Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πραμπαβατιγκούπτα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πραμπαβατιγκούπτα
Γενικές πληροφορίες
Προφορά
Γέννηση4ος αιώνας
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Οικογένεια
ΣύζυγοςΡουντρασένα Β΄[1]
ΤέκναΝταμονταρασένα
Πραβαρασένα Β΄
ΓονείςΤσαντραγκούπτα Β΄
ΑδέλφιαΚουμαραγκούπτα Α΄
ΟικογένειαVakataka empire
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμααντιβασιλιάς (390–405)
Βασιλική σύζυγος (385–390)

Η Πραμπαβατιγκούπτα, χίντι: Prabhavatigupta (απεβ. π. το 443 [2]) ήταν μια πριγκίπισσα των Γκούπτα και βασίλισσα του Βακατάκα, ως σύζυγος του μαχαραγιά Ρουντασένα Β΄. Μετά το τέλος τού συζύγου της, άρχισε να κυβερνά το βασίλειο του Βακατάκα ως αντιβασίλισσα από το 390 έως το 410. Ήταν λάτρης τού Βισνού.

Νεανική ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Πραμπαβάτι-γκούπτα ήταν κόρη του Τσαντραγκούπτα Β΄, του κυβερνήτη της αυτοκρατορίας των Γκούπτα, και της βασίλισσας Κουμπερανάγκα. Παντρεύτηκε τον Ρουντρασένα Β΄ της δυναστείας του Βακατάκα κατά τη διάρκεια της βασιλείας τού πατέρα τού Ρουντρασένα β΄, Πριθιβισένα Α΄.[3] Ο Ρουντρασένα Β΄ είχε μια σύντομη βασιλεία μόνο περίπου πέντε χρόνια, και μετά απεβίωσε. Η Πραμπαβάτι είχε τρεις γιους με τον Ρουντρασένα Β΄: τον Ντιβακαρασένα, τον Νταμονταρασένα και τον Πραβαρασένα, αλλά κανένας από αυτούς δεν ήταν ενήλικος κατά τη στιγμή τού τέλους τού πατέρα τους. [4]

Αντιβασίλισσα του βασιλείου των Βακατάκα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ντιβακαρασένα, ο μεγαλύτερος γιος του Ρουντρασένα Β΄ και της Πραμπαβάτι, ήταν ο γιουβαράτζα ή πρίγκιπας διάδοχος στο βασίλειο του Βακατάκα. Από τότε που αυτός ήταν ακόμη παιδί, η Πραμπαβάτι ανέλαβε την εξουσία τής διακυβέρνησης και εξουσίασε στο όνομά του. Ξέρουμε ότι η Πραμπαβάτι κυβερνούσε για τουλάχιστον 13 χρόνια ως αντιβασίλισσα, επειδή η χορηγία της Πούνε χρονολογείται στο 13ο έτος τής δικής της εξουσίας, όπου αυτοαποκαλείται "μητέρα του γιουβαράτζα Ντιβακαρασένα". Φαίνεται ότι η Πραμπαβάτι διατήρησε τον έλεγχο της κυβέρνησης στη Βακατάκα ακόμη και μετά από το 16ο έτος του, που δεν ήταν πλέον ανήλικος, καθώς δεν υπάρχουν στοιχεία ότι ο Ντιβακαρασένα ανέβηκε ποτέ στον πατρικό του θρόνο ως μαχαράτζα. Η συνεχιζόμενη πολιτική κυριαρχία της Πραμπαβάτι μπορεί να οφείλεται είτε σε κάποιες ειδικές συνθήκες, που εμπόδισαν τον Ντιβακαρασένα να κυβερνήσει στο όνομά του, είτε απλά λόγω της αγάπης της Πραμπαβάτι για την εξουσία.[5]

