Φραντσίσεκ και Μαγκνταλένα Μπανασιέβιτς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φραντσίσεκ και Μαγκνταλένα Μπανασιέβιτς
Πληροφορίες ασχολίας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΔίκαιοι των Εθνών (17  Ιουλίου 1991)[1]

Η οικογένεια των Φραντσίσεκ και Μαγκνταλένα Μπανασιέβιτς (πολωνικά: Franciszek i Magdalena Banasiewicz) και των παιδιών τους, Γέζι (Jerzy), Ταντέους (Tadeusz), Αντόνι (Antoni) και Μάρια (Maria), ζούσαν σε ένα αγρόκτημα στο Οζεχόφτσε, κοντά στο Πσέμισλ, κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής της Πολωνίας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τον Ιούλιο του 1991 τους απονεμήθηκε ο τίτλος των Δίκαιων των Εθνών από το Γιαντ Βασσέμ, για τη διάσωση 15 Εβραίων που δραπέτευσαν από το Ολοκαύτωμα από το Γκέτο του Πσέμισλ.[2][3]

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φραντσίσεκ Μπανασιέβιτς (2 Απριλίου 1884 – 5 Φεβρουαρίου 1954) ήταν διακοσμητικός ζωγράφος πριν τον πόλεμο. Η σύζυγός του, Μαγκνταλένα, το γένος Λέναρ (Lenar) (7 Ιουλίου 1884 – 28 Σεπτεμβρίου 1957) ήταν νοικοκυρά. Δύο από τους γιους τους, ο Αντόνι και ο Ταντέους, στάλθηκαν από τους Γερμανούς Ναζί σε καταναγκαστική εργασία στο Τρίτο Ράιχ όταν ξέσπασε ο πόλεμος. Ο Ταντέους δραπέτευσε και αφού επέστρεψε στο σπίτι κρύφτηκε σε αχυρώνες και στα χωράφια. Ο πατέρας του, Φραντσίσεκ, οργάνωσε πολλές ηρωικές αποστολές διάσωσης με τη βοήθειά του.[2]

Αρχικά, ο Φραντσίσεκ Μπανασιέβιτς προσεγγίστηκε από τον Σαλόμον Έρενφροϊντ, ο οποίος γλίτωσε από τη σφαγή του γκέτο το Ιούνιο του 1942, έχοντας δει το θάνατο της γυναίκας και των παιδιών του. Λίγο νωρίτερα κρυβόταν στο σπίτι του Γιαν Κόστσιακ. Ο Ταντέους, που κρυβόταν, πήρε πρωτοβουλία να κρυφτεί μαζί με τον Σαλόμον γύρω από το αγρόκτημα. Εν τω μεταξύ, ο Φραντσίσεκ άρχισε να δέχεται και άλλους Εβραίους, συμπεριλαμβανομένου του αδελφού του Σαλόμον, Ίζαακ, τον οποίο βοηθούσαν και άλλοι Πολωνοί, ο ξάδερφός του, Γιάκουμπ Νάσαν (Jakub Nassan) και οι φίλοι τους, Μάρστελ Τάιχ (Marcel Teich) και Γιούνελ Φρένκιελ (Junek Frenkiel). Βοηθούμενος από τον δικό του γιο, ο Φραντσίσεκ έφερε από το γκέτο τη γυναίκα του Νάσαν, Εουγκένια και τη φίλη της, Φέιγκα Βάιντενμπαουμ. Μια εβδομάδα αργότερα έσωσε τον Έντμουντ Όρνερ.[4][5]

Το καταφύγιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η οικογένεια Μπανασιέβιτς και οι φυγάδες άρχισαν να κατασκευάζουν ένα καταφύγιο κάτω από το σπίτι το φθινόπωρο του 1943, ώστε να είναι προετοιμασμένοι για τον κρύο πολωνικό χειμώνα. Η νέα κρυψώνα έδωσε τη δυνατότητα στους Μπανασιέβιτς να διασώσουν περισσότερους ανθρώπους. Τον Οκτώβριο του 1943, κατόπιν αιτήματος του Σαλόμον Έρενφροϊντ, ο Ταντέους έβγαλε λαθραία την Μπούνια Στάμχοφερ (Bunia Stamhofer) και τη Φέλα Σάτνερ (Fela Szattner) από το γκέτο. Τον Ιανουάριο του 1944, έσωσε τον Σάμουελ Ράινχαρς (Samuel Reinharz) με τον αδελφό του, Μπένιαμιν (Beniamin) και τη μητέρα τους, Μπέρτα (Bertha). Προσπάθησε να σώσει τον Γιόζεφ Βάιντλινγκ (Jozef Weindling), ωστόσο, ο αδελφός του Γιόζεφ, ένας αστυνομικός του γκέτο, συνέλαβε τον Ταντέους εκείνη τη στιγμή και τον παρέδωσε στους Ναζί. Ο Γερμανός διοικητής τον απελευθέρωσε ωστόσο, δωροδοκούμενος από τον Σάμουελ Ράινχαρς, ο οποίος στη συνέχεια δραπέτευσε μαζί με τον Ταντέους και τον Γιόζεφ πίσω στο αγρόκτημα όπου κρύβονταν και οι δεκαπέντε Εβραίοι.

