Φράνσις Λέγκατ Τσάντρυ
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Φράνσις Λέγκατ Τσάντρυ | |
---|---|
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Francis Leggatt Chantrey (Αγγλικά) |
Γέννηση | 7 Απριλίου 1781[1][2][3] Σέφιλντ |
Θάνατος | 25 Νοεμβρίου 1841[1][3][4] Λονδίνο |
Τόπος ταφής | Κοιμητήριο Χάιγκεϊτ |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας |
Ιδιότητα | ζωγράφος και γλύπτης |
Σύζυγος | Mary Ann Wale (από 1809) |
Γονείς | Sarah Chantrey (née Leggatt) |
Είδος τέχνης | προσωπογραφία[5] |
Σημαντικά έργα | equestrian statue of George IV, The Sleeping Children και Γεώργιος Κάνινγκ |
Βραβεύσεις | Εταίρος της Βασιλικής Εταιρίας και Knight Bachelor |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Σερ Φράνσις Λέγκατ Τσάντρυ (Sir Francis Legatt Chantrey, Νόρτον, κοντά στο Σέφιλντ, 7 Απριλίου 1781 – Λονδίνο, 25 Νοεμβρίου 1841) ήταν Άγγλος γλύπτης, ο μεγαλύτερος, μαζί με τον Τζων Φάξμαν, νεοκλασικός καλλιτέχνης στην Αγγλία. Ήταν βασικά αυτοδίδακτος στη γλυπτική και για λίγο διάστημα παρακολούθησε μαθήματα στις Σχολές της Βασιλικής Ακαδημίας (1807). Ταξίδεψε στη Γαλλία και την Ιταλία, προκειμένου να βελτιώσει τη γλυπτική αισθητική του.
Το 1809, ο Τσάντρυ εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Λονδίνο, όπου παντρεύτηκε μια πλούσια σύζυγο. Η πρώτη μεγάλη επιτυχία του ήταν η νατουραλιστικού ύφους προτομή του Χορν Τουκ (Horne Tooke, Μουσείο Φιτζγουίλιαμ, Καίμπριτζ), που εκτέθηκε στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου το 1811. Χρίστηκε ιππότης (Sir) από τον βασιλιά Γουλιέλμο Δ΄ το 1835.
Ο Τσάντρυ φιλοτέχνησε στο εργαστήριο στο Πίμλικο (Pimlico) του Λονδίνου εντυπωσιακά έργα, από τα πιο έξοχα δείγματα της αγγλικής γλυπτικής στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Το ποικίλο έργο του περιλαμβάνει έφιππους ανδριάντες (Ουέλινγκτον, Γεώργιος Δ΄ στην Πλατεία Τράφαλγκαρ του Λονδίνου), αγάλματα (Γεώργιος Δ΄, Γεώργιος Ουάσινγκτον, Ουίλιαμ Πιτ), προτομές από μάρμαρο του ζωγράφου και χαράκτη Τζων Ράφαελ Σμιθ (1825), του Ουίλιαμ Στιούαρτ, Αρχιεπισκόπου του Άρμαγκ (Armagh), του Σκώτου συγγραφέα Σερ Ουίλιαμ Σκοτ, καθώς και επιτύμβια μνημεία (1ου δούκα του Σάδερλαντ κ. ά.).
Ο Τσάντρυ φιλοτέχνησε το 1834, κατά παραγγελία του δούκα του Σάδερλαντ, τον μαρμάρινο ανδριάντα (ύψους 2,30 μ.) του Άγγλου πολιτικού και ένθερμου φιλέλληνα Τζωρτζ Κάνινγκ (George Canning, 1770 – 1827), που έχει τοποθετηθεί στην Πλατεία Κάνιγγος στην Αθήνα. Τα αποκαλυπτήρια, όπως αναφέρει η Ζέττα Αντωνακοπούλου, «τελέστηκαν με λαμπρότητα στις 6 Απριλίου 1931, στα πλαίσια του εορτασμού της εκατονταετηρίδας του ελληνικού κράτους. Την αποκάλυψη έκανε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ενώ λόγους εκφώνησαν ο Σπ. Μερκούρης, Δήμαρχος Αθηναίων, ο Ελ. Βενιζέλος και ο πρεσβευτής της Αγγλίας Σερ Πάτρικ Ράμσεϋ». Αντίγραφο του ανδριάντα του Κάνινγκ, φιλοτεχνημένο κι αυτό από τον Τσάντρυ, βρίσκεται και στο Αβαείο του Ουέστμινστερ στο Λονδίνο.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 119193612. Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2015.
- ↑ «Francis Legatt Chantrey» (Ολλανδικά) 16341.
- ↑ 3,0 3,1 «Francis Legatt Chantrey» (Αγγλικά) Oxford University Press. 2006. B00035511. ISBN-13 978-0-19-977378-7.
- ↑ (Αγγλικά) SNAC. w6wq0pmg. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ www
.npg .org .uk /collections /search /person /mp00834 /sir-francis-leggatt-chantrey?role=art. Ανακτήθηκε στις 6 Μαΐου 2021.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Margaret Whinney: “English Sculpture 1720 – 1830”, pp. 147 – 153, Victoria and Albert Museum, Her Majesty’ s Stationery Office, London, 1971.
- Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα, λήμμα «Τσάντρυ, Σερ Φράνσις Λέγκατ», τόμος 58, σελ. 183, Εκδόσεις Πάπυρος, 1996.
- Ζέττα Αντωνοπούλου: «Τα γλυπτά της Αθήνας: Υπαίθρια γλυπτική 1834 – 2004», σελ. 74, α΄ έκδοση, Εκδόσεις «Ποταμός», Αθήνα, 2003.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Francis Chantrey στο Wikimedia Commons