Mansplaining

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Mansplaining είναι ένας αγγλικός νεολογισμός που προέκυψε ως συνδυασμός των λέξεων man (άνδρας) & explaining (εξήγηση) και έχει υποτιμητική σημασία.[1] Ορίζεται ως "η πράξη του να εξηγεί κάποιος κάτι σε κάποιον, συνήθως ένας άνδρας σε μία γυναίκα, με τρόπο περιφρονητικό, κηδεμονικό ή πατροναριστικό".[2][3] Η Λίλι Ρόθμαν (Lily Rothman) του αμερικανικού περιοδικού The Atlantic ορίζει το mansplaining ως "το να εξηγεί κάποιος, χωρίς επίγνωση του γεγονότος ότι ο δέκτης της εξήγησης γνωρίζει περισσότερα από τον εξηγητή, ο οποίος συχνά συμβαίνει να είναι άνδρας απευθυνόμενος σε γυναίκα". Η συγγραφέας και δοκιμιογράφος Ρεμπέκα Σόλνιτ (Rebecca Solnit) αποδίδει το φαινόμενο σε ένα συνδυασμό "υπέρμετρης αυτοπεποίθησης και αμάθειας".[4]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Bissell, Hugh. «Use of the term "Mansplaining" is pejorative, and you should be ashamed for using it». Daily Kos. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2016. 
  2. Steinmetz, Katy (18 Νοεμβρίου 2014). «Clickbait, Normcore, Mansplain: Runners-Up for Oxford's Word of the Year». Time. Ανακτήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2014. 
  3. Zimmer, Ben (5 Ιανουαρίου 2013). «Tag, You're It! "Hashtag" Wins as 2012 Word of the Year». Visual Thesaurus. Ανακτήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 2014. 
  4. Solnit, Rebecca (20 August 2012). «Men still explain things to me». In These Times. http://www.thenation.com/article/169456/men-still-explain-things-me. Ανακτήθηκε στις 30 October 2014.