Χανκ Σέρμαν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χανκ Σέρμαν
Ο Χανκ Σέρμαν το 2012
Πληροφορίες
Όνομα γέννησηςΡενέ Κρόλμαρκ (René Krolmark)
Γέννηση11  Ιουλίου 1959 ή 11  Ιουλίου 1958
Δανία
ΚαταγωγήΔανία
EίδοςHeavy Metal, Thrash Metal, black metal
ΙδιότητεςΜουσικός, Συνθέτης, Παραγωγός
Μουσικά όργαναΚιθάρα, Μπάσο
Παρουσία1977 - σήμερα
ΣυμμετοχέςMercyful Fate, Denner / Shermann, Brats, Force of Evil, Zoser Mez, Gutrix, Locomotive Breath, Black Succubi, Wolf, Demonica, Witchery, Deadlands, Volbeat, Crucifyre, Critical Solution, Artillery
Ιστότοπος
hankshermann.com

Ο Χανκ Σέρμαν (πραγ. όνομα "René Krolmark", 11 Ιουλίου 1958) είναι Δανός κιθαρίστας της heavy metal μουσικής, γνωστός ως ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος Mercyful Fate.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σέρμαν ξεκίνησε να παίζει κιθάρα τον Μάρτιο του 1977, όταν αγόρασε μία μαύρη Gibson Les Paul έναντι του ποσού των 100 δολαρίων. Πρώτο του συγκρότημα ήταν οι Brats, ένα πανκ σχήμα από την Κοπενχάγη, με τους οποίους κυκλοφόρησε το άλμπουμ "1980" στις 28 Απριλίου του 1980.[1]

Ο Σέρμαν το 1985

Σύντομα, άλλαξε ύφος επηρεαζόμενος από συγκροτήματα όπως οι Black Sabbath, UFO και Judas Priest, σχηματίζοντας τους Mercyful Fate μαζί με τους King Diamond, Κάρστεν Βαν Ντερ Βόλσινγκ και Γιαν Λίντμπλαντ. Το νέο συγκρότημα παρουσίασε ένα μείγμα του κλασικού heavy metal με αποκρυφιστικούς στίχους και τα ιδιαίτερα φωνητικά του King Diamond, το οποίο αποτέλεσε μεγάλη επιρροή για την μετέπειτα εικόνα των συγκροτημάτων του black metal.[2][3]

Μετά το ομώνυμο ΕΡ, το συγκρότημα κυκλοφόρησε δύο μνημειώδη άλμπουμ, τα "Melissa" (1983) και "Don't Break the Oath" (1984).[4] Παρ' όλα αυτά, το 1985 διαλύθηκαν, με τον Σέρμαν να συμμετέχει σε σχήματα όπως οι Fate, Lavina και Zoser Mez, με τους τελευταίους να κυκλοφορούν το άλμπουμ "Vizier of Wasteland".[5]

Το 1993, οι Mercyful Fate επανενώθηκαν, κυκλοφορώντας τον δίσκο "In the Shadows", με τον κιθαρίστα να αναλαμβάνει και χρέη παραγωγού.[6] Στον ίδιο ρόλο τον βρήκαν το άλμπουμ "Time" και το ΕΡ "The Bell Witch" την επόμενη χρονιά.[7][8] Μέχρι το 1999, ακολούθησαν τρεις ακόμη δίσκοι, πριν το συγκρότημα περάσει στον πάγο.

Το 2002, ο Σέρμαν σχημάτισε τους Force of Evil, με τους οποίους κυκλοφόρησε δύο δίσκους, ενώ το 2008 δημιούργησε τους Demonica, κυκλοφορώντας το "Demonstrous" δύο χρόνια αργότερα.[9] Έχει συνεργαστεί με ονόματα όπως οι Witchery, Volbeat, Artillery, Critical Solution, Deadlands, Black Succubi, κ.α..

Το 2015, κυκλοφόρησε το ΕΡ "Satan's Tomb" με τον Μίκαελ Ντένερ, πρώην κιθαρίστα των Mercyful Fate, υπό την ονομασία Denner / Shermann.[10] Ακολούθησε ο δίσκος "Masters of Evil" τον Ιούνιο του 2016 μέσω της Metal Blade Records.[11]

Δισκογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

με τους Mercyful Fate[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

με τους Denner / Shermann[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Satan's Tomb (EP, 2015)
  • Masters of Evil (2016)

με τους Brats[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • 1980 (1980)

με τους Force of Evil[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Force of Evil (2003)
  • Black Empire (2005)

Άλλες συμμετοχές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Zoser Mez - Vizier of Wasteland (1991)
  • Gutrix - Mushroom Songs (1997)
  • Witchery - Symphony for the Devil (2001)
  • Locomotive Breath - Change of Track (2005)
  • Witchery - Don't Fear the Reaper (2006)
  • Black Succubi - Black Succubi (2008)
  • Wolf - Ravenous (2009)
  • Demonica - Demonstrous (2010)
  • Witchery - Witchkrieg (2010)
  • Deadlands - Evilution (2012)
  • Volbeat - Outlaw Gentlemen & Shady Ladies (2013)
  • Crucifyre - Black Magic Fire (2014)
  • Critical Solution - Sleepwalker (2015)
  • Artillery - Penalty by Perception (2016)

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]