Μουσείο Μούχα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μουσείο Μούχα
Είδοςβιογραφικό μουσείο
ΧώραΤσεχία[1]
Έναρξη κατασκευής16  Απριλίου 1997
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα
Το Μουσείο Μούχα

Το Μουσείο Μούχα (τσεχικά: Mucha Museum) στεγάζεται στο μπαρόκ Μέγαρο Kaunicky της Πράγας επί της οδού Panska αριθ. 7 στο κέντρο της πόλης και είναι το πρώτο στον κόσμο μουσείο αφιερωμένο στη ζωή και το έργο του Τσέχου της Αρ Νουβό καλλιτέχνη Άλφονς Μούχα (Alfons Mucha, 1860 - 1939).

Ίδρυση του μουσείου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1992, οι απόγονοι του Άλφονς Μούχα ίδρυσαν το "Ίδρυμα Μούχα" με σκοπό τη διαφύλαξη και επέκταση της οικογενειακής συλλογής έργων του και την προβολή του έργου του παγκοσμίως.

Το Μουσείο Μούχα στην Πράγα ιδρύθηκε το 1998 με τη μέριμνα του "Ιδρύματος Μούχα" και όλα τα έργα που εκτίθενται σήμερα στο μουσείο προέρχονται από τις συλλογές της οικογένειας του καλλιτέχνη.

Οι συλλογές του μουσείου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο Μουσείο Μούχα παρουσιάζονται πάνω από 100 εκθέματα, που περιλαμβάνουν ζωγραφικούς πίνακες, λιθογραφίες, παστέλ, σχέδια με κάρβουνο, φωτογραφίες, αφίσες για μάρκες σαμπάνιας και προσωπικά αντικείμενα του καλλιτέχνη.

Η συλλογή με τα διακοσμητικά ταμπλό (αίθουσα 1), που είχε ζωγραφίσει ο Μούχα στα τέλη του 19ου αιώνα στη διάρκεια της διαμονής του στο Παρίσι, είναι από τα περισσότερο αναγνωρίσιμα και πιο δημοφιλή έργα του. Σ' αυτά απεικονίζονται, σε τέλεια αρμονία και απαλούς χρωματισμούς, όμορφες νεαρές κοπέλες με ξέπλεκα τα μαλλιά τους, ανάμεσα σε λουλουδένιες διακοσμήσεις, που προορίζονταν, όπως έλεγε ο ίδιος ο Μούχα, για τους απλούς ανθρώπους με σκοπό την επαφή και διαπαιδαγώγησή τους στις αξίες της τέχνης.

Ο Μούχα ήταν, συν τοις άλλοις, και έξοχος εικονογράφος βιβλίων και περιοδικών, εργαζόμενος σε τυπογραφείο του Παρισιού. Στο πλαίσιο αυτό της δουλειάς του, ανέλαβε το 1894 να φιλοτεχνήσει μιαν αφίσα της "Γκισμόντα" (Gismonda), ηρωίδας στο ομώνυμο ελληνικό μελόδραμα του Βικτοριέν Σαρντού, που θα υποδυόταν η διάσημη Γαλλίδα ηθοποιός Σάρα Μπερνάρ (Sarah Bernhardt) στο "Theatre Renaissance" του Παρισιού.

Η διαφημιστική αυτή αφίσα της Σάρα Μπερνάρ ως "Γκισμόντα" (1894), με ένδυμα βυζαντινής μεγαλοπρέπειας, όπως και οι αφίσες της Μοντ Άνταμς ως Ζαν Ντ' Αρκ (1909) και της "Πριγκίπισσας Υακίνθης" (1911), που εκτίθενται στο Μουσείο (αίθουσα 2), αποτέλεσαν επανάσταση στη διακοσμητική τέχνη, εκθειάστηκαν από το παρισινό κοινό και τους κριτικούς της εποχής και καθιέρωσαν το λεγόμενο "ύφος Μούχα". Προσφέρθηκε μάλιστα στον Μούχα ένα εξαετές συμβόλαιο, προκειμένου να αναλάβει τα ενδυματολογικά, τα σκηνικά και τις διαφημιστικές αφίσες των θεατρικών παραστάσεων. Με το έργο του αυτό, ο Μούχα δεν άργησε να καθιερωθεί ως πρωτοπόρος εκφραστής της αρ-νουβό (art nouveau) παρισινής αισθητικής.

