Χρήστης:Διαγωνισμός Η Θάλασσα στην Ποίηση/Τραβέρσο (ποιητική συλλογή)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Στὸν Φίλιππο Χατζόπουλο

  1. Μουσώνας
  2. Fresco
  3. Γυναίκα
  4. Yara Yara
  5. Οἱ 7 νάνοι στὸ s/s Cyrenia
  6. Κοσμᾶ τοῦ Ἰνδικοπλεύστη
  7. Guevara
  8. Θεσσαλονίκη ΙΙ
  9. Fata Morgana
  10. Ἀντινομία
  11. Cocos Islands
  12. Σπουδὴ θαλάσσης
  13. Πικρία

Τὰ παραμύθια τοῦ Φιλίππου

  1. Νανούρισμα
  2. Marco Polo
  3. Παιδεία

1η ἔκδοση: Κέδρος, 1975-1989

2η ἔκδοση: Ἄγρα, 1990

ISBN 960-325-039-2


ΤΡΑΒΕΡΣΟ (ΠΟΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ)

Το Τραβέρσο είναι μία από τις δημοφιλέστερες ποιητικές συλλογές του Νίκου

Καβαδία. Δημιουργήθηκε το 1975 από τον Νίκο Καβαδία. Προς τον Φίλιππο

Χατζόπουλο εκδόθηκαν πολλές συλλογές. Αυτές είναι Στὸν Φίλιππο Χατζόπουλο

Μουσώνας Fresco, Γυναίκα, Yara Yara, Οἱ 7 νάνοι στὸ s/s Cyrenia, Κοσμᾶ τοῦ

Ἰνδικοπλεύστη, Guevara, Θεσσαλονίκη ΙΙ, Fata Morgana, Ἀντινομία, Cocos

Islands, Σπουδὴ θαλάσσης και Πικρία Ακόμα, τὰ παραμύθια τοῦ Φιλίππου είναι

τρία. Το Νανούρισμα, Marco Polo, Παιδεία. Η πρώτη έκδοση ονομαζόταν Κέρδος

και εκδόθηκε το 1975 εως το 1989. Η δέυτερη έκδοση πήρε το όνομα Ἄγρα και

βγήκε σε κυκλοφορία το 1990


ΜΟΥΣΩΝΑΣ

Τρελὸς μουσώνας ράγισε μεσονυχτὶς τὰ ρέλια.

Στὸ χέρι σου χλωρὸ κλαρί, χαρτὶ κι ἕνα φτερό.

Τέσσεροι κάμανε καιροὶ τὰ ροῦχα σου κουρέλια.

Νὰ σὲ σκεπάσω θέλησα, γλιστρᾶς καὶ δὲ μπορῶ.

Κοράλλι ὁ κατραμόκωλος βαστάει νὰ σὲ φιλέψει.

Γιατί μπήγεις τὰ νύχια σου στὴ σάπια κουπαστή;

Εἶν᾿ ἕνα φάδι ἀθώρητο καὶ μοῦ μποδάει τὴ βλέψη.

Γαλάζιο βλέπω μοναχά, γαλάζιο καὶ σταχτί.

Παρακαλῶ σε κάθησε νὰ ξημερώσει κάπως.

Χρῶμα νὰ βρῶ, τὸ πράσινο καὶ τίντες μυστικές.

Κι ἀπέ, τὸ θρύλο νὰ σοῦ πῶ ποὺ μοῦ ῾πε μαῦρος κάπος

τὴ νύχτα ποὺ μᾶς ἔγλειφε φωτιὰ στὸ Μαρακές.

Ἀκόμα ξέρω τὸν ἀρχαῖο σκοπὸ τοῦ Μινικάπε,

τὴ φοινικιὰ ποὺ ζωντανὴ θρηνεῖ στὸ Παραμέ.

Μὰ ἕνα πουλὶ μοῦ μήνυσε πὼς κάποιος ἄλλος στά ῾πὲ

κάποιος, ποὺ ξέρει νὰ ἱστορᾶ καλύτερα ἀπὸ μέ.

Κάματος εἶναι ποὺ μιλᾶ στενόχωρα καὶ κάψα.

Πεισματική, καὶ πέταξες χαρτί, φτερό, κλαδί,

ὅμως δὲν εἴμαστε παιδιὰ νὰ πιάσουμε τὴν κλάψα.

Τί θά ῾δινα - «Πάψε, Σεβάχ» - γιὰ νά ῾μουνα παιδί!

Αὐγή, ποιὸς δαίμονας Ἰνδὸς σοῦ μόλεψε τὸ χρῶμα;

Γυρίζει ὁ ναύτης τὸν τροχὸ κι ὁ γύφτος τὴ φωτιά.

Καὶ μεῖς, ποὺ κάμαμε πετσὶ τὴν καραβίσια βρόμα,

στὸ πόρτο θὰ κερδίσουμε καὶ πάλι στὰ χαρτιά.

Ἰνδικὸς Ὠκεανὸς 1951