Μετάβαση στο περιεχόμενο

Υποκατάστατα νικοτίνης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Κυκλοφορούν διάφοροι τύποι υποκατάστατων νικοτίνης.

Διαδερμικό αυτοκόλλητο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Διαδερμικό αυτοκόλλητο

Το διαδερμικό αυτοκόλλητο είναι η απλούστερη μοφρή προϊόντος υποκατατάστασης νικοτίνης. Παρέχει συνεχή δοσολογία νικοτίνης αλλά δεν δίνει τη δυνατότητα τροποποίησης της νικοτίνης ανάλογα με τις στιγμιαίες ανάγκες και τα συμπτώματα του καπνιστή. Ξεκινώντας τη μέρα διακοπής του καπνίσματος, οι ασθενείς που καπνίζουν >10 τσιγάρα ημερησίως (μισό πακέτο) προτείνεται να χρησιμοποιήσουν την υψηλότερη δόση αυτοκόλλητου (21 mg/ημέρα) για 6 εβδομάδες, ακολούθως 14 mg/ημέρα για 2 εβδομάδες και τελικά 7 mg/day για τις τελευταίες 2 εβδομάδες (σύνολο δηλαδή 10 εβδομάδες). Οι καπνιστές που ζυγίζουν λιγότερο από 45 kg ή καπνίζουν ≤10 τσιγάρα ημερησίως, προτείνεται όπως λάβουν το αυτοκόλλητο των 14-mg/ ημέρα για 6 εβδομάδες, και μετά αυτό των 7 mg/ημέρα για ακόμα 2 εβδομάδες (σύνολο 8 εβδομάδες).

Η χρήση του αυτοκόλλητου είναι πολύ απλή. Ο καπνιστής κολλάει το αυτοκόλλητο σε μία άτριχη περιοχή του σώματός του κάθε πρωί. Αφαιρείται κι αντικαθίσταται από καινούριο αυτοκόλλητο το επόμενο πρωινό. Το σημείο επικόλλησης στο δέρμα πρέπει να αλλάζει καθημερινά για να μη δημιουργείται ερεθισμός της περιοχής τοπικά, που είναι εξάλλου και η συχνότερη επιπλοκή. Αϋπνία και έντονα όνειρα περιγράφονται επίσης σαν παρενέργειες, οι οποίες υποχωρούν με την αφαίρεση του αυτοκόλλητου προ του ύπνου.

Τσίχλες νικοτίνης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι τσίχλες νικοτίνης περιέχουν νικοτίνη που είναι ενωμένη σε μία ρητίνη και έναν ρυθμιστικό παράγοντα. Τα συμπτώματα στέρησης του τσιγάρου γενικώς δεν προλαμβάνονται με τη χρήση της τσίχλας, αλλά αυτά μπορεί να έχουν μειωμένη ένταση. Επιπλέον, καθώς τα επίπεδα νικοτίνης στο αίμα είναι χαμηλότερα συγκριτικά με τα αντίστοιχα που επικρατούν κατά το κάπνισμα, τόσο το αίσθημα ευφορίας όσο και το αίσθημα εξάρτησης στη νικοτίνη είναι μικρότερα σε σχέση με τα αντίστοιχα του καπνίσματος τσιγάρων.

Η τσίχλα των 4 mg προτείνεται για τους καπνιστές που καπνίζουν 25 ή και περισσότερα τσιγάρα ημερησίως. Η τσίχλα των 2 mg προτείνεται για χρήση από τους ελαφρύτερους καπνιστές. Ο καπνιστής προτείνεται όπως μασάει την τσίχλα όποτε έχει το αίσθημα ότι θέλει να καπνίσει. Μασώντας τη τσίχλα, απελευθερώνεται νικοτίνη που απορροφάται από τον στοματικό βλεννογόνο και η μέγιστη συγκέντρωση της νικοτίνης στο αίμα επιτυγχάνεται 20 λεπτά μετά το αρχικό μάσημα. Μπορεί ένας καπνιστής να μασάει μία τσίχλα ανά 1 με 2 ώρες για χρονικό διάστημα 6 εβδομάδων και ακολούθως να ελαττώσει σταδιακά τη δόση για άλλες 6 εβδομάδες (σύνολο 12 εβδομάδες θεραπείας).

Η σωστή τεχνική μασήματος της τσίχλας είναι σημαντική για να υπάρξουν θετικά αποτελέσματα. Εάν κάποιος τη μασάει γρήγορα, η νικοτίνη απελευθερώνεται πολύ ταχύτερα από ό,τι μπορεί να απορροφηθεί από τον βλεννογόνο του στόματος κι έτσι τελικά καταπίνεται αντί να απορροφάται. Σε αυτή την περίπτωση, η νικοτίνη μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό του οισοφάγου και του στομαχιού. Επιπλέον, η νικοτίνη που τελικά απορροφάται από το γαστρεντερικό σύστημα μεταβολίζεται από το συκώτι και τελικά αδρανοποιείται. Η σωστή τεχνική μασήματος έχει ως εξής: Η τσίχλα μασάται μέχρι να αισθανθεί το άτομο τη γεύση της νικοτίνης και ακολούθως την εναποθέτει στο εσωτερικό του στόματος πίσω από τα μάγουλα μέχρι να εξαφανιστεί η γεύση της νικοτίνης. Μόλις γίνει αυτό, το άτομο ξαναμασάει τη τσίχλα κ.ο.κ. Ο κύκλος αυτός επαναλαμβάνεται για περίπου 30 λεπτά διότι πέραν των 30 λεπτών όλη η νικοτίνη θα έχει ήδη απελευθερωθεί. Έτσι μετά τη μισή ώρα η τσίχλα αφαιρείται από το στόμα.

