Παροπλισμένο πλοίο
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Γενικά παροπλισμένο πλοίο (laid-up ship) χαρακτηρίζεται οποιοδήποτε πλοίο που τίθεται εκτός ενέργειας (εκμετάλλευσης), που «δένει» κατά το κοινώς λεγόμενο, για διάφορους λόγους.
Σημαντικότεροι λόγοι παροπλισμού ενός πλοίου είναι πρώτιστα η αδυναμία εξεύρεσης ναύλου, είτε λόγω υπερπροσφοράς, είτε λόγω οικονομικής κρίσεως (ναυτιλιακή κρίση), ή νομικής φύσεως (π.χ. κατάσχεση πλοίου), ή τεχνικής φύσεως (π.χ. εκτεταμένη βλάβη), ή αδυναμίας εκμετάλλευσης (π.χ. θανάτου πλοιοκτήτη, αδυναμία κληρονόμων κ.λπ.). Σε τέτοιες περιπτώσεις απολύεται το πλήρωμα, λαμβάνοντας τις προβλεπόμενες από τις σχετικές συμβάσεις αμοιβές ενώ καταβάλλονται όλα τα έξοδα παλιννόστησης.
Σε μακρές περιόδους ναυτιλιακών κρίσεων τα παροπλισμένα πλοία, κοινώς «δεμένα», φθάνουν σε μεγάλο αριθμό και οι ανάγκες εξεύρεσης ειδικών χώρων παροπλισμού αυτών είναι έντονος. Στη μεγάλη περίοδο κρίσης του 1974 το ΥΕΝ, (στην Ελλάδα), αναγκάσθηκε να καθορίσει πολλά σημεία παροπλισμού ελληνικών εμπορικών πλοίων κυρίως κοντά στα αγκυροβόλια των μεγάλων λιμένων. Ειδικότερα για τον Πειραιά χώρος παροπλισμού πλοίων είναι στη περιοχή Αμπελάκια της Σαλαμίνας, απέναντι από το Πέραμα, καθώς και στο Κόλπο της Ελευσίνας.
Το σύνολο των παροπλισμένων πλοίων παρακολουθεί εκτός το ΥΕΝ και η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία όπου και καταγράφονται συνολικά ως «παροπλισμένη χωρητικότητα».
- Στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό όταν ένα πλοίο τίθεται εκτός ενεργείας, δηλαδή σε ακινησία, αυτή χαρακτηρίζεται ανάλογα του προβλεπόμενου χρόνου σε περιορισμένη ακινησία, λεγόμενη από τ΄ αρχικά ΠΕΑΚ, και σε μακρά ακινησία που λέγεται ΜΑΚ. Η πρώτη αφορά κυρίως χρόνους επισκευών, συντήρησης, ή αντικαταστάσεις εξοπλισμού, η δεύτερη θεωρείται περισσότερο συνώνυμη με τον παροπλισμό, όπου τα πληρώματα μεταθέτονται σε άλλες υπηρεσίες.
- Τα παροπλισμένα πλοία αγκυροβολίων παραμένουν πλαγιοδετημένα μεταξύ τους κατ΄ αντίθεση, δηλαδή η πλώρη του ενός προσδένεται με την πρύμνη του άλλου, εφόσον το μήκος τους το επιτρέπει αυτό, έτσι ώστε οι ποντισμένες άγκυρες του ενός να συγκρατούν ασφαλέστερα και τη πρύμνη του άλλου, δημιουργώντας μια κατά πλευρά σειρά, την λεγόμενη κοινώς «ντάνα».