Ίντερλακεν
Συντεταγμένες: 46°41′N 7°51′E / 46.683°N 7.850°E
Ίντερλακεν | |||
---|---|---|---|
| |||
46°41′14″N 7°51′54″E | |||
Χώρα | Ελβετία[1] | ||
Διοικητική υπαγωγή | Διοικητικό Διαμέρισμα του Ίντερλακεν-Όμπερχασλι | ||
Έκταση | 4,4 km² και 4,27 km²[2] | ||
Υψόμετρο | 571 μέτρα[3] | ||
Πληθυσμός | 5.610 (31 Δεκεμβρίου 2018)[4] | ||
Ταχ. κωδ. | 3800 | ||
Τηλ. κωδ. | 033 | ||
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Το Ίντερλακεν (γερμανικά: Interlaken) είναι κωμόπολη και Δήμος στη διοικητική περιφέρεια Ίντερλακεν-Ομπερχάσλι του καντονίου της Βέρνης στην Ελβετία. Αποτελεί γνωστό και σημαντικό τουριστικό προορισμό της ορεινής περιοχής του καντονίου (Bernese Oberland), κύρια λόγω της πολύ όμορφης θέας που προσφέρει αλλά και επειδή αποτελεί συγκοινωνιακό κόμβο προς τα περιβάλλοντα βουνά, κυρίως τον ορεινό όγκο του Γιουνγκφράου (Jungfrau)[5] και τις λίμνες της ευρύτερης περιοχής.
Γεωγραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το όνομα της πόλης σημαίνει «ανάμεσα στις λίμνες». Βρίσκεται όντως ανάμεσα στις λίμνες Τουν (Thun) και Μπριντς (Brienz), και επί του ποταμού Άαρ (Aar(e)), ο οποίος τις συνδέει. [6]
Το Ίντερλακεν βρίσκεται δυτικά της περιοχής Bödeli και καταλαμβάνει έκταση 4,3 τ.χλμ.. Από τη συνολική έκταση το 24,4% χρησιμοποιείται για καλλιέργειες, ενώ το 22,6% καταλαμβάνεται από δάσος. Από την υπόλοιπη έκταση 2,03 km2 ή το 47,2% αποτελεί οικιστική περιοχή (οικίες και δρόμοι), το 0,3 km2 ή το 7% καταλαμβάνουν υδάτινες εκτάσεις (ποταμοί και λίμνες) ενώ μόνο 0,01 km2 ή το 0,2% της έκτασης είναι μη παραγωγική.[7]
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παρά το ότι έχουν βρεθεί ορισμένα μικροαντικείμενα από πυριτόλιθο της νεολιθικής εποχής, μερικά ξίφη της πρώιμης εποχής του χαλκού και μερικά ρωμαϊκά νομίσματα στην περιοχή, δεν υπάρχουν μαρτυρίες για την ύπαρξη οικισμού πριν τον Μεσαίωνα.
Το 1133 κτίστηκε στην περιοχή μοναστήρι Αυγουστινιανών, το οποίο διατηρήθηκε ως το 1528 και αναφερόταν ως "inter lacus Madon". Οι Αυγουστινιανοί κατασκεύασαν ένα μύλο και μια γέφυρα στον ποταμό, στην οποία εισέπρατταν διόδια διέλευσης. Γύρω από τη μονή άρχισε να αναπτύσσεται μικρός οικισμός, το αρχικό όνομα του οποίου ήταν Aarmühle, το οποίο οφείλεται στην ύπαρξη του μύλου στην αριστερή όχθη του Άαρ, ενώ το χωριό αναπτύχθηκε στη δεξιά όχθη του Άαρ και, το 1239, αναφέρεται ως "villa Inderlappen" ενώ ο μύλος αναφέρεται το 1365 ως "Amuli". Το 1279/80 κοντά στον οικισμό του Aarmühle αναπτύχθηκε νέος οικισμός υπό την ονομασία "Unterseen". Κοντά στα δύο χωριά υπήρχε το φρoύριο Βάισεναου (Weissenau) και η κωμόπολη Βίντεν (Widen), στην οποία λειτουργούσε αγορά. Τόσο το φρούριο όσο και η κωμόπολη περιήλθαν στην κατοχή της μονής, αλλά παρήκμασαν και σχεδόν καταστράφηκαν προς το τέλος του Μεσαίωνα.[8] Ύστερα από την καταστροφή του παλαιού φρουρίου, κατασκευάστηκε νέο στη δυτική πτέρυγα της πρώην μονής κατά την περίοδο 1746 - 1750.
