Ο Γυρευτής του χρυσού

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Γυρευτής του χρυσού
Εξώφυλλο έκδοσης του 1988
ΣυγγραφέαςΖαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό
ΤίτλοςLe Chercheur d'or
ΓλώσσαΓαλλικά
Αγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1985
ΘέμαΑ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
LC ClassOL1425333M

Ο Γυρευτής του χρυσού (γαλλικός τίτλος: Le Chercheur d'or) είναι μυθιστόρημα του βραβευμένου με Νόμπελ Λογοτεχνίας Ζαν-Μαρί Λε Κλεζιό, που εκδόθηκε το 1985 από τις εκδόσεις Γκαλιμάρ. Η πλοκή περιστρέφεται γύρω από την αναζήτηση ενός κρυμμένου θησαυρού στο νησί Ροντρίγκες.[1]

Ο ήρωας είναι εμπνευσμένος από τον παππού του Λε Κλεζιό Λεόν, στον οποίο είναι αφιερωμένο το μυθιστόρημα, και ο οποίος επανεμφανίζεται στο επόμενο μυθιστόρημά του Ταξίδι στο νησί Ροντρίγκες (1986).

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορία ξεκινά το 1892 στην κοιλάδα του Μπουκάν στον Μαυρίκιο στη μέση του Ινδικού ωκεανού. Ο Αλέξης είναι τότε οκτώ ετών και ζει ανέμελη ζωή: παίζει στο δάσος με τη μεγαλύτερη αδερφή του Λωρ και με τον φίλο του Ντένις, έναν νεαρό μαύρο απόγονο σκλάβων του Μαυρικίου, ο οποίος τον κάνει να ανακαλύψει τα μυστικά της φύσης και τον μυεί στο πρώτο του ταξίδι στη θάλασσα. Αυτή η εμπειρία θα αποδειχθεί θεμελιώδης και δραματική: η χαρά της θάλασσας θα τον στοιχειώνει σε όλη του τη ζωή, αλλά πλέον οι γονείς του απαγορεύουν να ξαναδεί τον Ντένις. Η οικογένεια δεν είναι πλούσια, ο πατέρας παλεύει με οικονομικές δυσκολίες και χρέη και για να βελτιώσει τις συνθήκες διαβίωσής τους, εγκαθιστά μια γεννήτρια ρεύματος σ' αυτό το απομακρυσμένο μέρος του νησιού. Η μητέρα είναι νοικοκυρά και φροντίζει για την εκπαίδευση των παιδιών. Λίγο αργότερα, ένας κυκλώνας καταστρέφει το σπίτι της οικογένειας και τη γεννήτρια και η οικογένεια, κατεστραμμένη οικονομικά, πρέπει να μεταναστεύσει.[2]

Ο μικρός μπαίνει σε οικοτροφείο και γοητεύεται από τις πειρατικές ιστορίες. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ανακαλύπτει στα χαρτιά του την πιθανή ύπαρξη ενός θησαυρού, του «θησαυρού του Κουρσάρου», που είναι κρυμμένος στον Όρμο των Άγγλων στο νησί Ροντρίγκες. Τα χρόνια περνούν, ο Αλέξης μεγαλώνει και εργάζεται σαν λογιστής στην εταιρεία του θείου του. Το 1910, αναζητώντας την περιπέτεια, ταξιδεύει με μια τρικάταρτη γολέτα που ανήκε στον καπετάνιο Μπράντμερ. Σ' αυτό το ταξίδι, ο Αλέξης βρίσκει επιτέλους την ευτυχία που περίμενε τόσο καιρό, την απόλαυση της θάλασσας. Αφού περάσουν από πολλά νησιά φτάνουν στο νησί Ροντρίγκες, όπου ο Αλέξης αρχίζει να ψάχνει για τον θησαυρό.[3]

