Μετάβαση στο περιεχόμενο

Χρήστης:Shiyankong/πρόχειρο/Σι Χέϊ Φα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Σι Χέϊ Φα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σεβάσμιος δάσκαλος Σι Χέϊ Φα [κιν.: Shì Hǎifǎ Făshī 释海法 法师, 1921-1997] ήταν ο Αρχιερέας [κιν.: fāng zhang 方丈] του Μοναστηριού των Λευκών Αλόγων [κιν.: báimǎsì 白马寺] της Λούο Γιανγκ. Γεννήθηκε την 8η μέρα του 12ου μήνα της χρονιάς της Μαϊμούς το 2464ΒΕ, δηλαδή στις 27 Ιανουαρίου του 1921, στην πόλη Σιν Γιανγκ [κιν.: Xìnyáng 信阳] στο χωριό Τσανγκ Γουάν [κιν.: chāngwān 昌湾] της επαρχίας Χονάν [κιν.: Hénán 河南]. Το όνομά του ήταν Τζου Λιν Χουνγκ [κιν.: zhū línhóng 朱林洪]. Ξεκίνησε Πολεμικές τέχνες στην ηλικία των 6 ετών με τον πατέρα του [κιν.: zhū lìmíng 朱利明, 1873 - 1935] και με τον μεγαλύτερο αδελφό του, τον Μεγάλο Δάσκαλο Τζου Τζανγκ Ντι [κιν.: zhū zhāngdí 朱璋迪, 1898 – 1982].

Ο Λιν Xουνγκ έζησε σε μια πολύ σκληρή περίοδο της κινεζικής ιστορίας, όπου δεν υπήρχε πραγματική κυβέρνηση και οι τοπικοί πολέμαρχοι είχαν δύναμη και εξουσία. Οι γονείς του ήταν Λαϊκοί Βουδιστές και έτσι η συμμετοχή του στη βουδιστική παράδοση ήταν κάτι το αναπόφευκτο. Στην ηλικία των 16 ετών, δύο χρόνια μετά το θάνατο του πατέρα του, ακολούθησε το κάλεσμα του Βούδα πηγαίνοντας σαν Δόκιμος στο Μοναστήρι “Διαλογισμός στη κορυφή του Μεγάλου Άσπρου Σύννεφου” [κιν.: tàibáidǐngyúntái chánsì 太白顶云台禅寺] στο βουνό Τονγκ Μπέϊ [κιν.: tóngbǎishān 桐柏山] της επαρχίας Χενάν, υπό τη καθοδήγηση του Μοναχού Γι Τσουάν Λιανγκ [κιν.: yīchuánliáng 依传梁]. Στο μοναστήρι αυτό έμεινε 10 χρόνια.

Από το τέλος του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου ο δάσκαλος Χέϊ Φα πήγε στη πόλη Γου Χαν [κιν.: Wǔhàn 武汉], της επαρχίας Χου Μπέϊ και έμεινε στο ναό της Γνήσιας Αγνότητας [ιν.: guīyuánsì 归元寺] φτιαγμένο το 1658 από τους Μοναχούς Μπάϊ Γκουάνγκ [κιν.: bǎiguāng 白光] και Τζου Φενγκ [κιν.: zhǔfēng 主峰]. Αργότερα απόκτησε το αξίωμα του ηγούμενου, αλλά την 1η Οκτώβρη του 1949 ο Μάο κατέλαβε την εξουσία στην Κίνα και τα περισσότερα μοναστήρια της χώρας παρέμεινα κλειστά και αφέθηκαν στη τύχη τους.