Η Μονή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Μονή ιδρύθηκε από τον βαρώνο Ζέλιγκερ ντ'Ομπερχόφεν (Seliger d'Oberhofen)[9] και αναφέρεται για πρώτη φορά το 1133, όταν ο Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Λοθάριος την έθεσε υπό την προστασία του. Αναφέρεται, επίσης, ότι το 1247 υπήρχε και γυναικείο τμήμα στη μονή. Κατά τη διάρκεια του 13ου αιώνα, η επιρροή της Μονής επεκτάθηκε σε ολόκληρη τη γύρω περιοχή και σταδιακά έγινε η Αρχή για περίπου 25 εκκλησίες αλλά και αρκετά χωριά και αγροκτήματα, ενώ παράλληλα έγινε ο μεγαλύτερος θρησκευτικής φύσεως γαιοκτήμονας της περιοχής.[10] Κατά τον 13ο και τις αρχές του 14ου αιώνα, η Μονή εξακολουθεί να ακμάζει και να μεγαλώνει. Από το 1350, όμως, ξεσπούν διενέξεις και ταραχές, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα την ελάττωση του αριθμού μοναχών και καλογραιών στη Μονή, ενώ παράλληλα αυξάνονται τα χρέη της. Έγγραφο του 1310 αναφέρει ότι στη Μονή υπήρχαν 30 ιερείς, 20 δόκιμοι μοναχοί και 350 γυναίκες στη Μονή. Αντίθετα, κατά το 1472 αναφέρονται μόνον ο πρωθιερέας, ο ηγούμενος, εννέα κανονικοί μοναχοί και επτά δόκιμοι και 27 καλόγριες. Η Μονή αντιμετώπιζε, επίσης, προβλήματα τόσο με τους ενοικιαστές των γαιών της όσο και με τους γείτονές της. Το 1348 οι κάτοικοι των χωριών Grindelwald και Wilderswil συγκρότησαν συνασπισμό με τους κατοίκους του Unterwalden κατά της Μονής. Η κεντρική διοίκηση έστειλε στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την καταστολή των ενεργειών της συμμαχίας αυτής. Το 1445 στην περιοχή δημιουργήθηκε ο Böser Bund, (Κακή Ένωση), η οποία άρχισε να αντιμάχεται τόσο τις στρατιωτικές δυνάμεις όσο και την από πλευράς Βέρνης φορολόγηση.[10] Τον 14ο αιώνα οι μοναχοί και οι μοναχές σταμάτησαν να εφαρμόζουν την πλειονότητα των μοναστικών κανόνων. Το 1472 ξέσπασε βίαιη διαμάχη μεταξύ ανδρών και γυναικών μοναχών, γεγονός που προκάλεσε την παρέμβαση του επισκόπου της Λωζάνης δύο φορές. Ο επίσκοπος διαπίστωσε σοβαρές παραλείψεις. Συνελήφθη ο επικεφαλής της Μονής και ορισμένες μοναχές αντικαταστάθηκαν από άλλες διαφορετικών Μονών. Παρά τα μέτρα αναμόρφωσης στο γυναικείο τμήμα της Μονής, αυτό διέκοψε τη λειτουργία του το 1484 και η περιουσία του περιήλθε στη νεοϊδρυθείσα μονή του Σαιν Βίνσεντ στη Βέρνη.