Βερίκοκο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
Το '''βερίκοκο''' (ορθότερα "βερίκοκκο") είναι ο καρπός της [[βερικοκιά|βερικοκιάς]] (επιστημονική ονομασία ''prunus armeniaca'') της οικογενείας των ροδιδών. Ο [[Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος|Διοσκουρίδης]] ανέφερε τα βερίκοκα ως αρμενικά μήλα, λόγω της προέλευσης του φυτού. <ref>[[Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος|Διοσκουρίδης]], Περί Ύλης ιατρικής </ref> Στην [[Κύπρο]] είναι γνωστό ως '''χρυσόμηλο'''. Προέρχεται από την [[Κίνα]] και καλλιεργείται εδώ και, τουλάχιστον, 4.000 χρόνια. |
Το '''βερίκοκο''' (ορθότερα "βερίκοκκο") είναι ο καρπός της [[βερικοκιά|βερικοκιάς]] (επιστημονική ονομασία ''prunus armeniaca'') της οικογενείας των ροδιδών. Ο [[Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος|Διοσκουρίδης]] ανέφερε τα βερίκοκα ως αρμενικά μήλα, λόγω της προέλευσης του φυτού. <ref>[[Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος|Διοσκουρίδης]], Περί Ύλης ιατρικής </ref> Στην [[Κύπρο]] είναι γνωστό ως '''χρυσόμηλο'''. Προέρχεται από την [[Κίνα]] και καλλιεργείται εδώ και, τουλάχιστον, 4.000 χρόνια. |
||
Είναι σαρκώδης, σφαιρικός, με αυλακωτή κοιλιακή ραφή. Ο πυρήνας (κουκούτσι) είναι ξυλώδης και στο εσωτερικό του περιέχει 1-2 σπόρια με πικρή γεύση που μοιάζουν με [[αμύγδαλο|αμύγδαλα]]. |
Είναι σαρκώδης, σφαιρικός, με αυλακωτή κοιλιακή ραφή. Ο πυρήνας (κουκούτσι) είναι ξυλώδης και στο εσωτερικό του περιέχει 1-2 σπόρια με πικρή γεύση που μοιάζουν με [[αμύγδαλο|αμύγδαλα]] και χρησιμοποιούνται στην φαρμακοποιία. |
||
Το σαρκώδες και χυμώδες περικάρπιο είναι εύγευστο, γλυκό και έχει χρώμα πορτοκαλοκίτρινο. Το εξωτερικό του βερίκοκου (φλούδα) είναι λεπτό, συνήθως χνουδωτό και είναι χρώματος κίτρινου με μερικές κόκκινες κηλίδες στη μπροστινή του πλευρά. |
Το σαρκώδες και χυμώδες περικάρπιο είναι εύγευστο, γλυκό και έχει χρώμα πορτοκαλοκίτρινο. Το εξωτερικό του βερίκοκου (φλούδα) είναι λεπτό, συνήθως χνουδωτό και είναι χρώματος κίτρινου με μερικές κόκκινες κηλίδες στη μπροστινή του πλευρά. |
||
Γραμμή 35: | Γραμμή 35: | ||
| |
| |
||
;Βιταμίνη A 39% · C 17% |
;Βιταμίνη A 39% · C 17% |
||
Nutrition Data.com |
Nutrition Data.com |
||
|} |
|} |
||
Είναι πλούσιο σε [[βιταμίνες|βιταμίνη]] Α. Επίσης περιέχει βιταμίνες C, Β1, Β2 και φυσικό σάκχαρο.Επίσης τα βερίκοκα είναι πλούσια σε φυτικές ίνες. |
Είναι πλούσιο σε [[βιταμίνες|βιταμίνη]] Α. Επίσης περιέχει βιταμίνες C, Β1, Β2 και φυσικό σάκχαρο.Επίσης τα βερίκοκα είναι πλούσια σε φυτικές ίνες. |
Έκδοση από την 15:45, 25 Μαρτίου 2012
Το βερίκοκο (ορθότερα "βερίκοκκο") είναι ο καρπός της βερικοκιάς (επιστημονική ονομασία prunus armeniaca) της οικογενείας των ροδιδών. Ο Διοσκουρίδης ανέφερε τα βερίκοκα ως αρμενικά μήλα, λόγω της προέλευσης του φυτού. [1] Στην Κύπρο είναι γνωστό ως χρυσόμηλο. Προέρχεται από την Κίνα και καλλιεργείται εδώ και, τουλάχιστον, 4.000 χρόνια.
Είναι σαρκώδης, σφαιρικός, με αυλακωτή κοιλιακή ραφή. Ο πυρήνας (κουκούτσι) είναι ξυλώδης και στο εσωτερικό του περιέχει 1-2 σπόρια με πικρή γεύση που μοιάζουν με αμύγδαλα και χρησιμοποιούνται στην φαρμακοποιία.
Το σαρκώδες και χυμώδες περικάρπιο είναι εύγευστο, γλυκό και έχει χρώμα πορτοκαλοκίτρινο. Το εξωτερικό του βερίκοκου (φλούδα) είναι λεπτό, συνήθως χνουδωτό και είναι χρώματος κίτρινου με μερικές κόκκινες κηλίδες στη μπροστινή του πλευρά.
Η Ελληνική ποικιλία Διαμαντοπούλου έχει τα πιο νόστιμα βερίκοκα στον κόσμο. Είναι εξαιρετικά αρωματικά, αλλά δύσκολα στη μεταφορά τους, αφού είναι αρκετά ευαίσθητα. Η πιο κοινή ποικιλία στην Ελλάδα πάντως είναι τα βερίκοκα Μπεμπέκου που είναι μεγαλύτερα μεν, αλλά όχι τόσο αρωματικά και γλυκά.
(Θρεπτική αξία ανά 100γρ.) |
---|
|
|
|
|
|
|
Nutrition Data.com |
Είναι πλούσιο σε βιταμίνη Α. Επίσης περιέχει βιταμίνες C, Β1, Β2 και φυσικό σάκχαρο.Επίσης τα βερίκοκα είναι πλούσια σε φυτικές ίνες. Το βερίκοκο καταναλώνεται νωπό ως φρούτο. Επίσης μπορεί να καταναλωθεί και αποξηραμένο, γίνεται μαρμελάδα, κομπόστα, χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική και γίνεται λικέρ και χυμός.
Οι Η.Π.Α. έχουν τη μεγαλύτερη παραγωγή στον κόσμο. Ακολουθούν το Ιράν, η Ισπανία, η Συρία και η Γαλλία. Η Ελλάδα έχει την 6η Θέση στην Ευρώπη με παραγωγή πάνω απο 40.000 τόνους ετησίως.
Δείτε επίσης
Παραπομπές
- ↑ Διοσκουρίδης, Περί Ύλης ιατρικής