Ηρακλής Γρουζίνσκι
Ηρακλής Γρουζίνσκι | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | ირაკლი ალექსანდრეს ძე გრუზინსკი (Γεωργιανά) |
Γέννηση | 18 Αυγούστου 1826 Γερεβάν |
Θάνατος | 27 Απριλίου 1882 Παρίσι |
Τόπος ταφής | Μτσχέτα |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός |
Οικογένεια | |
Γονείς | Αλέξανδρος της Γεωργίας |
Οικογένεια | Δυναστεία των Μπαγκρατιόνι |
Ο Ηρακλής της Γεωργίας, γεωργιανά: ირაკლი გრუზინსკი, ρωσικά: Ираклий Александрович Грузинский, Ιρακλί Αλεξάντροβιτς Γρουζίνσκι, 18 Αυγούστου 1826 – 27 Απριλίου 1882) ήταν Γεωργιανός πρίγκιπας, που ανήκε στον Οίκο των Μπαγκρατιόνι και έγινε συνταγματάρχης τού Ρωσικού Αυτοκρατορικού στρατού. Ήταν εγγονός τού Ηρακλή Β΄, τού προτελευταίου βασιλιά της Γεωργίας, και γιος τού πρίγκιπα Αλέξανδρου, ένθερμου αντιπάλου της ρωσικής κατοχής της Γεωργίας.
Πρώιμη ζωή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γεννήθηκε στο Ερεβάν, τότε μέρος της Περσικής Αυτοκρατορίας, το 1826. Ο πατέρας του Αλέξανδρος είχε εγκαταλείψει την πατρίδα του το 1800 και από τότε προσπαθούσε να ανατρέψει το ρωσικό καθεστώς στη Γεωργία. Η μητέρα τού Ηρακλή ήταν η Μαριάμ, κόρη τού Σαχάκ Μελίκ-Αγκαμαλιάν, τού σημαντικού Αρμένιου αξιωματούχου τού Εριβάν. Λίγο μετά τη γέννηση τού Ηρακλή, το Εριβάν καταλήφθηκε από τον ρωσικό στρατό κατά τη διάρκεια τού Ρωσο-Περσικού πολέμου τού 1826-1828, ο οποίος προκάλεσε τον χωρισμό τού Αλέξανδρου με την οικογένειά του. Η Mαριάμ και ο Ηρακλής έζησαν στο Eριβάν μέχρι το 1834, όταν μεταφέρθηκαν από τη ρωσική κυβέρνηση στην Αγία Πετρούπολη, όπου ο Ηρακλής έλαβε τη στρατιωτική του εκπαίδευση, πρώτα στο Στρατιωτικό Κολέγιο Aλεξαντρόφσκι και στη συνέχεια στο Πεζικό Σώμα. [1]
Καριέρα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο πρίγκιπας Ηρακλής είδε την πρώτη του προαγωγή σε υπολοχαγό το 1845, για τη δράση του κατά τη διάρκεια της εκστρατείας κατά των Λεσγκιανών στον πόλεμο του Καυκάσου, έναν χρόνο μετά το τέλος τού πατέρα του στην εξορία στο Tαμπρίζ. Μετατέθηκε στο Σύνταγμα Έφιππων Γρεναδιέρων το 1852 και αποσύρθηκε με τον βαθμό τού συνταγματάρχη το 1855. Εντάχθηκε ξανά στον Στρατό τού Καυκάσου το 1858, αλλά αποσύρθηκε λίγο αργότερα λόγω κακής υγείας. Τού αναγνωρίστηκε ο τίτλος τού πρίγκιπα (knyaz) Γρουζίνσκι, δηλ. της Γεωργίας, το 1833 και τού απονεμήθηκε η εκφώνηση της Γαληνοτάτης Υψηλότητας, για τον ίδιο και τους άρρενες απογόνους του το 1865. Ήταν αντικείμενο ρομαντικής στοργής της Μπέρτα φον Ζούτνερ, μίας Αυστριακής μυθιστοριογράφου και της πρώτης γυναίκας που βραβεύτηκε με Νόμπελ Ειρήνης, αλλά ο πρίγκιπας Ηρακλής δεν ανταπέδωσε τη στοργή. [2] [3] Χρόνια αργότερα, η φον Σάτνερ έγινε φίλη με τη νεαρή σύζυγο τού Ηρακλή, Τάμαρ, με την οποία έμεινε κατά τη διάρκεια των επισκέψεών της στην Τιφλίδα και το Παρίσι. [4] Ο πρίγκιπας Ηρακλής απεβίωσε στο Παρίσι σε ηλικία 56 ετών και κηδεύτηκε στον καθεδρικό ναό της Mτσχέτα στη Γεωργία. [1]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Νυμφεύτηκε την Tάμαρ (24 Ιανουαρίου 1852 – 1933), κόρη τού αντιστράτηγου πρίγκιπα Νταβίντ Τσαβτσαβάντζε. Η Tάμαρ, μία κυρία των τιμών της Αυτοκράτειρας της Ρωσίας, ήταν εξέχουσα κοινωνική και φιλάνθρωπος. Έγινε για πρώτη φορά γνωστή στο ευρύτερο κοινό σε ηλικία δύο ετών, όταν ήταν μέλος της οικογένειας Τσαβτσαβάντζε, που απήχθη και κρατήθηκε σε αιχμαλωσία για δέκα μήνες από τους άνδρες τού Ιμάμ Σαμίλ το 1854, κατά τη διάρκεια τού Κριμαϊκού Πολέμου. [5]
Από τα τέσσερα παιδιά τού ζευγαριού, μόνο δύο κόρες επέζησαν μέχρι την ενηλικίωση. Ένας γιος, ο:
- Αλέξανδρος (π. 1877–1879) και μία κόρη, η:
- Μαριάμ (1876–1877), απεβίωσαν πολύ νέοι. Η επιζήσασα μεγαλύτερη κόρη:
- Ελισάβετ (1870–1942), ήταν δημοσιογράφος και μεταφράστρια από τα γεωργιανά και τα ρωσικά στα γαλλικά, γνωστή και με το ψευδώνυμό της Σαζανταρί. Παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Mαμούκα/Ματθαίο Ορμπελιάνι (απεβ. το 1924). Η μικρότερη κόρη:
- Αικατερίνα (1872–1917), παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Ιβάν Ρατίεφ, γνωστό για την προστασία τού αυτοκρατορικού θησαυρού τού Χειμερινού Ανακτόρου κατά τη διάρκεια της επανάστασης των Μπολσεβίκων το 1917. [1]
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Βιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Evlanoff, Michael (1943). Nobel-prize donor: inventor of dynamite, advocate of peace. Philadelphia: The Blakiston Company.
- Montgomery, Hugh, επιμ. (1980). Burke's Royal Families of the World, Volume 2. London: Burke's Peerage. ISBN 0850110297.
- von Suttner, Bertha (1910). Memoirs of Bertha von Suttner. The records of an eventful life. Volume I. Boston and London: Published for the International School of Peace, Ginn and Company.
- Verderevsky, Evgeny (1857). Edwards, H. Sutherland, επιμ. Captivity of two Russian princesses in the Caucasus. London: Smith, Elder, and Co.
Verderevski.