[9] Η Μονή κοσμικοποιήθηκε το 1528, με την προτεσταντική μεταρρύθμιση και η περιουσία της περιήλθε στη διοίκηση της Βέρνης. Τα εδάφη που κατείχε αποτέλεσαν νέα διοικητική περιφέρεια και τμήμα των κτισμάτων στέγασε τις διοικητικές υπηρεσίες, ενώ τα υπόλοιπα μετατράπηκαν σε νοσοκομειακό ίδρυμα. Το 1562 το χοροστάσιο μετατράπηκε σε σιταποθήκη και κελάρι κρασιών, ενώ η δυτική πτέρυγα τελικά κατεδαφίστηκε κατά την περίοδο 1746 - 1750. Στη θέση της ο τότε κυβερνήτης Σάμουελ Τίλλιερ (Samuel Tillier) κατασκεύασε το αποκαλούμενο "νέο κάστρο", το οποίο παρέμεινε ως διοικητικό κέντρο της περιοχής του Ιντερλάκεν.[8]
Το αρχικό χωριό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Όπως προαναφέρθηκε, ο πρώτος οικισμός ονομάστηκε Ααρμύλε (Aarmühle) λόγω του μύλου που κατασκευάστηκε στην αριστερή όχθη του Άαρ πριν το 1365. Από τη χρονολογία αυτή, η Μονή αρχίζει να διοργάνώνει εμποροπανηγύρεις σε εβδομαδιαία αλλά και ετήσια βάση. Το χωριό διέθετε δικό του αγροτικό συνεταιρισμό (bäuert) αλλά διοικητικά ανήκε στο Δήμο του Μάττεν (Matten). Κατά το 16ο αιώνα ο συνεταιρισμός του Ααρμύλε άρχισε να φιλονικεί με τους συνεταιρισμούς των γειτονικών χωριών για τη χρήση των δασών και των κοινόχρηστων γαιών. Έγιναν, χωρίς όμως επιτυχία, διαμεσολαβητικές προσπάθειες το 1533, το 1586 και το 1618. Μια από τις συνέπειες αυτών των φιλονικιών ήταν η αποσκίρτηση του Βίλντερσβιλ (Wilderswil) από τον Δήμο του Μάττεν και η δημιουργία νέου, αυτόνομου Δήμου. Ωστόσο, η διένεξη μεταξύ Ιντερλάκεν και Μάττεν συνεχίστηκε, παρά τις διαμεσολαβητικές προσπάθειες του τότε κυβερνήτη του Ιντερλάκεν. Τελικά, η διένεξη έληξε μόλις το 1810, όταν τα δύο χωριά διαμοίρασαν τα ως τότε κοινά εδάφη, αν και το Ιντερλάκεν έγινε πολιτικά ανεξάρτητος Δήμος το 1838.[8]
Τουριστικό κέντρο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την εποχή εκείνη οι κάτοικοι ασχολούνταν κυρίως με την υφαντουργία, την ξυλογλυπτική και την κεραμική (κατασκεύαζαν πολύ όμορφα διακοσμητικά), τις εκτυπωτικές εργασίες και, σε μικρότερο βαθμό, με την ωρολογοποιία. Αργότερα, ωστόσο, κύρια ασχολία τους έγινε ο τουρισμός, ο οποίος παραμένει και σήμερα η βασική πηγή πλούτου για το Ίντερλακεν. Η πόλη αποτέλεσε ένα από τα παλαιότερα τουριστικά θέρετρα της Ελβετίας[5] και παραμένει δημοφιλής προορισμός και σήμερα. Η έναρξη των τουριστικών δραστηριοτήτων σηματοδοτείται γύρω στα 1800, όταν ο ζωγράφος Φραντς Νίκλαους Κένιχ (Franz Niklaus König) απεικόνισε σε πίνακές του το φυσικό κάλλος της περιοχής. Ιδιαίτερη ώθηση στον τουρισμό έδωσε η επιτυχία του "Unspunnenfest", ενός πολιτιστικού φεστιβάλ της Ελβετίας, στο οποίο παρουσιάζονταν