Μαθήτευσε σε αρκετά Μοναστήρια στο βουνό Τάϊ Μπάϊ [κιν.: tàibáishān 太白山] έμεινε στο Μοναστήρι του “Ουράνιου Δούλου” [κιν.: tiāntóngsì 天童寺], στο Nινγκ Μπο [κιν.: Níngbō 宁波] έμεινε στο Μοναστήρι “Της βασιλικής Διδασκαλίας” [κιν.: āyùwángsì 阿育王寺], στο Σου Τζου [κιν.: sūzhōu 苏州] έμεινε στο Μοναστήρι του Βουνού “Πνευματικός Κόσμος” [κιν.: língyánshānsì 灵岩山寺]. Επιστρέφοντας στο τόπο του με τα πόδια, δίδασκε το Βουδικό Δόγμα και μελετούσε, τις επαρχίες Σε Τσουάν [κιν.: sìchuān 四川] και Γιουν Ναν [κιν.: yúnnán 云南].

Κατά τη διάρκεια της περιόδου της πολιτισμικής επανάστασης [κιν.: Wénhuà Dàgémìng 文化大革命 - 1966-1976] οι κοκκινοφρουροί [κιν.: Hóngwèibīng 红卫兵] κατέστρεφαν ότι είχε απομείνει από τα Βουδικά Ιδεώδη. Βουδικά κειμήλια, Σούτρες, πίνακες και ότι άλλο θύμιζε αυτή τη κουλτούρα. Σύμφωνα με τη νέα ηθική της εποχής, δεν υπήρχε οποιαδήποτε θέση για τους "οκνηρούς" μοναχούς και όσοι παρέμεναν αμετακίνητοι στις πεποιθήσεις τους θεωρούνταν μεγάλοι γαιοκτήμονες [κιν.: dàdìzhǔ 大地主] κι έτσι σχεδόν κάθε ημέρα τους αναγκάζανε να υποστούν δημόσια κριτική και ταπείνωση [κιν.: pīdòu 批斗] για τα "εγκλήματα" τους, εναντίον του λαού.

Ο δάσκαλος Χέϊ Φα διώχτηκε από το Μοναστήρι κι επέστρεψε στο χωριό του όπου δίδασκε πολεμικές τέχνες και εργαζόταν ως αγρότης. Δεν σταμάτησε όμως ούτε λεπτό από το να διαδίδει το Βουδικό Δόγμα. Η χειροτονία των μοναχών ήταν πλέον παράνομη κάτι που διήρκησε μέχρι το 1993, όμως ο δάσκαλος Χέϊ Φα και άλλοι μοναχοί, παρέμειναν ενεργοί μέσω της βουδιστικής ένωσης της επαρχίας Χο Ναν της οποίας ο δάσκαλος Χέϊ Φα το έτος 1954 εκλέχτηκε αντιπρόεδρος.

Το 1956 ο σεβαστός δάσκαλος ίδρυσε την Κινεζική Ακαδημία Βουδικών Μελετών [κιν.: zhōngguófójiàoyánjiūxuéyuàn 中国佛教研究学院], η οποία μέσα σε 3 χρόνια αριθμούσε αρκετές δεκάδες χιλιάδες Μέλη. Έτσι το 1959 πείθει το κυβερνητικό συνέδριο πως το Μοναστήρι των Λευκών Αλόγων [κιν.: báimǎsì 白马寺] που είναι το 1ο Βουδιστικό Μοναστήρι της Κίνας και χτίστηκε το 69μ.Χ. προς τιμή των Μοναχών από το Γιουέ Σι [.: yuèshì 月氏] το σημερινό Αφγανιστάν, Κασυάπα Ματάνγκα [κιν.: yè móténg 葉摩騰] και Ντάρμα Ράκσα [κιν.: zhúfǎlán 竺法蘭] και ο ναός του Νεαρού Δάσους [κιν.: shǎolínsì 少林寺] με τη μεγάλη ιστορία και τις τέχνες, είναι μνημεία για την επαρχία μα και για ολόκληρο το Κινεζικό Έθνος με μεγάλη ιστορική και πολιτιστική αξία, πείθοντάς τους ότι η Κίνα θα είχε περισσότερο όφελος να τα συντηρεί παρά να τα κατεδαφίζει. Έτσι από το 1963 οι δύο αυτοί ναοί - όπως και άλλοι - ανακηρύχτηκαν από την κινεζική σύνοδο, ως επαρχιακά ιστορικά μνημεία και ξεκίνησε αργά η αποκατάστασή τους. Ο ναός των Λευκών Αλόγων άρχισε πάλι τις δραστηριότητές του ως Βουδιστικό Μοναστήρι όπως επίσης και ο ναός Σάο Λιν.

