Ριζάρι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αντικατάσταση παρωχημένου προτύπου με references tag |
|||
Γραμμή 16: | Γραμμή 16: | ||
==Παραπομπές== |
==Παραπομπές== |
||
<references /> |
|||
{{παραπομπές}} |
|||
{{clear}} |
{{clear}} |
Έκδοση από την 08:04, 6 Μαΐου 2017
Ριζάρι | ||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||
Σύστημα: κατά CRONQUIST, 1981 | ||||||||||||||
| ||||||||||||||
Διώνυμο | ||||||||||||||
Ερυθρόδανον το βαφικόν Rubia tinctorum L. |
Το ριζάρι (Rubia tinctorum) είναι αυτοφυής θάμνος που φύεται στη νότια Ευρώπη και την νοτιοδυτική Ασία. Το επίσημο όνομά του είναι Ερυθρόδανο το βαφικό ή Ρούβια η βαφική (Rubia tinctorum). Το φυτό είναι αγγειόσπερμο, δικοτυλήδονο και ανήκει στην οικογένεια των Ερυθροδανοειδών (Rubiaceae). Το ριζάρι ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο στο παρελθόν γιατί από την ρίζα του παραγόταν μία κόκκινη χρωστική, κατάλληλη για βαφή νημάτων. Η βαφή που προέκυπτε από το ριζάρι έχει ως κύριο συστατικό την αλιζαρίνη[1]. Η χρήση του ριζαριού εγκαταλείφθηκε όταν η χημική βιομηχανία παρήγαγε την ένωση ανιλίνη που έδινε το ίδιο αποτέλεσμα.
Παραπομπές
- ↑ arxaiologia.gr Το ριζάρι και η τεχνολογία του