Κυματική αντίσταση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Κυματική αντίσταση μιας γραμμής είναι ο συντελεστής αναλογίας του παλμού ηλεκτρικής τάσης ως προς τον παλμό ηλεκτρικού ρεύματος. Όταν μεταδίδεται ένα ηλεκτρικό σήμα σε μια γραμμή αυτό μεταδίδεται με δύο ταυτόχρονους παλμούς, έναν παλμό τάσης (με τάση αναφοράς τη γείωση) και έναν παλμό ρεύματος. Οι παλμοί μεταδίδονται ταυτόχρονα και η μεταξύ τους αναλογία είναι σταθερή, εξαρτάται από τη γραμμή και είναι χαρακτηριστικό της. Αυτή η σταθερά αναλογία έχει μονάδες ηλεκτρικής αντίστασης, δηλαδή Ωμ.

Η κυματική αντίσταση έχει νόημα όταν υπάρχει όδευση ηλεκτρικών κυμάτων. Η όδευση συνεπάγεται χρονικές διαφορές, όπως και κυματικά φαινόμενα. Οι συνήθεις νόμοι των ηλεκτρικών κυκλωμάτων, όπως οι νόμοι του Κίρχοφ, ισχύουν για συγκεντρωμένα κυκλώματα, δηλαδή θεωρείται ότι η μετάδοση της τάσης και του ρεύματος από το ένα σημείο του κυκλώματος στο άλλο συμβαίνει ακαριαία. Έτσι, αυτοί οι νόμοι δεν ισχύουν για τις κυματικές αντιστάσεις.

Επίλυση κυκλώματος με κυματικές αντιστάσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επίλυση γίνεται σε ένα κόμβο της, όπου το κύκλωμα τοπικά θεωρείται συγκεντρωμένο. Αρχικά, πρέπει να είναι γνωστό ποιοι ηλεκτρικοί παλμοί προσπίπτουν στον κόμβο. Μετά, υπολογίζονται τα ανακλώμενα κύματα. Ύστερα επιλύεται με τις συνήθεις μεθόδους το κύκλωμα. Σε σημείο που συνδέεται γραμμή θεωρείται αντίσταση ίση με την κυματική αντίσταση με το άλλο της άκρο συνδεδεμένο στην τάση αναφοράς, ενώ θεωρείται ότι βρίσκεται υπό την υπολογισμένη τάση.