Αμπρίνη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η δομή της αμπρίνης
Το φυτό Abrus precatorius, από τα κόκκινα σπέρματα του οποίου εκχυλίζεται η αμπρίνη

Η αμπρίνη (αγγλ. abrin) είναι τοξική πρωτεΐνη που απαντάται στα σπέρματα του φυτού Abrus precatorius. Η μέση τοξική δόση ανέρχεται στα 0,7 μικρογραμμάρια ανά χιλιόγραμμο σωματικού βάρους, όταν χορηγείται ενδοφλεβίως σε ποντίκια, γεγονός που την καθιστά περίπου 30 φορές πιο τοξική από την συγγενή της ένωση, την ρικίνη[1]. Η μέση τοξική δόση για τον άνθρωπο κυμαίνεται από 10 έως 1000 μικρογραμμάρια ανά χιλιόγραμμο, όταν προσλαμβάνεται μέσω της πεπτικής οδού, ενώ είναι 3,3 μικρογραμμάρια ανά χιλιόγραμμο, όταν εισπνέεται.[2]

Η αμπρίνη, όπως η ρικίνη και η ρομπίνη, είναι πρωτεΐνη - αναστολέας των ριβοσωμάτων. Μπορεί επίσης να βρεθεί στους σπόρους του φυτού Ricinus communis, από τους οποίους εξάγεται το καστορέλαιο και η ρικίνη.[3]

Ιδιότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αμπρίνη είναι υδατοδιαλυτή[4] λεκτίνη. Όταν παράγεται σε μορφή κόνεως έχει χρώμα λευκό - υποκίτρινο. Είναι σταθερή ουσία και μπορεί να αντέξει σε ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες.[5]

Χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεν είναι γνωστό να έχει χρησιμοποιηθεί ως πολεμική χημική ουσία (ΠΧΟ).[6] Υπάρχει ως φυσικό συστατικό στα σπέρματα του φυτού Abrus precatorius, φυτό που είναι κοινό σε τροπικές περιοχές και κατά καιρούς έχει χρησιμοποιηθεί ως θεραπευτικό βότανο για ορισμένες ασθένειες [7], ενώ το εξωτερικό κέλυφος του σπερμάτων προστατεύει το περιεχόμενό τους στα στομάχια των περισσότερων θηλαστικών, αφήνοντάς τα ανεπηρέαστα. Τα σπέρματα κατά καιρούς έχονυ χρησιμοποιηθεί, αφού τρυπηθούν κατάλληλα, ως χάντρες για κατασκευή κοσμημάτων ή κομπολογιών (γι αυτό και μια από τις ονομασίες του φυτού στην αγγλική γλώσσα είναι «μπιζέλι-κομπολόι» (rosary pea)). Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε δηλητηρίαση εάν κάποιος καταπιεί μια από τις χάντρες, ή εάν ένα τμήμα του εν λόγω κοσμήματος έρθει σε επαφή με τραυματισμένο δέρμα[8][9] Έχει δειχθεί ότι η αμπρίνη μπορεί να δρα ως ανοσοενισχυτικό για τη θεραπεία του καρκίνου σε ποντικούς.[10]

Τοξικότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αμπρίνη δρα με διείσδυση στα σωματικά κύτταρα και αναστέλλοντας την πρωτεϊνική σύνθεση σε αυτά. Με προσάρτηση σε μια αλυσίδα υδατάνθρακα πάνω στην κυτταρική επιφάνεια, το μόριο της αμπρίνης «αγκιστρώνεται» στο κύτταρο, στη συνέχεια φαγοκυττώνεται και εισέρχεται στα εσωτερικά μέρη του κυττάρου όπου αντιδρά με μία ριβοσωματική υπομονάδα και παρεμβαίνει στην κανονική διαδικασία σύνθεσης πρωτεΐνης του κυττάρου. Χωρίς αυτές τις πρωτεΐνες, τα κύτταρα δεν μπορούν να επιβιώσουν. Αυτό είναι επιβλαβές για το ανθρώπινο σώμα και μπορεί να αποβεί μοιραίο. Η σοβαρότητα των επιδράσεων της δηλητηρίασης από αμπρίνη ποικίλλει ανάλογα με τον τρόπο έκθεσης στην ουσία (με εισπνοή, κατάποση ή ένεση).[11]

Συμπτώματα δηλητηρίασης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα κύρια συμπτώματα της δηλητηρίασης από αμπρίνη εξαρτώνται από την οδό έκθεσης και της δόσης που έλαβε το άτομο, αν και σε σοβαρές περιπτώσεις πολλά όργανα μπορεί να επηρεαστούν. Αρχικά τα συμπτώματα δηλητηρίασης με εισπνοή μπορεί να σημειωθούν μέσα σε 8 ώρες από την έκθεση. Μετά την κατάποση αμπρίνης, τα αρχικά συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν σε λιγότερο από 6 ώρες αλλά συνήθως καθυστερούν επί 1 έως 3 ημέρες.

