Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σύγκρουση συρμών στο Ιγκάντου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σύγκρουση συρμών στο Ιγκάντου
ΧώροςΠεριοχή Τσαμουΐνο, Περιφέρεια Ντοντόμα, Τανζανία
Ώρα08:30
Ημερομηνία24 Ιουνίου 2002
ΤοποθεσίαΛόφος Ιγκάντου
ΤύποςΣύγκρουση επιβατικού συρμού με εμπορικό συρμό
ΑίτιαΑστοχία φρένων (ή μηχανική βλάβη)
Θάνατοι281
ΤραυματισμοίΕκατοντάδες

Η σύγκρουση συρμών στο Ιγκάντου συνέβη τα ξημερώματα της 24ης Ιουνίου 2002 στην Τανζανία. Ήταν ένα από τα χειρότερα σιδηροδρομικά δυστυχήματα στην αφρικανική ιστορία.[1] Μια επιβατική αμαξοστοιχία με περισσότερους από 1.200 επιβαίνοντες κύλισε προς τα πίσω από έναν λόφο και επέπεσε σε μια αργή εμπορική αμαξοστοιχία, σκοτώνοντας 281 άτομα. Αιτία ήταν η αστοχία των φρένων, (άλλες πηγές αναφέρουν απλά μηχανική βλάβη,[2][3] με αναπόδεικτους ισχυρισμούς για δολιοφθορά.[4]

Το τρένο είχε ταξιδέψει από το Νταρ ες Σαλάαμ προς την Ντοντόμα στην Κεντρική Τανζανία και είχε τελικό προορισμό την Κιγκόμα στα δυτικά της χώρας.[5] Είχε περάσει το Μσαγκάλι και πλησίαζε την πόλη Ντοντόμα, όταν άρχισε να ανεβαίνει έναν λόφο που ονομάζεται Ιγκάντου. Πιστεύεται ότι υπήρξε βλάβη στα φρένα του τρένου καθώς ανέβαινε στο λόφο. Ο μηχανοδηγός σταμάτησε το τρένο κοντά στην κορυφή του λόφου, επιθεώρησε και ρύθμισε το σύστημα πέδησης και ανέβηκε ξανά στην καμπίνα. Όταν το τρένο άρχισε να κινείται ξανά, τα φρένα απέτυχαν εντελώς, με αποτέλεσμα το τρένο να αρχίσει αμέσως να κυλά προς τα πίσω. Το τρένο επιτάχυνε σε πολύ υψηλές ταχύτητες καθώς κυλούσε στην κατωφέρεια, περνώντας δύο σιδηροδρομικούς σταθμούς κατά τη διαδρομή του, και τελικά επέπεσε σε ένα φαινομενικά αργό εμπορικό τρένο που ταξίδευε προς Νταρ ες Σαλάαμ. Από τα 16 βαγόνια της αμαξοστοιχίας τα 15 εκτροχιάστηκαν και ανατράπηκαν, σύμφωνα με ανακοίνωση της TRC.[6]

Οι κάτοικοι της περιοχής συνέδραμαν τις υπηρεσίες ασθενοφόρων για να διασώσουν όσους περισσότερους μπορούσαν. Η έλλειψη γιατρών στο νοσοκομείο της Ντοντόμα ήταν τόσο μεγάλη, που η υπουργός Υγείας της Τανζανίας, Άννα Αμπντάλλα, αναγκάστηκε να βοηθήσει περισσότερους από 400 ανθρώπους που τραυματίστηκαν σοβαρά. Οι ομάδες διάσωσης παρεμποδίστηκαν επίσης από την έλλειψη μεγάλων μηχανημάτων κοπής ή βιομηχανικού εξοπλισμού που απαιτούνται για την αποκοπή ή την απελευθέρωση τραυματιών από τα συντρίμμια. Ο απαραίτητος εξοπλισμός δεν έφτασε μέχρι το βράδυ.

Τέσσερις ημέρες μετά το περιστατικό, η κυβέρνηση της Τανζανίας εξέδωσε μια δήλωση σύμφωνα με την οποία 281 άνθρωποι σκοτώθηκαν στη σύγκρουση ή πέθαναν στη συνέχεια στο νοσοκομείο,[3] αν και ο αριθμός αυτός θεωρείται πιθανό να αυξηθεί, δεδομένου του αριθμού των ατόμων που τραυματίστηκαν σοβαρά. Υπήρχαν 88 πτώματα που δεν ήταν δυνατό να αναγνωριστούν και τα οποία τάφηκαν στο νεκροταφείο Μαΐλι Μπίλι έξω από την Ντοντόμα. Η κρατική εταιρεία "Tanzania Railways Corporation" (TRC) έδωσε αργότερα ατομικές αποζημιώσεις μεταξύ 100.000 και 500.000 σελινίων[Σημ. 1] στις οικογένειες των θυμάτων, αποζημίωση που εξόργισε ορισμένους που κατηγόρησαν την TRC για τη συντριβή.

Τους μήνες πριν από το ατύχημα, η Τανζανία αναζητούσε ιδιωτική εταιρεία για να αναλάβει τον έλεγχο του σε πολύ κακή κατάσταση κρατικού σιδηροδρομικού συστήματος και είχε πάρει συνεντεύξεις από εκπροσώπους ευρωπαϊκών και νοτιοαφρικανικών εταιρειών.[7] Τελικά το 2007 η TRC παραχωρήθηκε στην Κοινοπραξία "Rites" της Ινδίας το 2007, αλλά τελικά ανακτήθηκε από την κυβέρνηση της Τανζανίας το 2011.

Υπήρξαν επίσης εικασίες, τις οποίες διέψευσαν κατηγορηματικά τόσο η οργάνωση όσο και ο πρωθυπουργός Φρέντερικ Σουμάγιε (Frederick Sumaye), ότι το δυστύχημα ήταν δολιοφθορά που διαπράχθηκε από αγανακτισμένα μέλη του συνδικάτου σιδηροδρομικών που διαμαρτύρονταν για την εκκρεμή πώληση της εταιρείας, αλλά δεν έχουν δοθεί ποτέ στοιχεία γι' αυτό. Αντίθετα, κυβερνητική ανακοίνωση κατηγορούσε τον μηχανοδηγό ότι "επέδειξε αργές αντιδράσεις".[7]

  1. Μία πρόχειρη ισοτιμία είναι: 100.000 σελίνια Τανζανίας ισοδυναμούν περίπου με 100$ ΗΠΑ.
Παραπομπές σημειώσεων


Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]