Ευδόκιμος (πτηνό)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Eudocimus)
Ευδόκιμος
Πορφυρή ίβιδα
Πορφυρή ίβιδα
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Υποσυνομοταξία: Σπονδυλωτά (Vertebrata)
Ομοταξία: Πτηνά (Aves)
Τάξη: Πελεκανόμορφα (Pelecaniformes)
Οικογένεια: Θρησκειορνιθίδες (Threskiornithidae)
Υποοικογένεια: Θρησκειορνιθίνες (Threskiornithinae)
Γένος: Ευδόκιμος
(Eudocimus)
Wagler, 1832


Γεωγραφική κατανομή της αμερικανικής λευκής ίβιδας (γαλάζιο), της πορφυρής ίβιδας (πορτοκαλί), και περιοχές όπου βρίσκονται και τα δύο είδη (καφετί)

Ο ευδόκιμος (επιστημονική-λατινική ονομασία Eudocimus) είναι γένος πουλιών που ανήκουν στην οικογένεια της ιερής ίβιδας, τις θρησκειορνιθίδες. Οι ευδόκιμοι ζουν στις θερμότερες περιοχές της αμερικανικής ηπείρου και στις Δυτικές Ινδίες.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα πουλιά αυτά έχουν ως ενδιαίτημα ελώδεις υγροβιότοπους, συχνά παράκτιους. Κτίζουν φωλιές σε δέντρα ή και θάμνους πάνω από νερά. Είναι μονογαμικά και ζουν σε αποικίες, όπου συχνά συμβιώνουν με άλλα υδρόφιλα πτηνά. Συνήθως γεννούν κάθε φορά από δύο μέχρι πέντε αβγά.

Οι ενήλικες ευδόκιμοι έχουν μήκος σώματος 56 έως 61 εκατοστά και άνοιγμα πτερύγων 85 έως 95 εκατοστά. Διαθέτουν μακρά καμπυλόγραμμα ράμφη, ρόδινα πόδια και γυμνό ρόδινο πρόσωπο. Το πτέρωμα είναι μονόχρωμο: ολόλευκο στο είδος albus και πορφυρό στο είδος ruber, εκτός από τα μαύρα άκρα των πτερύγων, τα οποία διακρίνονται όταν ο ευδόκιμος πετάει. Οι νεοσσοί είναι κυρίως φαιοί με λευκό κάτω μέρος σώματος.

Οι ευδόκιμοι τρέφονται χρησιμοποιώντας το μακρύ ράμφος τους και τρώνε ψαράκια, βατράχια, οστρακόδερμα και έντομα. Πετούν με τεντωμένο τον λαιμό και τα πόδια τους, συχνά σε μακριές και χαλαρές σειρές, ιδίως όταν φεύγουν ή πηγαίνουν στις φωλιές τους.

Ταξινομική και συστηματική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το γένος Eudocimus φαίνεται ότι συγγενεύει στενότερα με το γένος Plegadis, με το δεύτερο να είναι περισσότερο εξελιγμένο και να διαφέρει στο ταρσομετατάρσιο. Λίγα απολιθώματα έχουν βρεθεί, πάντως το απολιθωμένο είδος Plegadis paganus ή Gerandibis pagana ή Eudocimus paganus από την κατώτερη Μειόκαινο εποχή παρουσιάζει κάποια ενδιάμεσα χαρακτηριστικά[1]: διαθέτει δύο τρήματα στην αύλακα του ταρσομετατάρσιου, όπως το Plegadis και αντίθετα με το μοναδικό τρήμα του Eudocimus και πολλών άλλων ειδών πτηνών. Η φύση αυτού του εξαφανισμένου είδους υποδεικνύει ότι το γένος Eudocimus είχε ήδη δημιουργηθεί εκείνη την εποχή.[2]

