Μετάβαση στο περιεχόμενο

Έμμα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έμμα
Το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης
ΣυγγραφέαςΤζέιν Όστεν
ΤίτλοςEmma
Γλώσσααγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης23  Δεκεμβρίου 1815
Μορφήμυθιστόρημα
ΤόποςΝότια Αγγλία[1]
LC ClassPR4034.E5
LC ClassOL66513W
LΤ ID364
Πρώτη έκδοσηJohn Murray
ΠροηγούμενοMansfield Park
ΕπόμενοNorthanger Abbey
Commons page Σχετικά πολυμέσα

To Έμμα είναι ένα κωμικό μυθιστόρημα της Τζέιν Όστεν που πρωτοδημοσιεύθηκε το 1815. Ο κύριος χαρακτήρας είναι η Έμμα Γούντχαουζ, που περιγράφεται στην πρώτη παράγραφο του έργου ως «όμορφη, έξυπνη και πλούσια» αλλά συγχρόνως κακομαθημένη.

Κριτική και θεματολογία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Έμμα Γούντχαουζ είναι η πρώτη ηρωίδα της Όστεν που δεν έχει οικονομικές έννοιες και αυτός, όπως δηλώνει στην αφελή μις Σμιθ, είναι ο λόγος που δεν έχει ιδιαίτερη επιθυμία να παντρευτεί. Αυτό αποτελεί μεγάλη διαφοροποίηση σε σχέση με τα άλλα μυθιστορήματα της Όστεν όπου η αναζήτηση του γάμου και της οικονομικής ασφάλειας είναι το κεντρικό θέμα της ιστορίας. Η οικονομική επιφάνεια της Έμμας είναι ένας από τους παράγοντες που κάνουν αυτό το μυθιστόρημα πιο ανάλαφρο από τα προηγούμενα έργα της όπως τα Λογική και ευαισθησία και Περηφάνια και προκατάληψη.

Η Έμμα επίσης εμφανίζεται εντυπωσιακά υπεράνω κάθε ρομαντικής έλξης και σεξουαλικής επιθυμίας. Αντίθετα με άλλες ηρωίδες της Όστεν όπως η Ελίζαμπεθ Μπένετ και η Μαριάν Ντάσγουντ, που έλκονται από λάθος άντρες προτού να καταλήξουν με τον σωστό, η Έμμα δεν δείχνει κανένα ρομαντικό ενδιαφέρον για τους άνδρες που συναντά. Μένει πραγματικά έκπληκτη και δείχνει κάποια αποστροφή όταν ο κύριος Έλτον δηλώνει την αγάπη του γι´αυτήν. Το ενδιαφέρον της για τον Φρανκ Τσώρτσιλ αποτελεί περισσότερο αναζήτηση για λίγο δράμα στη ζωή της παρά για ρομαντική αγάπη.

Αν και η Έμμα διαφέρει από τις άλλες ηρωίδες της Όστεν στα παραπάνω, μοιάζει στην Ελίζαμπεθ Μπένετ και την Άνν Έλλιοτ από άλλες απόψεις: Είναι μια έξυπνη νέα γυναίκα που δεν έχει ιδιαίτερη απασχόληση ούτε τη δυνατότητα να αλλάξει την τοποθεσία της ή την καθημερινή της ρουτίνα. Αν και η οικογένειά της είναι αγαπημένη και με οικονομική άνεση, η καθημερινή της ζωή είναι βαρετή και έχει λίγους φίλους στην ηλικία της στην αρχή του μυθιστορήματος. Τα επίμονα και αδέξια προξενιά που επιχειρεί μπορεί να αποτελούν μία βουβή διαμαρτυρία ενάντια στους περιορισμούς της ζωής μιας εύπορης γυναίκας και ιδιαίτερα μιας γυναίκας ελεύθερης και χωρίς παιδιά.

