Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κάζα Μαλαπάρτε

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κάζα Μαλαπάρτε
Χάρτης
Είδοςμονοκατοικία[1]
Αρχιτεκτονικήμοντέρνα αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες40°32′49″N 14°15′33″E
Διοικητική υπαγωγήΚάπρι[2]
ΧώραΙταλία[3]
Ολοκλήρωση1943
Όροφοι2
ΑρχιτέκτοναςΑνταλμπέρτο Λίμπερα
ΧρηματοδότηςΚούρτσιο Μαλαπάρτε
Commons page Πολυμέσα
Γενική άποψη της Κάζα Μαλαπάρτε

Η Κάζα Μαλαπάρτε (ιταλικά: Casa Malaparte‎‎· αναφέρεται και ως Βίλα Μαλαπάρτε, ιταλ. Villa Malaparte) είναι κατοικία στο Punta Massullo, στην ανατολική πλευρά της νήσου του Κάπρι της Ιταλίας. Το 1937 ανατέθηκε ο σχεδιασμός της στον Ιταλό αρχιτέκτονα Ανταλμπέρτο Λίμπερα από τον Κούρτσιο Μαλαπάρτε. Εν τέλει, τα σχέδια του Λίμπερα απορρίφθηκαν από τον ιδιοκτήτη, ο οποίος έχτισε μόνος του την κατοικία με τη βοήθεια ενός ντόπιου τεχνίτη, του Αντόλφο Αμιτράνο.[1]

Μορφολογία κτιρίου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Κάζα Μαλαπάρτε εδράζεται στην κορυφή ενός απότομου βράχου, 32 μέτρα πάνω από τη θάλασσα, με θέα στον κόλπο του Σαλέρνο. Είναι ουσιαστικά ένα κόκκινο "κουτί" τοίχων με μια χαρακτηριστική ανάποδη πυραμιδική σκάλα που οδηγεί στο δώμα του τελευταίου ορόφου. Εκεί, υπάρχει ένα γραμμικό καμπύλο λευκό στοιχείο του οποίου το ύψος μειώνεται σταδιακά. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η Βίλα Μαλαπάρτε είναι ένα υβρίδιο κλασικής και μοντέρνας αρχιτεκτονικής: διαθέτει τον μνημειακό χαρακτήρα του κλασικισμού σε συνδυασμό με τη μοντέρνα λειτουργικότητα και την ένταξη στο περιβάλλον της.

Η Βίλα εντάσσεται στο ήδη ιδιαίτερο περιβάλλον. Δημιουργεί μια αρμονική σχέση με τη φύση και δεν διαταράσσει το τοπίο. Η ευαισθησία αυτή ενισχύεται επίσης με την επιλογή των υλικών: η χρήση τοπικής πέτρας που προέρχεται από τον ίδιο τον βράχο αντικαθιστά την χρήση σκυροδέματος που χαρακτηρίζει άλλα σύγχρονα κτίρια της περιόδου, δίνοντας έτσι την εικόνα ότι έχει προκύψει από το τοπίο πάνω στο οποίο τοποθετείται. Οι σκάλες αποτελούν μία τεχνητή συνέχεια του βράχου, δημιουργώντας ένα νέο ύψος σε αυτόν.[4]

Η κατοικία διαιρείται σε τρία επίπεδα που διαφέρουν σε μήκος. Η κύρια είσοδος γίνεται από τη νοτιοδυτική όψη του μεσαίου επίπεδου στο οποίο υπάρχει η κουζίνα και οι ξενώνες, οι οποίοι βρίσκονται παρατεταγμένοι ο ένας δίπλα στον άλλο. Στο κατώτερο επίπεδο υπάρχουν βοηθητικοί χώροι, όπως το πλυσταριό, οι αποθήκες και το κελάρι. Το επίπεδο αυτό επικοινωνεί με τον χαμηλότερο υπαίθριο χώρο της Βίλας, λόγω της απότομης κλίσης του βράχου. Ο τελευταίος όροφος αναφέρεται ως «Διαμέρισμα Μαλαπάρτε». Το μισό του οποίου αποτελείται από ένα μεγάλο χώρο καθιστικού, που περιβάλλεται από τα τέσσερα μεγαλύτερα παράθυρα της κατοικίας, ενώ το άλλο μισό από τα δύο κύρια δωμάτια εκ των οποίων το ένα (το δωμάτιο του ίδιου του Μαλαπάρτε) συνδέεται με έναν χώρο γραφείων που βρίσκεται στο μπροστινό μέρος του σπιτιού.