Τα χαρτιά του πατέρα του τον οδηγούν σε διάφορες ενδείξεις που άφησε ο πειρατής. Βάζει πινακίδες και ανοίγει γεωτρήσεις με τη βοήθεια δύο ντόπιων. Αυτή η άκαρπη αναζήτηση διαρκεί χρόνια. Μια μέρα, μετά από ένα ατύχημα, ο Αλέξης γνωρίζει την Ούμα, η οποία μεγάλωσε στο Παρίσι. Εκείνη τον φροντίζει και ο Αλέξης την ερωτεύεται. Στη συνέχεια, ο νεαρός ανακαλύπτει αρκετές κρυψώνες που σχετίζονται με τον θησαυρό, αλλά αποδεικνύονται όλες κενές. Αποφασίζει να φύγει και ξαφνικά ανακαλύπτει ότι έχει περάσει τέσσερα χρόνια στο νησί!

Όταν ανακοινώθηκε η έναρξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, ο Αλέξης κατατάχθηκε εθελοντικά στον βρετανικό στρατό. Φεύγει για την Ευρώπη όπου πολεμά στο μέτωπο στην Υπρ τον χειμώνα του 1915, και στη μάχη του Σομμ τον Οκτώβριο του 1916. Ως εκ θαύματος, επιστρέφει ζωντανός από το μέτωπο, όπου πολλοί συμπολεμιστές του έχασαν τη ζωή τους. Τελικά επαναπατρίζεται στην Αγγλία άρρωστος από τύφο.

Επιστρέφει στον Μαυρίκιο για να δει την οικογένειά του και χαιρετίζεται ως ήρωας πολέμου για τα υποτιθέμενα κατορθώματά του. Η μητέρα του έχει πλέον σχεδόν τυφλωθεί και αναπολεί το ευτυχισμένο παρελθόν στην κοιλάδα του Μπουκάν. Αφού πέρασε αρκετούς μήνες στον Μαυρίκιο, όπου εργάστηκε ως επόπτης στις φυτείες ζαχαροκάλαμου, ο Αλέξης αποφασίζει να φύγει ξανά το 1919 για το νησί Ροντρίγκες για να συνεχίσει την αναζήτηση του θησαυρού και να βρει την Ούμα. Αλλά το 1922 ακόμη δεν έχει βρει τον θησαυρό και η Ούμα δεν είναι πια εκεί. Μόλις νομίζει ότι βρήκε κάτι, λαμβάνει ένα γράμμα από την αδελφή του, που τον ενημερώνει ότι η μητέρα τους θα πεθάνει σύντομα. [4]

Ο Αλέξης επιστρέφει στον Μαυρίκιο για να βρίσκεται στις τελευταίες μέρες της μητέρας του. Μετά τον θάνατό της, συναντά τυχαία την Ούμα, που εργάζεται στις φυτείες ζαχαροκάλαμου στον Μαυρίκιο. Ο Αλέξης επιστρέφει με την Ούμα εκεί που πέρασε τα παιδικά του χρόνια και ζει ευτυχισμένος μαζί της για αρκετούς μήνες, κοντά στο πατρικό του σπίτι στο Μπουκάν. Λόγω μιας συρροής μοιραίων ατυχιών, η Ούμα εγκαταλείπει οριστικά τον Αλέξη και πηγαίνει να επισκεφτεί τον αδερφό της σε έναν προσφυγικό καταυλισμό που φυλάσσεται από τον αγγλικό στρατό. Απελαύνεται στη γενέτειρά της Ροντρίγκες, ενώ ο Αλέξης καίει τα τελευταία του χαρτιά που σχετίζονται με τον θησαυρό, για να «αισθανθεί ελεύθερος» καταλαβαίνοντας τελικά ότι δεν υπάρχει θησαυρός παρά μόνο στα βάθη του εαυτού του, στον έρωτα και την αγάπη της ζωής, στην ομορφιά του κόσμου.[5]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο Γυρευτής του χρυσού, μετάφραση: Λήδα Παλλαντίου, εκδόσεις Χατζηνικολή, 1986.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]