Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βρινζολαμίδη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η χημική δομή της βρινζολαμίδης.

Η βρινζολαμίδη ως φαρμακευτική δραστική ουσία, είναι ένας αναστολέας καρβονικής ανυδράσης[1] που χρησιμοποιείται για τη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης σε ασθενείς με γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας, ή οφθαλμική υπέρταση.

Η βρινζολαμίδη εγκρίθηκε ως γενόσημο φάρμακο στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής το Νοέμβριο του 2020. Τα εμπορικά ονόματα με τα οποία διακινείται στην αγορά είναι, μεταξύ άλλων, Azopt και Befardin. H βρινζολαμίδη αναστέλλει την καρβονική ανυδράση, η οποία είναι ένα ένζυμο που βρίσκεται σε πολλούς ιστούς του ανθρώπινου οργανισμού, όπως και στους οφθαλμούς.

Κύρια δράση - χαρακτηριστικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δρα πρωτίστως στις ακτινωτές προβολές του οφθαλμού, με συνέπεια να ελαττώνει την έκκριση υδατοειδούς υγρού και έτσι, κατακόρυφα μειώνεται η λεγόμενη, ενδοφθάλμια πίεση. Η τελευταία είναι κρίσιμος παράγοντας κινδύνου στις βλάβες του οπτικού νεύρου, καθώς επίσης και της απώλειας οπτικών πεδίων στο γλαύκωμα.[2]

Είναι ένα αποτελεσματικό φάρμακο για χρόνια χρήση αλλά δεν συνιστάται σε ασθενείς με προβλήματα στους νεφρούς, ή με αλλεργία στη βρινζολαμίνη. Αποβάλλεται άθικτη κατά 60% από το ανθρώπινο σώμα.

  1. «Brinzolamide». Drug Information Portal. U.S. National Library of Medicine. 
  2. https://www.galinos.gr/web/drugs/main/substances/brinzolamide