εικαστικές απεικονίσεις της περιοχής. Οι πρώτοι τουρίστες έρχονταν για τον καθαρό βουνίσιο αέρα του αλλά το 1859 κατασκευάστηκε η μεγάλη αίθουσα σπα "Kursaal", η οποία προσείλκυσε ακόμη περισσότερους τουρίστες. Κατασκευάστηκαν πολλά ξενοδοχεία, τα οποία σε συνδυασμό με τις πολύ καλές μεταφορές ανέπτυξαν ακόμη περισσότερο τον τουρισμό. Το 1834 εμφανίστηκε το πρώτο ποταμόπλοιο από τη λίμνη Τουν, ενώ το 1839 εμφανίστηκε και άλλο, αυτή το φορά από τη λίμνη Μπριντς.[8]
Το 1872 το Ίντερλακεν αποκτά σιδηροδρομική σύνδεση από το Ντέρλινγκεν (Därligen), η οποία το 1874 επεκτάθηκε μέχρι το Μπένινγκεν (Bönigen). Ωστόσο, η γραμμή αυτή ήταν αποκομμένη από το υπόλοιπο ελβετικό δίκτυο και περισσότερο εξυπηρετούσε τη σύνδεση μεταξύ των δύο ατμοπλοίων. Με την επέκτασή της ως το Τουν, το 1893, συνδέεται με τη Βέρνη και γίνεται τμήμα του δικτύου Βέρνης - Λέτσμπεργκ - Σεμπλόν. Το 1888 νέα γραμμή από το Alpnachstad συνδέει το Ίντερλακεν με τη λίμνη της Λουκέρνης ενώ το 1890 ο σιδηρόδρομος Berner Oberland συνέδεσε το Ίντερλακεν με τα Λάουτερμπρούννεν (Lauterbrunnen) και Γκρίντελβαλντ (Grindelwald).[11]
Η δημιουργία των γραμμών μεταφοράς τουριστών επέφερε τη δημιουργία και την ανάπτυξη ξενοδοχειακών μονάδων κατά μήκος της διαδρομής προς τον ορεινό όγκο του Γιουνγκφράου. Κατά τις περιόδους 1860 - 1875 και 1890 - 1914 κατασκευάζονται υπερπολυτελή ξενοδοχεία με θέα προς το Γιουνγκφράου και τα περιβάλλοντα βουνά. Η ενασχόληση των κατοίκων με τον τουρισμό δεν εμποδίζει, ωστόσο, τη δημιουργία πιο παραδοσιακών βιομηχανιών: Το 1850 δημιουργείται μικρή βιομηχανία ξύλινων πατωμάτων (δραστηριοποιήθηκε ως το 1935) και το 1921 δημιουργείται μικρή βιομηχανία ύφανσης μαλλιού.
Η μετονομασία σε Ίντερλακεν
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στη δεξιά όχθη του Άαρ ο υπάρχων οικισμός με το όνομα Ίντερλακεν απορροφήθηκε από τον Δήμο του Ούντερζεεν (Unterseen) ενώ στην αριστερή όχθη οι υπάρχοντες οικισμοί δημιούργησαν τους Δήμους Μάττεν και Ααρμύλε. Ωστόσο, το Ααρμύλε χρησιμοποιούσε το όνομα Ίντερλακεν τόσο στον σιδηροδρομικό του σταθμό όσο και στο ταχυδρομικό του γραφείο, με συνέπεια να γίνει ευρέως γνωστό με αυτό το όνομα. Επίσημα, το Ααρμύλε μετονομάστηκε σε Ίντερλακεν το 1891.[8]
Κλίμα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το κλίμα του Ίντερλακεν χαρακτηρίζεται ως ήπιο αλπικό και τα στοιχεία θερμοκρασιών και ατμοσφαιρικών κατακρημνίσεων παρέχονται στον πίνακα που ακολουθεί.
