Θεόδωρος Χετάμης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Θεόδωρος Χετάμης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση11ος αιώνας
Θάνατος9  Μαρτίου 1098
Έδεσσα
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητακυβερνητικός αξιωματούχος
στρατιωτικός[1]
πολιτικός[2]
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΔουξ
Ο Βαλδουίνος της Βουλώνης εισέρχεται στην Έδεσσα, τον Φεβρουάριο του 1098. Παρίστανται και χαιρετίζεται από τους Αρμένιους κληρικούς, οι οποίοι καλωσόρισαν το τέλος της κηδεμονίας της Κωνσταντινούπολης[3]

Ο Θεόδωρος Χετάμης (αρμενικά: Թորոս կուրապաղատ, Θόρος ο κουροπαλάτης ή Θόρος γιος του Χετάμ) ήταν ένας Αρμενικής καταγωγής Βυζαντινός Διοικητής της Έδεσσας κατά τη στιγμή της Πρώτης Σταυροφορίας. Ο Θόρος ήταν πρώην αξιωματικός (κουροπαλάτης) στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία και αξιωματικός του Φιλαρέτου Βραχαμίου όταν αυτός ημιανεξαρτοποιήθηκε από την αυτοκρατορία. Ήταν αρμενικής καταγωγής, αλλά ήταν ελληνορθόδοξος στην πίστη.

Το Χρονικό του Ματθαίου της Έδεσσας αναφέρει ότι "ο Θόρος γιος του Χετάμ" διορίστηκε ως κυβερνήτης της Έδεσσας, την ίδια εποχή που ο Τουτούχ είχε νικήσει και σκοτώσει τον εμίρη Μπουζάν κι κατέλαβε το εμιράτο κατά το Αρμενικό έτος 543 (26 Φεβρουαρίου του 1094 - 25 Φεβρουαρίου 1095).[4] Σύμφωνα με τον Στρούντζα, ο πατέρας του Χετούμ [Ι] καταγόταν από την Οικογένεια Παχλαβουνί, μια σημαντική οικογένεια του Καυκάσου στην Αρμενία. Ο Στήβεν Ράνσιμαν αποκαλεί τον Θεόδωρο ως "γιος σε δικαίου" του Γαβριήλ της Μελιτηνής.[5]

Γύρω στο 1094, ο Σελτζούκος εμίρης της Δαμασκού Τουτούχ κατέλαβε την Έδεσσα και άφησε τον Θεόδωρο ως κυβερνήτη της. Ο Θεόδωρος αμέσως προσπάθησε να πάρει τον έλεγχο της πόλης για τον εαυτό του. Όταν ο Yaghi-Siyan, εμίρης της Αντιόχειας, και ο Ριντβάν, εμίρης του Χαλεπίου, κατέφυγαν στην Έδεσσα, μετά την ήττα από τον Μαλίκ Σαχ Α΄, ο Θεόδωρος προσπάθησε να πάρει λύτρα αιχμαλωτίζοντας τους. Όμως οι ευγενείς της Έδεσσας δεν συμφώνησαν μαζί του και αφέθηκαν ελεύθεροι. Ο Θεόδωρος τότε διώχνει την τουρκική φρουρά της πόλης. Οι Τούρκοι πολιόρκησαν την πόλη για δύο μήνες, αλλά δεν κατάφεραν να την καταλάβουν και αποχώρησαν, τότε ο Θεόδωρος αναγνωρίστηκε ως ανεξάρτητος άρχοντας της πόλης.

Ως Έλληνας ορθόδοξος χριστιανός, δεν αγαπήθηκε από τους Αρμένιους της Έδεσσας. Αντιστάθηκε στις επιθέσεις από τους Σελτζούκους, αλλά στο 1098 έπρεπε να ζητήσει βοήθεια από τους Σταυροφόρους, οι οποίοι ασχολούνταν με την πολιορκία της Αντιόχειας.

Ο Βαλδουίνος της Βουλώνης ήρθε στην Έδεσσα αλλά δεν βοήθησε την Έδεσσα που πολιορκούνταν, πιθανώς αναζητούσε να κερδίσει κάποια εδάφη για τον εαυτό του. Ο Θεόδωρος έπειτα τον κάλεσε στην Έδεσσα και έκανε μια συμμαχία μαζί του τον Φεβρουάριο του 1098. Ο Βαλδουίνος σταδιακά έπεισε τον Θεόδωρο να τον υιοθετήσει ως γιο και διάδοχό του, αλλά πριν γίνει αυτό, ο Βαλδουίνος επιτέθηκε στον Θεόδωρο και τον πολιόρκησε στην ακρόπολη. Ο Θεόδωρος συμφώνησε να του παραδώσει την πόλη και έκανε σχέδια για να φύγει με την οικογένειά του στην Μελιτηνή, αλλά λίγο αργότερα, στις 9 Μαρτίου, ο Θεόδωρος είχε δολοφονηθεί από τους Αρμένιους κατοίκους της πόλης, πιθανώς με εντολή του Βαλδουίνου, και ο Βαλδουίνος έγινε ο πρώτος λατίνος διοικητής της Έδεσσας.[6]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ανακτήθηκε στις 20  Ιουνίου 2019.
  2. Ανακτήθηκε στις 20  Ιουνίου 2019.
  3. Lebédel, Claude. Les Croisades: Origines et consequences. Éditions Ouest-France, 2006, p. 50.
  4. Armenia and the Crusades, Tenth to Twelfth Centuries: The Chronicle of Matthew of Edessa. Translated by Ara E. Dostourian. Lanham: University Press of America, 1993, p. 163.
  5. Runciman, Steven (1951). A History of the Crusades: Volume 1, The First Crusade and the Foundation of the Kingdom of Jerusalem. Cambridge: Cambridge University Press. σελ. 75. ISBN 0-521-06161-X. 
  6. Runciman. A History of the Crusades, vol. 1, pp. 206-07.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Steven Runciman, A History of the Crusades, vol. I: The First Crusade and the Foundation of the Kingdom of Jerusalem, Cambridge University Press, 1951.
  • Armenia and the Crusades, Tenth to Twelfth Centuries: The Chronicle of Matthew of Edessa. Translated by Ara Edmond Dostourian, National Association for Armenian Studies and Research, 1993.
  • Fulcher of Chartres, A History of the Expedition to Jerusalem, 1095-1127, trans. Frances Rita Ryan. University of Tennessee Press, 1969.