Τον Ντιβακαρασένα τελικά τον διαδέχτηκε ο μικρότερος αδελφός του Νταμονταρασένα γύρω στο 410. Είναι πιθανό ότι για κάποιο διάστημα, η Πραμπαβάτι ενεργούσε επίσης ως αντιβασίλισσα για λογαριασμό του.[6] Κατά τη διάρκεια της εξουσίας της Πραμπαβάτι, η επιρροή των Γκούπτα στο Βακατάκα έφτασε στο αποκορύφωμά της. Οι επιγραφές της Πραμπαβάτι παρέχουν τη δική της γενεαλογία Γκούπτα, και τονίζουν τις δικές της γενετικές συνδέσεις. Η γκότρα της δίνεται ως Νταράνα, η οποία ήταν η γκότρα τού πατέρα της, αντί για τη βισνουβρίντα γκότρα της δυναστείας του Βακάκα.[7] Πράγματι, για τα περίπου 20 χρόνια της αντιβασιλείας της Πραμπαβάτι, το βασίλειο Βακατάκα ήταν "πραγματικά μέρος της αυτοκρατορίας Γκούπτα".[8]

Μετέπειτα ζωή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Πραμπαβατιγκούπτα παρέμενε ενεργή στη δημόσια ζωή, για μερικές δεκαετίες μετά το τέλος της αντιβασιλείας της. Τη βρίσκουμε να κάνει μια επιχορήγηση στο 19ο έτος τής βασιλείας τού γιου της Πραβαρασένα Β΄ (π. 420-455), όπου την αποκαλούν "μητέρα των διάσημων μαχαραγιάδων Νταμονταρασένα και Πραβαρασένα".[5] Ήταν ακόμα ζωντανή τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν ο Πραβαρασένα Β΄ έκανε μια χορηγία για την πνευματική ευημερία τόσο του ίδιου, όσο και της μητέρας του σε αυτή τη ζωή και την επόμενη. [9] Στην Πίνακα του Μουσείου της Πάτνα, όλες οι θρησκευτικές δωρεές από τη χορηγία του Πραβαρασένα Β΄ λέγεται, ότι αποδίδονται στην βασιλομήτορα.[10] Η Πραμπαβατιγκούπτα φαίνεται να ασχολήθηκε βαθιά με θρησκευτικά θέματα. Περιγράφεται ως πιστή του Μπαγκαβάτ (Βισνού), και εξέδωσε ένα καταστατικό από τα πόδια της κηδεμονικής θεότητας Ραμαγκιρισβάμιν, που ταυτίζεται με τη θεότητα στο Ράμτεκ κοντά στο Ναγκπούρ.[5][11]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. www.ahandfulofleaves.org/documents/A%20History%20of%20India_Kulke.pdf.
  2. Bakker, Hans (1997). The Vakatakas: An Essay in Hindu Iconology. Groningen: Egbert Forsten. σελ. 170. ISBN 9069801000. 
  3. Singh, Upinder (2009). A history of ancient and early medieval India : from the Stone Age to the 12th century. New Delhi: Pearson Longman. σελ. 482. ISBN 978-81-317-1677-9. Ανακτήθηκε στις 10 Αυγούστου 2016. 
  4. Shastri, Ajay Mitra (1997). Vakatakas: Sources and History. Aryan Books International. σελ. 182. ISBN 9788173051234. 
  5. 5,0 5,1 5,2 D.C. Sircar (1997). Majumdar, R.C., επιμ. The Classical Age (Fifth έκδοση). Bharatiya Vidya Bhavan. σελίδες 180–181.  Σφάλμα αναφοράς: Μη έγκυρη ετικέτα <ref> • όνομα " sircar " ορίζεται πολλές φορές με διαφορετικό περιεχόμενο
  6. Shashtri (1997), p. 183
  7. Singh (2016), p. 483
  8. Kulke, Hermann· Rothermund, Dietmar (2004). A History of India (Fourth έκδοση). Routledge. σελ. 91. ISBN 9780415329200. 
  9. A.S. Altekar (2007). Majumdar, R.C., επιμ. The Vakataka-Gupta Age. Motilal Banarsi Dass. σελ. 104. ISBN 9788120800434. 
  10. Bakker (1997), pp. 23–24
  11. A.S. Altekar (1960). Yazdani, Ghulam, επιμ. The Early History of the Deccan. Oxford University Press. σελίδες 178–179.