Ροσουβαστατίνη
Η ροσουβαστατίνη (εμπορική ονομασία: Crestor και άλλες) είναι φαρμακευτική αγωγή στατίνης, το οποίο χρησιμοποιείται για την αποτροπή καρδιαγγειακών ασθενειών σε άτομα υψηλού ρίσκου, καθώς και σε άτομα που αντιμετωπίζουν διαταραχές στα λιπίδια.[1] Προτείνεται να χρησιμοποιείται μαζί με διατροφικές αλλαγές, άσκηση και απώλεια βάρους.[1] Λαμβάνεται από το στόμα.[1]
Οι κύριες παρενέργειες του φαρμάκου περιλαμβάνουν το κοιλιακό άλγος, τη ναυτία, τον πονοκέφαλο και την μυαλγία.[1] Οι σοβαρές παρενέργειες του φαρμάκου περιλαμβάνουν την ραβδομυόλυση, προβλήματα στο συκώτι και τον διαβήτη.[1] Η χρήση της από εγκύους μπορεί να βλάψει το έμβρυο.[1] Όπως όλες οι στατίνες, η ροσουβαστατίνη δουλεύει αναστέλλοντας την αναγωγάση HMG-CoA, ένα ένζυμο στο συκώτι που παίζει ρόλο στη παραγωγή χοληστερόλης.[1]
Η πατέντα της ροσουβαστατίνης καταχωρήθηκε το 1991 και το 2003 εγκρίθηκε η χρήση του στις Ηνωμένες Πολιτείες για ιατρικούς σκοπούς.[1][2] Διατίθεται ως γενόσημο φάρμακο.[1] Το 2017, ήταν το 39ο πιο συνταγογραφημένο φάρμακο στις Ηνωμένες Πολιτείες με πάνω από 19 εκατομμύρια συνταγογραφήσεις.[3][4]
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 1,7 1,8 «Rosuvastatin Calcium Monograph for Professionals». Drugs.com. American Society of Health-System Pharmacists (AHFS). Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2018.
- ↑ Fischer, Janos· Ganellin, C. Robin (2006). Analogue-based Drug Discovery. John Wiley & Sons. σελ. 473. ISBN 9783527607495.
- ↑ «The Top 300 of 2020». ClinCalc. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2020.
- ↑ «Rosuvastatin - Drug Usage Statistics». ClinCalc. 23 Δεκεμβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 11 Απριλίου 2020.