Σύνδρομο Neu-Laxova

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Σύνδρομο Neu–Laxova (προφ. Νου-Λαξόβα) (NLS, επίσης γνωστό ως Σύνδρομο Neu ή Σύνδρομο Neu-Povysilová) [1] αποτελεί σπάνια αυτοσωμική υπολειπόμενη διαταραχή, χαρακτηριζόμενη από σοβαρό περιορισμό της ενδομήτριας ανάπτυξης και πολλαπλές συγγενείς ανωμαλίες.

Το Σύνδρομο Neu–Laxova αποτελεί πολύ σοβαρή διαταραχή που οδηγεί σε θνησιγένεια ή σε θάνατο λίγο μετά τη γέννηση. Πρωτοπεριγράφηκε από τον Δρα Ρίτσαρντ Νου το 1971 και την Δρα Ρενάτα Λαξόβα το 1972 ως μία θανατηφόρος διαταραχή με πολλαπλές παραμορφώσεις. Είναι εξαιρετικά σπάνια διαταραχή με τις αναφερόμενες περιπτώσεις στην Ιατρική Βιβλιογραφία να αριθμούν κάτω από 100.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]