Μελέτη του μιτοχονδριακού DNA πτηνών του γένους πλατελέα το 2010 από τον Chesser και συνεργάτες, η οποία περιελάμβανε και τα είδη Eudocimus ruber, Nipponia nippon και Threskiornis aethiopicus, υποδεικνύει ότι το είδος E. ruber είχε ξεχωρίσει ενωρίς και δεν συγγενεύει στενά με τον κλάδο που περιέχει τις πλατελέες και τις ίβιδες του Παλαιού κόσμου.[3]

Υπολείμματα παρόμοια με εκείνα του είδους Eudocimus albus έχουν ανακαλυφθεί σε αποθέσεις του μέσου Πλειόκαινου στη λεγόμενη «Κοιλάδα των οστών» (Bone Valley) στην κεντρική Φλόριντα των ΗΠΑ. Επίσης αποθέσεις του Σχηματισμού Γιόρκταουν στη Βόρεια Καρολίνα[2], ενώ δύο είδη, το ένα υπάρχον και το άλλο εξαφανισμένο, έχουν ανακτηθεί από το ασφαλτικό πεδίο Ταλάρα στην ακτή του βόρειου Περού: το Eudocimus peruvianus περιγράφηκε από ένα ταρσομετατάρσιο οστό που διέφερε ελαφρώς από εκείνο ενός Eudocimus albus, του οποίου υπολείμματα ανακαλύφθηκαν στην ίδια τοποθεσία. Το πεδίο έχει ηλικία χρονολογηθείσα σε 13.900 έτη. Το είδος Eudocimus albus ζει και σήμερα στο Περού.[4]

Είδη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σήμερα υπάρχουν μόνο δύο είδη στο γένος ευδόκιμος, τα εξής:

Εικόνα Επιστημονική ονομασία Κοινές ονομασίες Γεωγρ. κατανομή
Eudocimus albus αμερικανική λευκή ίβιδα Ακτή του Ατλαντικού, από τη Βόρεια Καρολίνα και νοτιότερα, έως τη Φλόριντα, και από εκεί δυτικά σε όλη την ακτή του Κόλπου του Μεξικού, στην Καραϊβική, σε μέρος της βόρειας ακτής της Νότιας Αμερικής, και κατά μήκος της ακτής του Ειρηνικού Ωκεανού από το Μεξικό έως το νότιο Περού
Eudocimus ruber πορφυρή ίβιδα Ακτή του Ατλαντικού στη Νότια Αμερική, από τη νοτιοανατολική Βραζιλία έως την Κολομβία, και στα μεσόγεια στη λεκάνη του Ορινόκου, καθώς και στις νήσους των Ολλανδικών Αντιλλών, και στα Τρίνινταντ και Tομπάγκο

Τα δύο είδη υβριδίζονται, δηλαδή διασταυρώνονται μεταξύ τους.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Hancock, James· Kushlan, James A. (2010) [1992]. «American White Ibis». Storks, Ibises and Spoonbills of the World. Λονδίνο: A&C Black. ISBN 978-1-4081-3500-6. 
  2. 2,0 2,1 Olson, S.L. (1981). «The generic allocation of Ibis pagana Milne-Edwards, with a review of fossil ibises (Aves: Threskiornithidae)». Journal of Vertebrate Paleontology 1 (2): 165-170. doi:10.1080/02724634.1981.10011888. 
  3. Chesser, R.Terry; Yeung, Carol K.L.; Yao, Cheng-Te; Tians, Xiu-Hua; Li Shou-Hsien (2010). «Molecular phylogeny of the spoonbills (Aves: Threskiornithidae) based on mitochondrial DNA». Zootaxa 2603 (2603): 53-60. doi:10.11646/zootaxa.2603.1.2. ISSN 1175-5326. 
  4. Campbell, Kenneth E. (1979). The non-passerine Pleistocene avifauna of the Talara Tar Seeps, northwestern Peru. Toronto: Βασιλικό Μουσείο του Οντάριο. σελίδες 28–32, 154. ISBN 978-0-88854-230-4. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]