Εισπνοή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μέσα σε λίγες ώρες από την εισπνοή μιας μικρής ποσότητας αμπρίνης, τα ενδεχόμενα συμπτώματα θα είναι αναπνευστική δυσχέρεια, πυρετός, βήχας, ναυτία, και σφίξιμο στο στήθος. Έντονη εφίδρωση μπορεί να ακολουθήσει, καθώς και πνευμονικό οίδημα. Αυτό θα κάνει την αναπνοή ακόμη πιο δύσκολη, και το δέρμα μπορεί να λάβει μπλε απόχρωση. Το πλεονάζον υγρό στους πνεύμονες θα διαγνωστεί με ακτίνες Χ ή με ακρόαση με ένα στηθοσκόπιο. Τέλος, μπορεί να σημειωθεί χαμηλή πίεση του αίματος και αναπνευστική ανεπάρκεια, οδηγώντας σε θάνατο.

Κατάποση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν κάποιος καταπιεί μια μικρή ποσότητα αμπρίνης, θα εμφανίσει εμετό και διάρροια που μπορεί να γίνει αιματώδης. Σοβαρή αφυδάτωση μπορεί να είναι το αποτέλεσμα, που ακολουθείται από χαμηλή πίεση του αίματος. Άλλες ενδείξεις ή συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν ψευδαισθήσεις, επιληπτικές κρίσεις, και αίμα στα ούρα. Μέσα σε μερικές ημέρες, το ήπαρ, ο σπλήνας και τα νεφρά μπορεί να σταματήσουν να λειτουργούν με συνέπεια τον θάνατο του ατόμου.

Απορρόφηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η απορρόφηση αμπρίνης σε μορφή σκόνης ή νέφους μπορεί να προκαλέσει ερυθρότητα και πόνο στο δέρμα και τα μάτια. Θάνατος από δηλητηρίαση αμπρίνης θα μπορούσε να επισυμβεί μέσα σε 36-72 ώρες από την έκθεση, ανάλογα με την οδό έκθεσης (εισπνοή, κατάποση, ή ένεση) και η δόση που λήφθηκε. Αν ο θάνατος δεν έχει συμβεί σε 3 έως 8 ημέρες, το θύμα συνήθως ανακάμπτει.

Θεραπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεν υπάρχει αντίδοτο για την αμπρίνη.

Ο πιο σημαντικός παράγοντας είναι η πρόληψη και η αποφυγή έκθεσης σε αυτή. Εάν δεν μπορεί να αποφευχθεί η έκθεση, ο πιο σημαντικός παράγοντας στη συνέχεια να απομακρυνθεί η αμπρίνη από το σώμα όσο το δυνατόν ταχύτερα. Η δηλητηρίαση αντιμετωπίζεται με την παροχή στα θύματα ιατρικής υποστηρικτικής αγωγής για ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων της δηλητηρίασης. Ο τύπος της υποστηρικτικής θεραπείας θα εξαρτηθεί από διάφορους παράγοντες, όπως η οδός μέσω της οποίας δηλητηριάστηκε ο παθών (δηλαδή, αν ήταν δηλητηρίαση από εισπνοή, κατάποση, ή το δέρμα ή έκθεση των ματιών). Η φροντίδα μπορεί να περιλαμβάνει μέτρα όπως παροχή αναπνευστικής βοήθειας στα θύματα, ενδοφλέβια χορήγηση υγρών, χορήγηση φαρμάκων για τη θεραπεία παθήσεων όπως η αποπληξία και η χαμηλή αρτηριακή πίεση, πλύση στομάχου με ενεργό άνθρακα (αν η αμπρίνη έχει πολύ πρόσφατα καταποθεί), ή το πλύσιμο των έξω οφθαλμών με νερό, αν υφίσταται ερεθεισμός σε αυτά.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Gill DM (1982). «Bacterial toxins: a table of lethal amounts» (pdf). Microbiological Reviews 46 (1): 86–94. PMID 6806598. PMC 373212. http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC373212/pdf/microrev00066-0096.pdf. 
  2. http://jat.oxfordjournals.org/content/33/2/77.full.pdf
  3. Dickers KJ, Bradberry SM, Rice P, Griffiths GD, Vale JA (2003). «Abrin poisoning». Toxicological Reviews 22 (3): 137–142. doi:10.2165/00139709-200322030-00002. PMID 15181663. https://archive.org/details/sim_toxicological-reviews_2003_22_3/page/137. 
  4. «National Center for Environmental Health (NCEH)/Agency for Toxic Substances and Disease Registry (ATSDR): Facts about abrin». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Σεπτεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 5 Απριλίου 2015. 
  5. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Σεπτεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 5 Απριλίου 2015. 
  6. «Facts About Abrin». Centers for Disease Control and Prevention. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Σεπτεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 5 Απριλίου 2015. 
  7. http://www.iloveindia.com/indian-herbs/abrus-precatorius.html
  8. «Toxic bracelet ruined my life». Daily Mail. 18 April 2012. http://www.dailymail.co.uk/news/article-2131768/Toxic-bracelet-ruined-life-Woman-sectioned-suffering-hallucinations-abscesses-caused-jewellery.html?ICO=most_read_module. 
  9. http://www.cdc.gov/niosh/ershdb/EmergencyResponseCard_29750000.html
  10. PMID 7083176 (PubMed)
    Citation will be completed automatically in a few minutes. Jump the queue or expand by hand
  11. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Σεπτεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 5 Απριλίου 2015.