Στα χρόνια της παρισινής Μπελ Επόκ (Belle Epoque), η τεχνολογική πρόοδος επηρέασε σε σημαντικό βαθμό και τις τάσεις στην τέχνη. Ο Μούχα πρωτοστάτησε και στον τομές αυτό, με σχέδιά του για πράγματα της καθημερινότητας, όπως κοσμήματα, μαχαιροπίρουνα, τραπεζομάντιλα και υφάσματα. Συνέλαβε μάλιστα την ιδέα να γράψει και ένα "Εγχειρίδιο για καλλιτέχνες", ώστε να εξοικειωθούν με τα νέα πρότυπα της αρ νουβό αισθητικής.

Τα "Διακοσμητικά κείμενα" του Μούχα, που δημοσιεύθηκαν το 1902, όπως και τα "Διακοσμητικά σχεδιάσματα" που ακολούθησαν (αίθουσα 3), αποτέλεσαν μιαν εγκυκλοπαίδεια της διακοσμητικής στο ύφος της "νέας τέχνης" (αρ-νουβό) και έγιναν ανάρπαστα από τον καλλιτεχνικό κόσμο και τις βιβλιοθήκες σ' όλη την Ευρώπη.

Στο κορύφωμα της σταδιοδρομίας του, όταν ο Μούχα διακοσμούσε το Περίπτερο της Βοσνίας για την Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού το 1900, συνέλαβε τη φιλόδοξη ιδέα να δημιουργήσει ένα μεγαλοπρεπές έργο, τη "Σλαβική Εποποιία", όπου θα ιστορούσε σ' αυτό τους αγώνες και τα κατορθώματα του σλαβικού έθνους.

Όταν ο Μούχα επέστρεψε στη Βοημία το 1910, αφιέρωσε πράγματι το υπόλοιπο της ζωής του, ζωγραφίζοντας τους 20 πίνακες που συγκροτούν το ιδεαλιστικό αριστούργημα του «Σλαβικού Έπους». Συγχρόνως ασχολήθηκε με τη διακόσμηση του Δημοτικού Μεγάρου της Πράγας (Obecni dum), αφίσες για θεατρικές παραστάσεις, καθώς και γραμματόσημα και χαρτονομίσματα για το νέο κράτος της Τσεχοσλοβακίας (αίθουσα 4).

Το Μουσείο κατέχει ακόμη πολλές ελαιογραφίες του Μούχα (αίθουσα 5), που ξεχωρίζουν ανάμεσα σ' αυτές "Μια χειμωνιάτικη νύχτα", η «Προφήτισσα», το "Κόκκινο πανωφόρι" κ.ά. Ανάμεσα στα εκθέματα του μουσείου είναι το γραφείο και η πολυθρόνα που είχε ο Μούχα στο στούντιό του της οδού Val de Grace στο Παρίσι. Σ' ένα καβαλέτο υπάρχει ένα πορτρέτο με τα δύο παιδιά του καλλιτέχνη.

Μια φωτογραφία, που τραβήχτηκε στο στούντιο του Μούχα στο Παρίσι το 1894, δείχνει τον φίλο του Γάλλο ζωγράφο Πωλ Γκωγκέν (Paul Gauguin) να παίζει ημίγυμνος στο αρμόνιο, ντυμένος μόνο με το πουκάμισο και το σακάκι του.

Στο Μουσείο εκτίθεται και μια σειρά από πολυποίκιλα σχέδια του Μούχα (αίθουσα 6), σχεδιασμένα ακόμη και σε καταλόγους εστιατορίων, προσκλήσεις σε γεύματα, επιστολόχαρτα και φακέλους αλληλογραφίας ή μπλοκάκια σχεδίασης.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. (Αγγλικά) GeoNames. 2005. Ανακτήθηκε στις 6  Απριλίου 2015.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Mucha Museum: "Mucha Museum Guide" (English edition), Mucha Ltd 2009

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Mucha Museum στο Wikimedia Commons