Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γιοάχιμ Μάγιερ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γιοάχιμ Μάγιερ
Γενικές πληροφορίες
Γέννησηπ. 1537
Βασιλεία, Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία
Θάνατος24 Φεβρουαρίου 1571 (34 ετών)
Σβέριν
ΕθνικότηταΓερμανική
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςEarly New High German
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΜαχαιροποιός, Δάσκαλος των Όπλων, Ελεύθερος ξιφομάχος
Αξιοσημείωτο έργοGründtliche Beschreibung der Kunst des Fechtens
Επηρεάστηκε απόΓιοχάνες Λιχτενάουερ (Johannes Lichtenauer), Ζίγκμουντ Ρίνγκεκ (Sigmund Schining ain Ringeck), Πέτερ φον Ντάντσιχ (Peter von Danzig) κ.άλ.
Οικογένεια
ΣύζυγοςΑππολωνία Ρούλμαν (Appolonia Ruhlman)
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Γιοάχιμ Μάγιερ (γερμανικά: Joachim Meyer‎‎, π. 153724 Φεβρουαρίου 1571) υπήρξε δάσκαλος οπλομαχίας και Ελεύθερος ξιφομάχος (γερμ. Freifechter), που ζούσε στην Ελεύθερη Αυτοκρατορική Πόλη του Στρασβούργου τον 16ο αιώνα. Ηταν ο συγγραφέας του βιβλίου οπλομαχίας Gründtliche Beschreibung der Kunst des Fechtens (Λεπτομερείς περιγραφές της τέχνης της ξιφασκίας), που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1570. Ήταν ένας από τους τελευταίους δάσκαλους που ακολουθούσε τις διδαχές του μεγάλου διδάσκαλου οπλομαχίας Γιοχάνες Λιχτενάουερ.

Η διατριβή που συνέγραψε πάνω στα όπλα, Gründtliche Beschreibung der Kunst des Fechtens (1570), θεωρείται ένα από τα πιο ολοκληρωμένα συστήματα στις μεσαιωνικές γερμανικές πολεμικές τέχνες. Το βιβλίο του επανεκδόθηκε το 1600 και ίσως υπήρξε πηγή επιρροής για άλλα γερμανικά βιβλία ξιφασκίας του 16ο και του 17ο αιώνα, συμπεριλαμβανομένου και ενός του 1612 από τον Γιάκομπ Ζούτορ (Jacob Sutor).

Το ίδιο το βιβλίο του Μάγιερ περιγράφει ένα σύστημα μάχης σχεδιασμένο αρχικά για αθλητική ξιφομαχία ή ξιφομαχία μεταξύ πολιτών. Ουσιαστικά ήταν μία πρώιμη μορφή ξιφασκίας. Το βιβλίο του αποτελείται κυρίως από περιγραφικό κείμενο, με αρκετές ξυλογραφίες, καθεμία από τις οποίες απεικονίζει πολλαπλούς ξιφομάχους να εκτελούν διάφορες τεχνικές που περιγράφονται στο κείμενο. Αποτελείται από πέντε κεφάλαια, που καλύπτουν το μακρύ σπαθί, το dussack, το rapier, το ξιφίδιο και το κοντάρι.

Το σύστημα του Μάγιερ γενικά απορρέει από, και χρησιμοποιεί ορολογία και τεχνικές οπλομαχίας του μεγάλου δάσκαλου οπλομαχίας Γιοχάνες Λιχτενάουερ (Johannes Lichtenauer), ιδρυτή της Γερμανικής σχολής ξιφασκίας.