Περίληψη της πλοκής

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Έμμα Γούντχαουζ είναι μια νέα και όμορφη γυναίκα στην Αγγλία κατά τη μεταβατική περίοδο από την Γεωργιανή στην Βικτωριανή εποχή (Regency England). Κατοικεί στο Σάρρεϋ, στη δυτική πλευρά του χωριού Χάιμπουρυ με τον πατέρα της ο οποίος είναι υποχόνδριος και φοβάται υπερβολικά για την υγεία και την ασφάλεια των αγαπημένων προσώπων του. Φίλος την ΄Εμμας και μοναδικός κριτής της είναι ο κύριος Ναΐτλυ, γείτονας της και αδερφός του συζύγου της μεγαλύτερης αδελφής της. Στην αρχή του μυθιστορήματος η Έμμα μόλις έχει παραστεί στον γάμο της Μις Τέιλορ, παλιάς γκουβερνάντας της και καλής της φίλης. Επειδή ήταν αυτή που σύστησε τη μις Τέιλορ στον σύζυγό της κύριο Γουέστον, η Έμμα θεωρεί ότι σε αυτήν οφείλεται ο γάμος τους και αποφασίζει ότι αρέσει να κάνει προξενιά.

Ενάντια στις συμβουλές του κύριου Νάιτλυ η Έμμα αποφασίζει να προξενέψει την καινούρια της φίλη Χάριετ Σμιθ, μια γλυκιά αλλά όχι πολύ έξυπνη δεκαεπτάχρονη κοπέλα στον κύριο Έλτον, τον τοπικό ιερέα. Προηγουμένως όμως πρέπει να πείσει τη Χάριετ να αρνηθεί την πρόταση γάμου ενός αξιοσέβαστου νεαρού αγρότη, του κύριου Μάρτιν, τον οποίο η Έμμα θεωρεί κοινωνικά κατώτερο για τη Χάριετ. Ενάντια στη θέλησή της, η ευκολόπιστη Χάριετ αρνείται την πρόταση. Εντούτοις τα σχέδια της Έμμας χαλάνε όταν ο κύριος Έλτον, ο οποίος επίσης θέλει να αναρριχηθεί κοινωνικά, δηλώνει ότι θέλει να παντρευτεί την Έμμα και όχι την κοινωνικά κατώτερη Χάριετ. Όταν η Έμμα απορρίπτει τον κύριο Έλτον αυτός φεύγει ταξίδι στο Μπαθ και η Χάριετ νιώθει απογοητευμένη. Η Έμμα προσπαθεί να την πείσει ότι ο κύριος Έλτον αποδείχτηκε κατώτερος της.

Μία ενδιαφέρουσα εξέλιξη είναι η άφιξη στη γειτονία του Φρανκ Τσώρτσιλ, θετού γιου της κυρίας Γουέστον, τον οποίο η Έμμα δεν έχει γνωρίσει πιο πριν αλλά βρίσκει πολύ ενδιαφέροντα. Επίσης επιστρέφει και ο κύριος Έλτον με μια άλλη νεοφερμένη, μια άξεστη αλλά πλούσια σύζυγο η οποία γίνεται μέλος του κοινωνικού κύκλου της Έμμα και οι δυο γυναίκες σύντομα αντιπαθούν η μια την άλλη. Μία τρίτη άφιξη είναι η ορφανή Τζέιν Φέρφαξ, η συγκρατημένη αλλά όμορφη ανιψιά μιας φτωχής γειτόνισσας της Έμμας, της μις Μπέιτς. Η μις Μπέιτς είναι μια γερασμένη γεροντοκόρη με καλές προθέσεις. Η Έμμα προσπαθεί να είναι ευγενική απέναντί της αλλά την εκνευρίζει η βαρετή και ασταμάτητη πολυλογία της.

Η Τζέιν έχει ταλέντο στη μουσική και είναι η χαρά και η υπερηφάνεια της μις Μπέιτς. Η Έμμα όμως ζηλεύει το ταλέντο της και αρχικά την αντιπαθεί για την φαινομενική ψυχρότητά της. Η Τζέιν είχε ζήσει με την μις Μπέιτς μέχρι τα εννιά της και μετά ανατράφηκε στο σπίτι του συνταγματάρχη Κάμπελ, ενός φίλου του πατέρα της, όπου έγινε γρήγορα φίλη με την κόρη του και έλαβε μόρφωση υψηλού επιπέδου. Όταν η μις Κάμπελ παντρεύτηκε, η Τζέιν επέστρεψε στους συγγενείς της προκειμένου να αναρρώσει και να ετοιμαστεί για τη ζωή της ως γκουβερνάντα.

