Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βλέφαρο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αιμοφόρα αγγεία των βλεφάρων, μπροστινή όψη

Το βλέφαρο είναι λεπτή πτυχή δέρματος που καλύπτει και προστατεύει το μάτι.[1] Ο ανελκτήρας μυς μαζεύει το βλέφαρο, εκθέτοντας τον κερατοειδή, με αποτέλεσμα να είναι εφικτή η όραση. Αυτό μπορεί να συμβεί είτε εκούσια είτε ακούσια. Το ανθρώπινο βλέφαρο διαθέτει σειρά τριχών, τις βλεφαρίδες, κατά μήκος του άκρου του, οι οποίες χρησιμεύουν για την ενίσχυση της προστασίας του ματιού από τη σκόνη και τα ξένα υπολείμματα, καθώς και από τον ιδρώτα. Η βασική λειτουργία του βλεφάρου είναι να απλώνει τακτικά τα δάκρυα και άλλες εκκρίσεις στην επιφάνεια του ματιού για να το διατηρεί υγρό, αφού ο κερατοειδής πρέπει να είναι συνεχώς υγρός. Προστατεύουν τα μάτια από το να στεγνώσουν κατά τη διάρκεια του ύπνου. Επιπλέον, το αντανακλαστικό του βλεφαρίσματος προστατεύει το μάτι από ξένα σώματα.

Η εμφάνιση του ανθρώπινου άνω βλεφάρου συχνά ποικίλλει μεταξύ διαφορετικών πληθυσμών. Ο επιπολασμός της επικάνθιας πτυχής που καλύπτει την εσωτερική γωνία του ματιού αντιπροσωπεύει την πλειονότητα των πληθυσμών της Ανατολικής Ασίας και της Νοτιοανατολικής Ασίας και βρίσκεται επίσης σε διάφορους βαθμούς μεταξύ άλλων πληθυσμών.[2] Ξεχωριστά, αλλά και με παρόμοιο τρόπο ποικίλλει μεταξύ των πληθυσμών, η πτυχή του υπολοίπου του βλεφάρου μπορεί να σχηματίσει είτε ένα «μονό βλέφαρο», ένα «διπλό βλέφαρο» ή μια ενδιάμεση μορφή.[3]

Τα βλέφαρα υπάρχουν και σε άλλα ζώα, μερικά από τα οποία μπορεί να έχουν τρίτο βλέφαρο ή νηκτική μεμβράνη.


  1. Goldman, Lee (25 Ιουλίου 2011). Goldman's Cecil Medicine (24th έκδοση). Philadelphia: Elsevier Saunders. σελ. 2426. ISBN 978-1437727883. 
  2. Lee, Y., Lee, E. and, Park, W.J. (2000): Anchor epicanthoplasty combined with outfold type double eyelidplasty for Asians: do we have to make an additional scar to correct the Asian epicanthal fold? Plast. Reconstr. Surg. 105:1872–1880
  3. «The Asian upper eyelid: an anatomical study with comparison to the Caucasian eyelid». Archives of Ophthalmology 117 (7): 907–12. July 1999. doi:10.1001/archopht.117.7.907. PMID 10408455.