Οι παρενέργειες είναι κυρίως αποτέλεσμα της περίσσειας νικοτίνης που ελευθερώνεται μετά από έντονο μάσημα και συνήθως περιλαμβάνουν ναυτία, εμετό, πόνο στην κοιλιά και δυσκοιλιότητα, λόξυγκα, πονοκέφαλο, σιελόρροια, πόνο στη σιαγόνα και ερεθισμό του στόματος με παρουσία ελκών στον βλεννογόνο του. Τα άτομα με νόσο της κροταφογναθικής άρθρωσης, με κακή υγιεινή των δοντιών και του στόματος και τεχνητές οδοντοστοιχίες πρέπει να αποφεύγουν τη χρήση της τσίχλας νικοτίνης.

Παστίλιες νικοτίνης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η δράση της μοιάζει με αυτή της τσίχλας. Σε αντίθεση, όμως, δεν απαιτείται το μάσημα, έτσι είναι ευκολότερη η χρήση της. Επιπλέον στις ομάδες που αναφέρονται παραπάνω ότι αντενδείκνυται η χρήση της τσίχλας (π.χ. με κακή στοματική υγιεινή, τεχνητές οδοντοστοιχίες κλπ) μπορεί να χρησιμοποιηθούν οι παστίλιες. Η παστίλια τοποθετείται στο στόμα και αφήνεται να διαλυθεί για 30 λεπτά. Υπάρχει στις μορφές των 2 και 4 mg. Η παστίλια των 4 mg προτείνεται για τους καπνιστές που ανάβουν το πρώτο τσιγάρο της μέρας εντός των πρώτων 30 λεπτών από την ώρα που θα ξυπνήσουν (δείκτης υψηλής εξάρτησης στη νικοτίνη). Η παστίλια των 2 mg προτείνεται για τους υπόλοιπους καπνιστές. Το πλάνο μοιάζει με το αντίστοιχο της τσίχλας, δηλαδή μία παστίλια ανά 1 – 2 ώρες για 6 εβδομάδες, και μείωση της δόσης για τις επόμενες 6 εβδομάδες. Η μέγιστη δόση είναι 5 παστίλιες το 6ωρο ή 20 παστίλιες το 24ωρο. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες της παστίλιας νικοτίνης περιλαμβάνουν ερεθισμό και έλκη στο στόμα, πόνο στην κοιλιά, ναυτία και έμετο, διάρροια, πονοκέφαλο και αίσθημα παλμών.

Ρινικό σπρέι νικοτίνης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρέχει τη νικοτίνη σε υδατικό διάλυμα για απορρόφηση από τον βλεννογόνο της μύτης. Τα επίπεδα νικοτίνης στο αίμα αυξάνονται γρηγορότερα σε σχέση με την τσίχλα, παστίλια και εισπνεόμενης μορφής, και φτάνουν στο μέγιστο σε 10 λέπτα από το ψεκασμό. Η προτεινόμενη δοσολογία είναι μία ή δύο ψεκάσματα την ώρα, και για χρονική διάρκεια περίπου 3 μηνών. Η μέγιστη δόση είναι 10 ψεκάσματα την ώρα ή 80 ψεκάσματα το 24ωρο. Τυπικά η χρήση του περιορίζεται από τον ερεθισμό της μύτης και του λαιμού, από τη ρινίτιδα, το φτάρνισμα και τα δάκρυα που προκαλεί. Ειδικά ο ερεθισμός της μύτης είναι πολύ συχνός και ανευρίσκεται σε ποσοστό 81% μετά τις 3 πρώτες εβδομάδες θεραπείας.

Εισπνεόμενη νικοτίνη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ο καπνιστής εισπνέει μέσω της συσκευής αυτής, ελευθερώνεται νικοτίνη σε μορφή ατμού και εναποτίθεται στο εσωτερικό του στοματοφάρυγγα και απορροφάται από τον βλεννογόνο του στόματος. Η νικοτίνη δεν φτάνει μέχρι τους πνεύμονες αλλά παραμένει τοπικά στην περιοχή του στοματοφάρυγγα. Τα επίπεδα νικοτίνης που επιτυγχάνονται στο αίμα είναι περίπου το 1/3 αυτών που ισχύουν με το κάπνισμα τσιγάρων. Η προτεινόμενη δόση είναι 6 με 16 εισπνοές την ημέρα για τις πρώτες 6 – 12 εβδομάδες, και ακολούθως σταδιακή μείωση για άλλο τόσο χρονικό διάστημα. Ο τοπικός ερεθισμός του στόματος και του λαιμού είναι συχνός, ειδικότερα κατά τις πρώτες ημέρες χρήσης. Επίσης, δυνητικά μπορεί να προκληθεί βρογχόσπασμος γι᾽ αυτό δεν συστήνεται η χρήση της εισπνεόμενης μορφής σε άτομα με υπεραντιδραστικότητα αεραγωγών π.χ. σε ασθματικούς.