Τσαντίρι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αραβικά τσαντίρια. 14ος αιώνας

Το τσαντίρι και τσαντήρι, ή τζαντήρι (τουρκ. çadır, τσαντίρ, ελλ. σκηνή, αντίσκηνο) είναι μεταφερόμενη πρόχειρη σκηνή που χρησιμοποιούν οι πλανόδιοι λαοί ή άτομα. Χρησιμοποιείται συχνά αναφερόμενο στις σκηνές ή πρόχειρα οικήματα των Τσιγγάνων (Ρομά), όπως "γύφτικα τσανίρια"[1][2]. Με αυτή την έννοια συναντάται σε ελληνικά λαϊκά τραγούδια. Για παράδειγμα: "Τσιγγάνα στο τσαντήρι σου / στρώσε διπλό ντιβάνι". [3]

Μεταφορικά (απαξιωτικά) σημαίνει κάθε κατοικία που έχει κακή κατασκευή ή έλλειψη τάξης και καθαριότητας. Χρησιμοποιείται και σατιρικά, υπονοώντας κάποιον λαϊκό χώρο (σε αντίθεση με το "καθώς πρέπει").[εκκρεμεί παραπομπή]

Ιστορική αναδρομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το τσαντίρι είναι ίσως η αρχαιότερη μορφή μεταφερόμενου ανθρώπινου καταυλισμού. Ο πλανόδιος άνθρωπος αναγκάστηκε να προβάλει μια φορητή εγκατάσταση που να του προσφέρει ασφάλεια ενάντια στις καιρικές συνθήκες.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Μεγάλη Ελλην. Εγκυκλοπαίδεια (Δρανδάκη), λήμμα "τσανίρι".
  2. Μέγα Λεξ. της Ελληνικής Γλώσσης, Δ. Δημητράκου, 1951, λήμμα "τσαντίρι".
  3. "Μελαχροινή τσιγγάνα", στο Κατάστιχα (Wiki) για το Ρεμπέτικο και την Παραδοσιακή μουσική
  • Martin Kuckenburg: Siedlungen der Vorgeschichte in Deutschland 30000–15 v. Chr. 2. Auflage. DuMont, Köln 1994, ISBN 3-7701-2922-9.