Η εξαίρεση επιβεβαιώνει τον κανόνα
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Η εξαίρεση επιβεβαιώνει τον κανόνα είναι μια φράση η οποία αποτελεί ουσιαστικά εφαρμογή της αρχής αποκλειόμενου μέσου. Η φράση δηλώνει ότι (σχετικά με μία κατάσταση πραγμάτων) είναι γνωστή ή δεδομένη μία ειδική συνθήκη (η εξαίρεση) που αν και μόνο αν ικανοποιείται τότε ισχύει Α, και συνεπώς όταν δεν ικανοποιείται η ειδική συνθήκη τότε ισχύει "όχι-Α". Η αρχική προέλευση της είναι η λατινική έκφραση exceptio probat regulam in casibus non exceptis (η εξαίρεση αποδεικνύει τον κανόνα για τις περιπτώσεις εκτός εξαίρεσης) που είχε προταθεί ως νομική αρχή από τον Κικέρωνα[1].
Η φράση συνήθως χρησιμοποιείται με λανθασμένη σημασία. Παραδείγματα σωστής χρήσης:
- Το γεγονός ότι ένας φαντάρος μπορεί με έγγραφη άδεια εξόδου από το διοικητή να βγει εκτός στρατοπέδου (εξαίρεση) "αποδεικνύει" ότι χωρίς ειδική άδεια είναι υποχρεωμένος να είναι εντός στρατοπέδου (κανόνας).
- Μια πινακίδα που απαγορεύει το παρκάρισμα τις εργάσιμες μέρες και ώρες από 08:00 ως 13:00 (εξαίρεση) αποδεικνύει ότι το παρκάρισμα επιτρέπεται τις υπόλοιπες ώρες (κανόνας).
Παραδείγματα λανθασμένης χρήσης:
- Κάποιος ισχυρίζεται ότι "πάντα ισχύει ότι όταν Α τότε συνεπάγεται Β".
Κάποιος άλλος του αντιτείνει ότι "εδώ όμως έχουμε μια συγκεκριμένη περίπτωση όπου ισχύει το Α και δεν ισχύει το Β".
Ο πρώτος του απαντά "η εξαίρεση επιβεβαιώνει τον κανόνα". - Ο ισχυρισμός ότι "όλοι οι κύκνοι είναι λευκοί", δεν επιβεβαιώνεται όπως θα συνεπαγόταν η συνήθης λανθασμένη χρήση της έκφρασης, αλλά αντίθετα καταρρίπτεται λόγω της ύπαρξης και μαύρων κύκνων.
Χρήση σε άλλες γλώσσες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σε όλες τις παρακάτω γλώσσες η έκφραση έχει την έννοια "Η εξαίρεση (που) επιβεβαιώνει τον κανόνα" ή "Οι εξαιρέσεις (που) επιβεβαιώνουν τον κανόνα":
- κροατικά: Iznimka koja potvrđuje pravilo
- τσεχικά: Výjimka potvrzuje pravidlo
- ολλανδικά: Uitzonderingen bevestigen de regel
- εσθονικά: Erand kinnitab reeglit
- φινλανδικά: poikkeus vahvistaa säännön
- γαλλικά: L'exception qui confirme la règle
- γερμανικά: Ausnahmen bestätigen die Regel
- αγγλικά: Exception that proves the rule
- ουγγρικά: kivétel erősíti a szabályt
- ιταλικά: L'eccezione che conferma la regola
- νορβηγικά: Unntaket som bekrefter regelen
- πολωνικά: Wyjątek potwierdza regułę
- πορτογαλικά: A exce(p)ção confirma a regra
- σλοβακικά: Výnimka potvrdzuje pravidlo
- σλοβενικά: Izjema potrjuje pravilo
- σουηδικά: Undantaget [som] bekräftar regeln
- ρουμανικά: Excepția confirmă regula
- ρωσικά: Исключение подтверждает правило