Κλιματικά δεδομένα Interlaken | |||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Μήνας | Ιαν | Φεβ | Μάρ | Απρ | Μάι | Ιούν | Ιούλ | Αύγ | Σεπ | Οκτ | Νοε | Δεκ | Έτος |
Μέση Μέγιστη °C (°F) | 1.9 | 4.3 | 8.5 | 12.8 | 17.3 | 20.4 | 23 (73) |
22 (72) |
18.8 | 13.8 | 7.1 | 2.7 | 12,7 |
Μέση Μηνιαία °C (°F) | −1.2 | 0.4 | 3.6 | 7.4 | 11.6 | 14.7 | 16.9 | 15.9 | 13.1 | 8.5 | 3 (37) |
−0.4 | 7,8 |
Μέση Ελάχιστη °C (°F) | −4.1 | −3.1 | −0.7 | 2.6 | 6.5 | 9.7 | 11.9 | 11.4 | 8.7 | 4.6 | 0 (32) |
−3.1 | 3,7 |
Υετός mm (ίντσες) | 75 | 76 | 85 | 89 | 109 | 139 | 128 | 145 | 81 | 78 | 90 | 80 | 1,174 |
Μέσες ημέρες κατακρημνίσεων | 10.1 | 9.6 | 12.1 | 11.8 | 13.9 | 14.2 | 12.8 | 13.5 | 9 | 8.4 | 10 | 10.1 | 135,5 |
Πηγή: MeteoSchweiz [12] |
Είναι εμφανές ότι κατά τους χειμερινούς μήνες οι χιονοπτώσεις είναι σχετικά άφθονες. Ωστόσο οι τουριστικές υποδομές της πόλης είναι τόσο οργανωμένες, που για τους τουρίστες κάτι τέτοιο δεν δημιουργεί πρόβλημα. Κατά τους θερινούς μήνες, οι θερμοκρασίες επιτρέπουν μέχρι και την κολύμβηση στον ποταμό ή στις παραπλήσιες λίμνες.[6]
Το Φεστιβάλ του Ίντερλακεν
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το φεστιβάλ αυτό ονομάζεται "Unspunnenfest" από το όνομα του κάστρου (Unspunnen) στο οποίο διοργανώνεται. Περιλαμβάνει εκδηλώσεις για τον παραδοσιακό ελβετικό πολιτισμό και οι συμμετέχοντες "διαγωνίζονται" στη ρίψη πέτρας (γερμ. Steinstossen), σε ένα είδος πάλης (γερμ. Schwingen) και στο τραγούδι με τους παραδοσιακούς ελβετικούς λαρυγγισμούς (yodeling).[6] Η ιστορία του φεστιβάλ ανάγεται στον 13ο αιώνα, όταν ο κύριος του κάστρου Μπούρκαρντ φον Ουνσπούννεν (Burkard von Unspunnen) και ο ιδρυτής της πόλης της Βέρνης Μπέρχτολντ V φον Τσέρινγκεν (Berchtold V von Zähringen) συναντήθηκαν για να επιλύσουν τις διαφορές τους. Επίσημα, το φεστιβάλ αυτό έγινε για πρώτη φορά στις 17 Αυγούστου 1805 σε μια παρόμοια προσπάθεια: Ο Ναπολέων Α΄ Βοναπάρτης είχε εισβάλει στην Ελβετία και το φεστιβάλ διοργανώθηκε ως τρόπος ενοποίησης του έθνους.[13] Το Φεστιβάλ διοργανώνεται μέχρι και σήμερα.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 5283. Ανακτήθηκε στις 6 Αυγούστου 2018.
- ↑ 2,0 2,1 «Arealstatistik Standard - Gemeinden nach 4 Hauptbereichen». Federal Statistical Office. Ανακτήθηκε στις 13 Ιανουαρίου 2019.
- ↑ 3,0 3,1 7286143.
- ↑ Federal Statistical Office. www
.pxweb .bfs .admin .ch /pxweb /de /. Ανακτήθηκε στις 15 Ιουνίου 2020. - ↑ 5,0 5,1 Π. Δρανδάκη, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. ΙΓ΄, λήμμα "Ίντερλακεν"
- ↑ 6,0 6,1 6,2 Ταξιδολόγιο: Ίντερλακεν
- ↑ Swiss Federal Statistical Office-Land Use Statistics 2009 data (in γερμανική) accessed 25 March 2010
- ↑ 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 Dictionnaire historique de la Suisse: Anne-Marie Dubler, Aarmühle
- ↑ 9,0 9,1 Dictionnaire historique de la Suisse: Barbara Studer: Interlaken (couvent, district)
- ↑ 10,0 10,1 Dictionnaire historique de la Suisse: Anne-Marie Dubler,Böser Bund de l'Oberland bernois
- ↑ Eingestellte Bahnen der Schweiz, Interlaken Ost–Bönigen Αρχειοθετήθηκε 2012-06-19 στο Wayback Machine. (γερμ.), ανακτήθηκε στις 25-12-2012
- ↑ «Temperature and Precipitation Average Values-Table, 1961-1990» (στα Γερμανικά, Γαλλικά, και Ιταλικά). Federal Office of Meteorology and Climatology MeteoSwiss. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουνίου 2009. Ανακτήθηκε στις 8 Μαΐου 2009.
- ↑ BBC News, Bern: Imogen Foulkes, Stone is star of Swiss festival
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Interlaken στο Wikimedia Commons