Υποκοριστικό

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το υποκοριστικό είναι μια λέξη που είναι μια τροποποιημένη μορφή της αρχικής λέξης με στόχο να μικρύνει το βαθμό της σημασίας της λέξης, για να μεταφέρει τη μικρότητα του αντικειμένου ή της ποιότητας που ονομάζεται, ή για να μετφέρει μια αίσθηση οικειότητας ή αγάπης.[1][2] Σε πολλές γλώσσες, τέτοιες μορφές μπορούν να σχηματιστούν και περιφραστικά με την προσθήκη του επιθέτου μικρός. Τα υποκοριστικά χρησιμοποιούνται συχνά ως ψευδώνυμα και ονόματα ανθρώπων, κατοικίδιων ζώων, όταν απευθύνεται ο λόγος σε μικρά παιδιά και όταν κάποιος εκφράζει εξαιρετική τρυφερότητα και οικειότητα σε έναν ενήλικα. Το αντίθετο του υποκοριστικού είναι το επαυξητικό ουσιαστικό.

Σε πολλές γλώσσες, ο σχηματισμός των υποκοριστικών με την προσθήκη επιθήματος είναι τμήμα της παραγωγικής διαδικασίας της γλώσσας.[1]. Για παράδειγμα, στα ισπανικά η λέξη gordo μπορεί να είναι ένα ψευδώνυμο για κάποιον που είναι υπέρβαρος, ενώ με την προσθήκη του επιθήματος -ito, η λέξη gordito που προκύπτει έχει ένα πιο στοργικό τόνο. Το διπλό υποκοριστικό (παράδειγμα στα Πολωνικά: dzwondzwonekdzwoneczek; παράδειγμα στα Ιταλικά: casacasettacasettina) είναι μια υποκοριστική μορφή με δύο υποκοριστικά επιθήματα και όχι ένα. Ενώ πολλές γλώσσες εφαρμόζουν ένα γραμματικό υποκοριστικό στα ουσιαστικά, ορισμένες γλώσσες (σλοβακικά, ολλανδικά, ισπανικά, λατινικά, πολωνικά, βουλγαρικά, τσέχικα, ρωσικά, εσθονικά και άλλες) το εφαρμόζουν και στα επίθετα (στα Πολωνικά: słodkisłodziutkisłodziuteńki) αλλά ακόμη και σε άλλα μέρη του λόγου (π.χ. στα ουκρανικά спатиспаткиспатоньки - κοιμάμαι, π.χ. στα σλοβακικά spaťspinkať — κοιμάμαι, bežaťbežkať — τρέχω).

Σε απομονωτικές γλώσσες τα υποκοριστικά μπορεί να σχηματίζονται με άλλο τρόπο. Για παράδειγμα, στα μανδαρινικά κινέζικα, εκτός από το ονομαστικό πρόθεμα 小 xiǎo και τις ονομαστικές καταλήξεις 儿 / 兒 - ερ και 子 - τσι, ο επαναδιπλασιασμός είναι μια παραγωγική στρατηγική, π. χ., 舅舅 και 看看.[3] Στην επίσημη Κινεζική γλώσσα, η χρήση υποκοριστικών είναι σχετικά σπάνια, καθώς αυτό είναι περισσότερο μια ιδιομορφία της καθημερινής και καθομιλουμένης γλώσσας παρά της επίσημης. Μερικές διάλεκτοι των Κινεζικών Γου χρησιμοποιούν ένα τονικό επίθεμα για τα υποκοριστικά που σχηματίζονται σε αυτή τη γλώσσα. Δηλαδή για να σχηματιστούν τα υποκοριστικά της λέξης αλλάζει ο τόνος.

Σε ορισμένα πλαίσια, τα υποκοριστικά χρησιμοποιούνται επίσης για μειωτικούς σκοπούς, ώστε να υποδηλώσει ότι κάποιος ή κάτι είναι αδύναμος/η ή παιδαριώδης/η. Για παράδειγμα, ο τελευταίος αυτοκράτορας της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ήταν ο Ρωμύλος Αύγουστος, αλλά έγινε περισσότερο γνωστός με την υποκοριστική μορφή του ονόματος του, Ρωμύλος Αυγουστύλος, υποδηλώνοντας την ανικανότητά του να κυβερνήσει.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «Glossary - D to F». The Standards Site. Department for Children, Schools and Families, The Crown. 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Δεκεμβρίου 2008. 
  2. Shorter Oxford English Dictionary, 6th edition
  3. «Diminutives and reduplicatives in Chinese». Language Log. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2018.