Ηλεκτροφόρηση αιμοσφαιρίνης
Η ηλεκτροφόρηση αιμοσφαιρίνης είναι εξέταση αίματος που μπορεί να ανιχνεύσει διαφορετικούς τύπους αιμοσφαιρίνης.[1] Χρησιμοποιεί τις αρχές της γέλης ηλεκτροφόρησης για το διαχωρισμό των διαφόρων τύπων αιμοσφαιρίνης και είναι ένας τύπος φυσικής γέλης ηλεκτροφόρησης. Η εξέταση μπορεί να ανιχνεύσει αφύσικα επίπεδα HbS, τη μορφή που σχετίζεται με τη δρεπανοκυτταρική νόσο,[2] καθώς και άλλες διαταραχές του αίματος που σχετίζονται με την αιμοσφαιρίνη, όπως η βήτα θαλασσαιμία και η αιμοσφαιρίνη C. Επίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να προσδιοριστεί εάν υπάρχει ανεπάρκεια οποιασδήποτε φυσιολογικής μορφής αιμοσφαιρίνης, όπως στην ομάδα των ασθενειών που είναι γνωστές ως θαλασσαιμίες. Οι διαφορετικές αιμοσφαιρίνες έχουν διαφορετικά φορτία και σύμφωνα με αυτά τα φορτία και την ποσότητα, οι αιμοσφαιρίνες κινούνται με διαφορετικές ταχύτητες στη γέλη ,είτε σε αλκαλική γέλη είτε σε όξινη γέλη. Η ηλεκτροφόρηση αιμοσφαιρίνης είναι επίσης γνωστή ως έλεγχος θαλασσαιμίας, η οποία μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη για τον ασθενή ο οποίος χρειάζεται συχνά μετάγγιση φρέσκου αίματος. Ο ασθενής χρειάζεται μετάγγιση αίματος επειδή το σώμα δεν είναι σε θέση να παράγει αρκετή αιμοσφαιρίνη για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του σώματος (βλ. αιμοσφαιρινοπάθεια). Η ηλεκτροφόρηση γίνεται με τη χρήση οξικής κυτταρίνης. Μετά την ηλεκτροφόρηση σε 150 έως 200 βολτ, λεκιάζεται η γέλη οξικής κυτταρίνης με κόκκινο Ponceau. Η θαλασσαιμία φτάνει στο μέγιστο επίπεδο Hb F και ακολούθως τα επίπεδα Hb A2 αυξάνονται.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Hemoglobin electrophoresis: MedlinePlus Medical Encyclopedia». medlineplus.gov. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2016.
- ↑ «Ηλεκτροφόρηση Αιμοσφαιρίνης». obgyn.gr.