Το ίδιο το βιβλίο του Μάγιερ περιλαμβάνει λεπτομερές επεξηγηματικό κείμενο που περιγράφει τις φυλάξεις ή τις στάσεις για κάθε όπλο, κοψίματα,κίνηση (δουλειά) με τα πόδια και συγκεκριμένες και συχνά αρκετά περίπλοκες πράξεις ή κομμάτια χορογραφίας (Stückes) δυο ατόμων, συνοδευόμενα από μία σειρά από εκλεπτισμένες ξυλογραφίες, καθεμία από τις οποίες απεικονίζει σκηνές τοποθετημένες σε χώρο κάποιας φανταστικής σχολής ξιφασκίας. Αυτές οι ξυλογραφίες τυπικά απεικονίζουν τις στάσεις, τα συστήματα κοπής, όπως επίσης και πολλαπλούς ξιφομάχους να αναπαριστούν διάφορες τεχνικές που περιγράφονται στο κείμενο. Το βιβλίο αποτελείται από πέντε κεφάλαια, καλύπτει την ύλη του μακριού σπαθιού, του dussack (είδος σπάθης απο ξύλο ή δέρμα), του rapier (στην περίπτωση του Μάγιερ ήταν ένα μονής χρήσης ξίφος για θλαστικές και νυκτικές επιθέσεις), του εγχειρίδιου, τεχνικές πάλης, τα κοντάρια που σε αυτά συμπεριλαμβάνονται το κοντάρι και η αλαβάρδα.

Από κοινού με πρώιμες γερμανικές πηγές, το σύστημα του Μάγιερ δίνει εξέχουσα θέση στο μακρύ σπαθί, το οποίο είναι όχι μόνο το πρώτο όπλο που συζητάται, αλλά και το όπλο που αντιμετωπίζεται με την περισσότερη λεπτομέρεια, διαμορφώνοντας έτσι ένα υπόδειγμα διδασκαλίας για το υπόλοιπο σύστημα. Μέχρι την έκδοσή του βιβλίου το 1570, το μακρύ σπαθί είχε γίνει εκτενώς ένα όπλο που χρησιμοποιούνταν σε σχολές ξιφασκίας, κάπως τελετουργικής και αθλητικής φύσης όπου οι ξιφομάχοι χρησιμοποιούσαν ένα είδος μακριού σπαθιού που ονομάζονταν Feder. Ωστόσο, οι τεχνικές του rapier, του εγχειριδίου, του κονταριού και του dussack που περιγράφονται στο βιβλίου του Μάγερ δεν εμφανίζουν πολλές παραδοχές αθλητικών παραγόντων, όπου δέν έχουν παραλειφθεί από το κεφάλαιο του μακριού σπαθιού, όπως επίσης και μία σειρά από πιθανές θανατηφόρες κινήσεις που λήγουν τον αγώνα. Επιπροσθέτως, το κεφάλαιο του μακριού σπαθιού δείχνει συγκεκριμένα σαφή καταγωγή από τον προγενέστερο πολεμικό κώδικα της παράδοσης του Λιχτενάουερ (ο Μάγιερ αναφέρεται σε αυτήν ονομαστικά), και παραμένει μια από τις πιο λεπτομερείς, συστηματικές και ολοκληρωμένες πηγές για αυτό το όπλο.

Ο Μάγιερ όμως είχε γράψει και άλλα βιβλία πριν από αυτό. Ο Μάγιερ έγραψε το πρώτο βιβλίο του το 1560 ή το 1568 για τον Otto Κόμη von Sulms, Minzenberg και Sonnenwaldt. Είχε μια σειρά μαθημάτων εκπαίδευσης για μακρύ σπαθί, dussack και rapier. Το δεύτερο βιβλίο του γράφτηκε κάπου ανάμεσα στο 1563 με 1570 για τον Heinrich, Κόμη von Eberst, το οποίο είχε άλλη μορφή από το πρώτο. Όπως κι άλλα παλιότερα, ήταν ένα ανθολόγιο με τεχνικές και εργασίες παλαιότερων Γερμανών δάσκαλων οπλομαχίας. Το βιβλίο έχει τις εργασίες των Ζίγκμουντ Ρίνγκεκ (Sigmund Schining ain Ringeck), του Πέτερ φον Ντάντσιχ (Peter von Danzig), και του Μάρτιν Ζύμπερ (Martin Syber), ο οποίος ήταν δάσκαλος οπλομαχίας και είχε έρθει σε επαφή με πολλούς άλλους δάσκαλους που δίδασκαν το μακρύ σπαθί. Ανάμεσά στους δάσκαλους που συνάντησε και κατέγραψε τις τεχνικές τους ήταν και Έλληνες δάσκαλοι οπλομαχίας της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, αλλά έχει και επιγραμματικές τεχνικές για ράπιερ, βασισμένο σε τεχνικές μακριού μαχαιριού (messer) που το είχε συγγράψει ο ίδιος.