Το 1959 ο ακούραστος Δάσκαλος ανέλαβε το Μοναστήρι “Διπλά Πολύτιμο” [κιν.: zhòngzhísì 重值寺] επαναφέροντας όλες τις Βουδικές τελετές. Στο τέλος της ίδιας χρονιά ζήτησε να επιστρέψει στο Μοναστήρι της καρδιάς του στη Λούο Γιανγκ. Ο Σι Χέϊ Φα επιστρέφοντας στο μοναστήρι Μπάϊ Μα έμεινε ως απλός μοναχός γιατί δεν επιτρεπόταν να ασκήσει τα καθήκοντά του ως Ηγούμενος [κιν.: fǎshī 法师], διδάσκοντας τη Βουδική Διδασκαλία και τα ιερά τελετουργικά στα Μοναστήρια όλης της επαρχίας Χονάν και φροντίζοντας για την αναστήλωση και αποκατάσταση του μισοκατεστραμένου Μοναστηριού. Ο δάσκαλος ταξίδεψε πολύ για να βρει υποστηρικτές και να βοηθηθεί από άλλες χώρες προκειμένου να ανοικοδομηθεί η βουδιστική παράδοση στην Κίνα. Μετά από μακροχρόνιες προσπάθειες και με τη βοήθεια πολλών υποστηρικτών του από την Ταϊλάνδη, τη Μαλαισία, την Ινδία και την Ελλάδα το κατάφερε.

Το 1990 του ζητήθηκε να αναλάβει το αρχαίο Μοναστήρι “Βράχος του Πνευματικού Κόσμου” [κιν.: língyánsì 灵岩寺] που μετονομάστηκε σε Μοναστήρι “Της Άνθισης της Αρετής” [κιν.: xìngshànsì 兴善寺] και στις μέρες μας είναι γνωστό σαν ΣουάνΤζαν [κιν.: xuánzàngsì 玄奘寺] στη μνήμη του Σουάν Τζανγκ [κιν.: xuánzàng 玄奘 / 602 - 664 μ.Χ.], στο Γιαν Σι [κιν.: yǎnshī 偃师] στη πόλη Γκάου Σι [κιν.: gōushì 缑氏] στο χωριό Τσουάν Τσουν [κιν.: quáncūn 泉村], στη γενέτειρα του Μεγάλου Μοναχού.

Το 1992, σαν πρόεδρος πλέον της κινεζικής βουδιστικής ακαδημίας και διευθυντής της βουδιστικής ένωσης, ο Μοναχός Χέϊ Φα κατάφερε να του δοθεί η άδεια από την κυβέρνηση να εκπληρώσει τα καθήκοντά του ως ηγούμενος στο Αρχαίο Μοναστήρι των Λευκών Αλόγων.

Το όραμα του Μεγάλου Δάσκαλου, ήταν να δει το Βουδικό Φως να ανάβει και πάλι στη Κίνα και τα ιστορικά Μοναστήρια να ζωντανέψουν, κάτι που άρχισε να πραγματοποιείται πριν ο Χέϊ Φα πετύχει τη Νιρβάνα στις 16 Δεκεμβρίου του 1997 σε ηλικία 76 ετών.

Οι διάδοχοί του και οι μόνοι πραγματικά σπουδαστές του ήταν οι μοναχοί Σι Γιν Τσενγκ [κιν.: shìyìnzhèng 释印正] και Σι Γιν Τζουό [κιν.: shìyìnjué 释印觉] οι οποίοι θεωρούνται οι συνεχιστές της γνώσης και του οράματος του Αρχιερέα με τη Βουδική χάρη.