Από τη βάση της κατοικίας ξεκινά η μεγάλη σε μήκος σκάλα που οδηγεί στο βατό δώμα της Βίλας, αναφερόμενο και ως "σολάριουμ" . Ο χώρος αυτός είναι ανεξάρτητος από το υπόλοιπο σπίτι, καθώς δεν μπορεί να τον προσεγγίσει κανείς από τους εσωτερικούς χώρους, αλλά αποκλειστικά από την εξωτερική σκάλα. Είναι μία ευθεία κλίμακα με σταδιακά αυξανόμενο πλάτος, χωρίς κάποιου είδους προστασία στα άκρα της. Όταν ο επισκέπτης την ανέβει και φτάσει πάνω στο δώμα, έχει τη δυνατότητα θέασης προς το περιβάλλον τοπίο.Χαρακτηριστικά, ο interior designer Steven Volpe αναφέρει για αυτή τη σκάλα: "Μέχρι εκεί ήταν σαν όνειρο. Νιώθεις σαν να είσαι στον ουρανό".[5]

Στην ταινία "Η Περιφρόνηση" (Le Mépris), που γυρίστηκε το 1963 από τον Jean-Luc Godard, η Βίλα Μαλαπάρτε αποτελεί το σκηνικό στο οποίο αυτή διαδραματίζεται, όπου η αρχιτεκτονική συνδέεται άμεσα με το σενάριο της.

Η πρόσβαση στην Κάζα Μαλαπάρτε είναι δύσκολη, καθώς βρίσκεται στην άκρη ενός απόκρημνου βράχου και μακριά από το κέντρο του νησιού. Για να καταφτάσει κανείς στην οικεία αυτή, θα πρέπει να διανύσει απόσταση περίπου μιάμισης ώρας από την Piazzetta του Κάπρι, καθώς η Βίλα δεν βρίσκεται κοντά σε δρόμο. Διαβαίνοντας κανείς αυτό το μονοπάτι, το μόνο κτίσμα που συναντάει είναι ένα εστιατόριο.Άδεια και χρήματα για τη δημιουργία του έδωσε ο ίδιος ο Μαλαπάρτε σε έναν φίλο του, ο γιος του οποίου σήμερα ο διοικεί. Το τελευταίο τμήμα του μονοπατιού προς την Βίλα, που για να το διανύσει κανείς θα περπατήσει είκοσι λεπτά, αποτελεί ιδιωτική ιδιοκτησία, που ανήκει στο Ίδρυμα Giorgio Ronchi.[6]

Από τη θάλασσα το σπίτι προσεγγίζεται με δυσκολία και μόνο όταν το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες. Παλαιότερα, η επιβίβαση γινόταν από τη βάρκα κατευθείαν επάνω στα βράχια, μέχρι που φτιάχτηκε η προβλήτα που υπάρχει σήμερα στο σημείο αυτό. Από το σημείο αυτό, θα πρέπει κανείς να ανέβει 99 σκαλοπάτια για να φτάσει στο σπίτι.

Το εσωτερικό της Κάζα Μαλαπάρτε

Μετά τον θάνατο του Κούρτσιο Μαλαπάρτε το 1957, η Βίλα εγκαταλείφθηκε και παραμελήθηκε. Τα φυσικά φαινόμενα και οι βανδαλισμοί της προκάλεσαν σοβαρές ζημιές. Ο ανηψιός του Μαλαπάρτε, Niccolo Rositani, ανέλαβε την αποκατάστασή της και την επαναφορά της σε μία βιώσιμη κατάσταση. Μεγάλο μέρος των αρχικών επίπλων είναι ακόμα εκεί, καθώς το μεγάλο τους μέγεθος δεν επέτρεπε την απομάκρυνσή τους. Η μαρμάρινη βυθισμένη μπανιέρα στο υπνοδωμάτιο της συντρόφου του εξακολουθεί να υφίσταται και λειτουργεί. Το υπνοδωμάτιο του Μαλαπάρτε και η βιβλιοθήκη του παραμένουν άθικτα.Το κτίριο δωρήθηκε στο Ίδρυμα Giorgio Ronchi το 1972 και η πρώτη σοβαρή ανακαίνιση ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές του 1990. Δεν ήταν λίγες οι ιταλικές βιομηχανίες που δώρισαν υλικά για τη συντήρηση της κατοικίας. Σήμερα το σπίτι προσφέρεται για μελέτες και πολιτιστικές εκδηλώσεις.