Δημόσια εκτέλεση του Μίχαου Κρουκ στο Πσέμισλ.

Η Μάρια Μπανασιέβιτς θυμάται πόσο σοκαρισμένοι αν και απτόητοι ήταν όταν έμαθαν ότι στο κοντινό χωριό Ταρνάφτσε, ανακαλύφθηκε τον Μάιο του 1944 ο αγρότης Κούρπιελ που έκρυβε 27 Εβραίους σε ένα καταφύγιο παρόμοιο με το δικό τους.[4][6] Όλοι οι φυγάδες δολοφονήθηκαν. Ο Κούρπιελ με τη σύζυγό του και την οικογένειά του εκτελέστηκε στη Λιποβίτσα. Αρκετούς μήνες νωρίτερα, μια παρόμοια μοίρα συνάντησε τον σύνδεσμο του Μπανασιέβιτς με το γκέτο, τον Μίχαου Κρουκ (Michał Kruk).[6] Εκτελέστηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1943, κατά τη διάρκεια της πρώτης δημόσιας εκτέλεσης στο Πσέμισλ, μαζί με αρκετούς άλλους ανθρώπους που τιμωρήθηκαν με θάνατο για τη βοήθεια που είχαν προσφέρει στους Εβραίους.

Στο Πσέμισλ, 15.210 Εβραίοι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, συμπεριλαμβανομένων 568 μη Εβραίων Πολωνών που σκοτώθηκαν επειδή προσπαθούσαν να τους σώσουν. Μόνο 675 Εβραίοι παρέμειναν, ανάμεσά τους 415 Εβραίοι που σώθηκαν απευθείας στην πόλη, συμπεριλαμβανομένων 60 παιδιών. — Λέσεκ Μ. Βουόντεκ[7]

Τον Μάιο του 1944, Γερμανοί χωροφύλακες ήρθαν για να ξαναπιάσουν έναν από τους γιους του Μπανασιέβιτς. Περικύκλωσαν το σπίτι, αλλά δεν τα κατάφεραν. Ούτε το καταφύγιο ανακαλύφθηκε.[5] Ο Κόκκινος Στρατός ανέκτησε την πόλη από τις γερμανικές δυνάμεις στις 27 Ιουλίου 1944. Όλα τα μέλη της οικογένειας και οι Εβραίοι φυγάδες επέζησαν. Το 1988 (ή στις 17 Ιουλίου 1991, οι πηγές ποικίλλουν) η οικογένεια Μπανασιέβιτς, συμπεριλαμβανομένων των Φραντσίσεκ, Μαγκνταλένα, Μάρια, Ταντέους και Γέζι, έλαβαν τους τίτλους του Δικαίου των Εθνών για την ηρωική τους στάση ενάντια στο Ναζιστικό Ολοκαύτωμα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «The Righteous Among the Nations Database» (Αγγλικά)
  2. 2,0 2,1 The Banasiewicz Family. Μουσείο Ιστορίας των Πολωνοεβραίων. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2011.
  3. «Banasiewicz Franciszek & Magdalena; Son: Tadeusz; Daughter: Jurek Maria (Banasiewicz)». The Righteous Among The Nations. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2021. 
  4. 4,0 4,1 Władysław Bartoszewski, The Blood Shed Unites Us: Pages from the History of Help to the Jews Page 213 — 1970 — 243 σελίδες
  5. 5,0 5,1 Władysław Bartoszewski, Zofia Lewin, The Samaritans: Heroes of the Holocaust Published by Twayne Publishers, 1970, 442 σελίδες
  6. 6,0 6,1 Lukasz Biedka, Chris Webb, Przemysl Holocaust Education & Archive Research Team 2007
  7. Leszek M. Włodek, historian (2002). «Zagłada Żydów przemyskich (The destruction of Przemyśl Jews)» (PDF). Bulletin No 28 – January 2002 (στα Πολωνικά). Πσέμισλ: Katolickie Stowarzyszenie „Civitas Christiana”. σελ. 2. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF 4,096 bytes) στις 5 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2012. Życie utraciło 15,210 Żydów i 7,123 Polaków w tym 568 za ukrywanie Żydów [...] pozostało 675 osób: 415 spośród nich, w tym 60 dzieci, ukrywało się na terenie miasta i najbliższej okolicy.