Στην προσπάθειά της να βρει κάποιου είδους ελάττωμα στην Τζέιν και επίσης να βρει κάτι να την διασκεδάσει στο ευχάριστο αλλά πληκτικό χωριό της, η Έμμα επιδίδεται στην φαντασίωση, που φαινομενικά συμμερίζεται και ο Φρανκ, ότι η Τζέιν ήταν αντικείμενο θαυμασμού του συζύγου της μις Κάμπελ, του κυρίου Ντίξον, και αυτός είναι ο λόγος που επέστρεψε σπίτι της αντί να πάει να τους επισκεφθεί στην Ιρλανδία. Η υποψία αυτή υποδαυλίζεται περαιτέρω από την άφιξη ενός πιάνου για την Τζέιν από έναν ανώνυμο ευεργέτη.

Η Έμμα προσπαθεί να κάνει τον εαυτό της να ερωτευτεί τον Φρανκ Τσώρτσιλ, κυρίως επειδή οι γύρω της λένε ότι κάνουν όμορφο ζευγάρι. Ο Φρανκ φαίνεται να έχει την Έμμα σαν αντικείμενο θαυμασμού και οι δυο τους φλερτάρουν δημόσια, συμπεριλαμβανομένου και ενός μονοήμερου ταξιδιού στο Μπόξ Χίλ, ενός τοπικού αξιοθέατου. Η Έμμα όμως τελικά αποφασίζει ότι θα ταίριαζε καλλύτερα στην Χάριετ μετά από ένα επεισόδιο όπου ο Φρανκ σώζει την προστατευόμενή της από μια συμμορία τσιγγάνων.

Στο σημείο αυτό, η μις Γουέστον αναρωτιέται αν ο παλαιός φίλος της Έμμας, ο κύριος Νάιτλυ ενδιαφέρεται για την Τζέιν Φέρφαξ. Η Έμμα αμέσως αποφασίζει ότι δεν θέλει ο κύριος Νάιτλυ να παντρευτεί κανένα αλλά αντί να εξερευνήσει περαιτέρω αυτά τα συναισθήματα, ισχυρίζεται ότι είναι επειδή θέλει ο ανιψιός της ο Χένρυ να κληρονομήσει την οικογενειακή περιουσία.

Όταν ο κύριος Νάιτλυ την επικρίνει για ένα επιπόλαιο και προσβλητικό σχόλιο της προς τη μις Μπέιτς, η Έμμα νιώθει ντροπή και προσπαθεί να επανορθώσει. Αν και η καλόκαρδη μις Μπέιτς την συγχωρεί, η Τζέιν αρχικά αρνείται να την δει ή να αποδεχθεί να δώρα της. Η Έμμα πιστεύει ότι η αντιπάθεια της Τζέιν οφείλεται στην κακή συμπεριφορά της προς την μις Μπέιτς. Εντούτοις, μαθαίνει στη συνέχεια ότι η Τζέιν και ο Φρανκ ήταν κρυφά αρραβωνιασμένοι για ένα χρόνο. Ο Φρανκ υποκρινόταν ότι θαύμαζε την Έμμα προκειμένου να κρύψει την αγάπη του για την Τζέιν και η συμπεριφορά της Τζέιν οφειλόταν στο γεγονός ότι πίστευε ότι ο θαυμασμός του προς την Έμμα ήταν αληθινός. Η Έμμα απογοητεύεται από την έλλειψη κατανόησης της της συμπεριφοράς των άλλων καθώς έβλεπε ότι ήθελε να δει αντί για την αλήθεια.

Όταν η Χάριετ της εκμυστηρεύεται ότι πιστεύει ότι ο κύριος Νάιτλυ είναι ερωτευμένος μαζί της, η ζήλια εξαναγκάζει την Έμμα να συνειδητοποιήσει ότι η ίδια είναι ερωτευμένη μαζί του. Ο κύριος Νάιτλυ ήταν ερωτευμένος με την Έμμα καθ´όλη την διάρκεια του βιβλίου και μετά την ανακάλυψη του αρραβώνα της Τζέιν και του Φρανκ, κάνει πρόταση γάμου στην Έμμα. Σύντομα μετά από αυτό η Χάριετ συμφιλιώνεται με τον νεαρό αγρότη της κύριο Μάρτιν, η Τζέιν συμφιλιώνεται με την Έμμα και όλοι ζουν ευτυχισμένοι.

Κινηματογραφικές και τηλεοπτικές διασκευές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]