Ο Κούρτσιο Μαλαπάρτε

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Curzio Malaparte

Ο Κούρτσιο Μαλαπάρτε, ιδιοκτήτης της ομώνυμης Βίλας, ήταν στο επάγγελμα συγγραφέας. Άνθρωπος των γραμμάτων, διώχθηκε από τον Μουσολίνι το 1933 και εξορίστηκε σε ένα νησί της Μεσογείου. Η εξορία είχε μια παράδοξη επίδραση στον Μαλαπάρτε: Μετά την απελευθέρωσή του, ο Μαλαπάρτε επιθυμούσε ακόμη περισσότερη απόσταση και απομόνωση.[7] Μετά την αγορά έκτασης γης στην ανατολική ακτή του Κάπρι, ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Adalberto Libera να σχεδιάσει ένα σπίτι, αλλά αργότερα τον απέλυσε ώστε να υλοποιήσει το δικό του όραμα: ένα κτίριο που προεξέχει στην άκρη του βράχου με ένα λυρικό στοιχείο στην κορυφή και μια εξωτερική σκάλα που μικραίνει σταδιακά. "Ένα σπίτι σαν εμένα" έλεγε συχνά ο Μαλαπάρτε. Ήθελε το σπίτι του να αντανακλά το δικό του προσωπικό χαρακτήρα και να γίνει ένα μέρος για στοχασμό και συγγραφή. Ο ίδιος είπε κάποτε: "Τώρα ζω σε ένα νησί, σε ένα λιτό και μελαγχολικό σπίτι, το οποίο εγώ ο ίδιος έχτισα σε ένα μοναχικό βράχο πάνω από τη θάλασσα. Είναι η εικόνα της επιθυμίας μου».[4]

Το βιβλίο για την κατοικία του Μαλαπάρτε “Casa come me” (Ένα σπίτι σαν εμένα) που εκδόθηκε από τον Michael McDonough, περιλαμβάνει σχέδια και δοκίμια από πολλούς εξέχοντες καλλιτέχνες και αρχιτέκτονες, όπως ο James Wines, Tom Wolfe, ο Robert Venturi, Emilio Ambasz, Ettore Sottsass, Michael Graves, Γουίλεμ Νταφόε, ο Peter Eisenman, Wiel Arets και πολλά άλλα ονόματα των τεχνών και των γραμμάτων.[8]

Η Κάζα Μαλαπάρτε παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον σχετικά με την τομή της. Τέμνοντάς την εγκάρσια στο μέσον της, παρατηρούμε ότι οι δύο τομές που προκύπτουν είναι σχεδόν πανομοιότυπες. Στο σημείο που δημιουργείται η τομή τέμνεται ο διάδρομος σε όλα τα επίπεδα, εκατέρωθεν από τον οποίο αναπτύσσονται τα διάφορα δωμάτια. Πιο συγκεκριμένα, το κτίριο μας δίνει την αίσθηση ότι έχει προκύψει από τον αντικατοπτρισμό της μίας τομής. Παρουσιάζει απόλυτη συμμετρία, αν εξαιρεθεί το λευκό στοιχείο που υπάρχει στην οροφή του κτιρίου και ένα τμήμα του κατώτερου επιπέδου. Το πρόγραμμα της κατοικίας αναπτύσσεται με ένα ευθύγραμμο τρόπο διανομής, ευνοώντας τις απόψεις εγκάρσιας τομής των εσωτερικών χώρων. Κάθε μία απ’ αυτές διαφέρει στα μεγέθη και τις αναλογίες των χώρων και ταυτόχρονα το έδαφος ακολουθεί τις ιδιαιτερότητες της βάσης της κατοικίας. Γενικά η γραμμικότητα του κτιρίου δημιουργεί μία διαδρομή στο εσωτερικό. Ακόμη, στο ανώτατο επίπεδο υπάρχει μια ροή που οδηγεί από τους πιο κοινόχρηστους χώρους στους πιο ιδιωτικούς. Εάν κάνουμε μια διαμήκη τομή μπορούμε να δούμε ότι γενικά το σπίτι είναι συμμετρικό με εξαίρεση το λευκό στοιχείο της οροφής που μορφολογικά σπάει την αυστηρότητα του κτιρίου. Μάλιστα, αυτή η τομή είναι που περιγράφει καλύτερα το σύνολο του κτιρίου, αφού κι αυτό αναπτύσσεται γραμμικά. Φαίνεται ακόμη η σχέση της μεγάλης σκάλας με την κλίμα του σπιτιού και τις κλίσεις του περιβάλλοντος.

  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 147. Ανακτήθηκε στις 23  Αυγούστου 2018.
  2. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 147. Ανακτήθηκε στις 31  Ιουλίου 2018.
  3. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. Ανακτήθηκε στις 30  Ιουλίου 2018.
  4. 4,0 4,1 Yunis, Natalia (4 Ιανουαρίου 2016). «Villa Malaparte / Adalberto Libera». archdaily. 
  5. ANTRIM, TAYLOR (30 Απριλίου 2012). «The Minimalist Home Design of Capri's Casa Malaparte». Architectural Digest. 
  6. «Giorgio Ronchi Foundation». ronchi.isti.cnr.it (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2017. 
  7. Antrim, Taylor. «The Minimalist Home Design of Capri’s Casa Malaparte | Architectural Digest» (στα αγγλικά). Architectural Digest. http://www.architecturaldigest.com/story/casa-malaparte-capri-italy. Ανακτήθηκε στις 2017-01-30. 
  8. McDonough, Michael (1999). Malaparte: A House Like Me. Clarkson Potter. ISBN 9780609603789.