Το τελευταιό βιβλίο του Μάγιερ επανεκτυπώθηκε το 1600 στο Άουγκσμπουργκ και υπήρξε σημαντική πηγή επιρροής για άλλα γερμανικά βιβλία ξιφασκίας του 16ου και 17ου αιώνα, συμπεριλαμβανομένου και του προαναφερθέντος βιβλίου του Γιάκομπ Ζούτορ και ενός βιβλίου του 1672 από τον Ιταλό Theodor Verolinus. Και οι δύο εκδόσεις ήταν απλοποιημένες συσμπτύξεις της λεπτομερούς δουλειάς του Μάγιερ. Ο Μάγιερ αναφέρεται σε μία σύντομη διατριβή στα λατινικά πάνω στις πολεμικές τέχνες από τον Heinrich von Gunterrodt (1579) και υπήρξε, επίσης, ο μόνος Γερμανός ανάμεσα στους δασκαλους οπλομαχίας που καταγράφεται στα τέλη του 17ου αιώνα από τον Giuseppe Morsicato Pallavicini στην διατριβή του πἀνω στην ξιφασκία.

Λίγα είναι γνωστά για τον ίδιο τον Μάγιερ. Κάποιες πληροφορίες για τη ζωή του Μάγιερ ήρθαν στην επιφάνεια ως αποτέλεσμα μίας πρόσφατης έρευνας (βλ. Dupuis). Αρχικά από την Βασιλεία, έγινε δημότης Στρασβούργου με το γάμο του με μία χήρα το 1560, πολύ πιθανόν κατά τη διάρκεια της μαθητείας του ως μαχαιροποιού. Την τέχνη την έμαθε στα ταξίδια που έκανε. Ήρθε σε επαφή με πολλούς πολεμιστές, ιππότες, μισθοφόρους (Γερμανούς, Ιταλούς, Έλληνες stratioti και άλλους), ξιφομάχους και δασκάλους οπλομαχίας όπου εκπαιδεύονταν από αυτούς. Για αυτό το λόγο έχει και επιρροές από διάφορες σχολές. Για παράδειγμα το rapier έχει πολλές επιρροές από την Ιταλική σχολή.

Έβγαζε τα προς το ζην και ως μαχαιροποιός και ως επαγγελματίας ξιφομάχος έως το 1570, τη χρονιά που έκδοσε το βιβλίο που τον έκανε διάσημο. Η συγγραφή του βιβλίου του τον άφησε βαθιά χρεωκοπημένο και η ανεύρεση πιθανών αγοραστών τον οδήγησαν να εγκαταλείψει το Στρασβούργο και να δουλέψει ως Δάσκαλος των Όπλων στην αυλή του Δούκα του Σβέριν. Δυστυχώς, ο θάνατος (ίσως απο πνευμονία) τον βρήκε λίγο αφού είχε καταφτάσει, αφήνοντας το βάρος του χρέους του στη χήρα σύζυγό του και στον κουνιάδο του.

Η σχολή του Γιοάχιμ Μάγιερ που έδρευε στο Στρασβούργο και συνέχισε να λειτουργεί και μετά το θάνατο του, είχε τεράστια φήμη σε όλη τη Γερμανία. Το 1681 όταν ο βασιλιάς της Γαλλίας Λουδοβίκος ΙΔ΄ κατέλαβε την πόλη, η σχολή μετονομάστηκε σε Ακαδημία των Όπλων (γαλλ. Academie des armes) και αφομοιώθηκε από τη Γαλλική σχολή ξιφασκίας.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Meyer Freifechter Guild. Διεθνής Συντεχνία Ξιφασκίας και μη κερδοσκοπικός οργανισμός, με αποστολή τη μελέτη και την εκπαίδευση των μεσαιωνικών και αναγεννησιακών πολεμικών τεχνών.