκείνων πού θα απέφευγαν να στρατευθούν [3].
Στις 29 Ιουνίου 1823 με την υπ’ αριθ. 769 αναφορά του Αρχιμανδρίτη Γρηγόριου Δικαίου προς το Υπουργείο Πολέμου, προτάθηκε για προαγωγή στο βαθμό του Χιλίαρχου [4].
Στις 10 Ιανουαρίου 1825 εγκρίθηκε η προαγωγή του, στο βαθμό του Χιλίαρχου από το Βουλευτικό με το υπ’ αριθ. 289 προβούλευμα. Την προαγωγή του εισηγήθηκε το Εκτελεστικό με το υπ’ αριθ. 2277 προβούλευμα, κατόπιν αναφοράς του Υπουργείου Πολέμου [5].
Τον Ιούνιο του 1828 εξελέγη καπετάνιος στην Τσερνίτσα, από τους 49 εκλέκτορες του χωριού [6].
Στις 3 Ιουνίου 1830 ως Προκριτοδημογέροντας της Τσερνίτσας, συνυπογράφει έγγραφο υπέρ των απόψεων του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, στο θέμα της εκλογής εκ μέρους των Μεγάλων Δυνάμεων του Λεοπόλδου, ως πρώτου Βασιλιά του αρτισύστατου Ελληνικού Κράτους [7].
Στις 10 Ιουνίου 1836 κατατάχθηκε στην εντεκάτη (11) τετραρχία της Βασιλικής Φάλαγγας με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού, ως εκλεκτός [8].
Υπογραφές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις 6 Μαρτίου 1833 συνυπογράφει έγγραφο, με το οποίο εκφράζονται οι ευχαριστίες εκ μέρους των Πισινοχωριτών προς τον Ηλία Γιατράκο, για τις ιατρικές υπηρεσίες που τους προσέφερε καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα, αφιλοκερδώς [9].
Τον Οκτώβριο του 1826 συνυπογράφει έγγραφο, με το οποίο καταγγέλλεται ως νόθα η εκλογή αντιπροσώπων της Επαρχίας Λακεδαίμονος στις 26 Ιανουαρίου 1826 και ζητείται από τη Εθνοσυνέλευση να δεχθεί μόνο τους αξιότερους και εμπειρότερους, που εξελέγησαν στις 30 Οκτωβρίου 1826. Την καταγγελία αυτή συνυπογράφουν Δημογέροντες και Οπλαρχηγοί από 45 Χωριά της Λακεδαίμονος [10].
Αντιμετώπιση ανταρσίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το έτος 1834 αναλαμβάνει μαζί με τον Κατσάκο Μαυρομιχάλη, να υπερασπιστεί το Οθωνικό καθεστώς προκειμένου να καταπνιγεί η ανταρσία των διακεκριμένων Μεσσήνιων αγωνιστών της επανάστασης Αναστάσιου Τζαμαλή, Γιαννάκη Γκρίτζαλη και Μητροπέτροβα, οι οποίοι μεταξύ άλλων διαφωνούσαν με την απόφαση των Βαυαρών του Όθωνα για τη διάλυση 412 από τα 524 Μοναστήρια που υπήρχαν στη χώρα.
Αναγνώριση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Ελληνική Κυβέρνηση αφού έλαβε υπόψη τις υπηρεσίες που προσέφερε ως αξιωματικός κατά την διάρκεια του υπέρ ανεξαρτησίας αγώνα, τον τίμησε ως ακολούθως. Το έτος 1835 ονομάστηκε Ανθυπολοχαγός και το 1836 του απονεμήθηκε το Αργυρούν αριστείο ανδρείας [11].
Το έτος 1839 του δόθηκε εθνική γη στη περιοχή Γέφυρα του Ποταμού.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ (βλ. Όπισθεν του Μυστρά Ηλία Λαζάρου τόμος Α΄, σελίδα 195)
- ↑ το οποίο δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ / τ. Α΄ 33 / 17-12-1845
- ↑ (βλ. Όπισθεν του Μυστρά Ηλία Λαζάρου τόμος Α΄, σελίδα 68)
- ↑ (Αρχ. Ελλ. Παλ. / τ. 14, σελ. 207, 208)
- ↑ (Αρχ. Ελλ. Παλ. / τ. 7, σελ. 90 και ΓΑΚ / Αρχείο Εκτελεστικού / Φ. 51 / Ε. 59)
- ↑ (βλ. Όπισθεν του Μυστρά Ηλία Λαζάρου τόμος Α΄, σελίδα 196)
- ↑ (βλ. Όπισθεν του Μυστρά Ηλία Λαζάρου τόμος Α΄, σελίδα 203)
- ↑ (ΦΕΚ / τ. Α΄ 26 / 10-6-1836)
- ↑ (βλ. Όπισθεν του Μυστρά Ηλία Λαζάρου τόμος Α΄, σελίδα 213)
- ↑ (βλ. Όπισθεν του Μυστρά Ηλία Λαζάρου τόμος Α΄, σελίδα 140 έως 143 & 170, 171)
- ↑ (ΓΑΚ Μεσσηνίας / Αρχείο Μίμη Φερέτου ΑΒΕ, 13 / Φ. 56)