Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αμνηστία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Αμνηστία ονομάζεται η διά νόμου άρση του αξιόποινου χαρακτήρα ορισμένων πράξεων με την οποία και αναστέλλεται η ισχύς των, προς κολασμό τούτων, νόμων καθώς και η ανάκριση ή δίωξη επ' αυτών των πράξεων. Με την αμνηστία επέρχεται δηλαδή η απόσβεση της ποινικής αγωγής. Η παροχή αμνηστίας ονομάζεται αμνήστευση.[1]

Με την αμνηστία αίρεται μόνο το αξιόποινο της αδίκου πράξης που σημαίνει ότι δεν απαλλάσσει τον αμνηστευμένο της υποχρέωσης αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης αν τέτοια επίσης έχουν καταλογισθεί. Στον αμνηστευμένο, είναι εύλογο ότι δεν παρέχεται το δικαίωμα αίτησης επανάληψης της δίκης προκειμένου να αποδείξει την αθωότητά του.

Η αμνηστευμένη πράξη διαγράφεται από το ποινικό μητρώο του αμνηστευμένου. Την αμνηστία παρέχει ο ανώτατος άρχων (βασιλεύς ή πρόεδρος) κατόπιν εισήγησης και ευθύνης του αρμόδιου Υπουργού Δικαιοσύνης.

Η Αμνηστία είναι πράξη πολιτική που αποβλέπει στο συμφέρον της Πολιτείας και που υπαγορεύεται από ποικίλες συνθήκες και ανάγκες τόσο του Κράτους όσο και από πιθανές ανάγκες κοινωνικού συμφέροντος. Αυτή αποτελούσε προνόμιο του βασιλέως όταν θεσμοθετήθηκε και περιλήφθηκε, με αίτημα του βασιλέως Γεωργίου Α΄, στο Σύνταγμα του 1911, άρθρο 39 ως δικαίωμα «παραχώρησης αμνηστίας μόνο επί πολιτικών εγκλημάτων επί τη ευθύνη του Υπουργείου», προκειμένου επανέλθει η τάξη από έκτροπα που σημειώθηκαν μετά από τα γεγονότα του 1909. Έτσι η διάταξη αυτή συνεχίζει έκτοτε να διατηρείται τροποποιούμενη κάθε φορά αναλόγως του πολιτεύματος.

Και όμως οι συζητήσεις με παράλληλες διαφωνίες περί της απονομής της, υπήρξαν επί 10ετίες πολλές τόσο ως προς την έκταση και το είδος των αδικημάτων, όσο και προς τα πρόσωπα με ή άνευ όρων. Συμποσούμενες αυτές σε κανόνες απονομής είναι:

  1. Να απονέμεται πριν ή σε οποιοδήποτε στάδιο δίωξης ακόμα και κολασμού (δηλαδή και μετά εκδίκαση και οριστική καταδίκη),
  2. Να απονέμεται γενικά, τόσο για τη κυρία πράξη όσο και για τις επακόλουθες, της κυρίας, πράξεις και επί των συμμετασχόντων σ' αυτές και
  3. (Κατ' ερμηνεία Συντάγματος υπό Κωστή και Κωνσταντόπουλο) Η αμνηστία να απονέμεται για οποιοδήποτε αδίκημα, και άνευ περιορισμού, όταν ανάγκη της Πολιτείας το απαιτήσει. Όμως στο Σύνταγμα του 1922[εκκρεμεί παραπομπή] περιλήφθηκε αντίθετη διάταξη κατά την οποία «αμνηστία επί κοινών εγκλημάτων ουδέ δια νόμου απονέμεται» που συνέχισε να ισχύει στις νεότερες αναθεωρήσεις.

Σημείωση: Η Αμνηστία δεν θα πρέπει να συγχέεται με την απόδοση χάριτος που αφορά επιείκεια ή μετριασμό χρόνου έκτισης ποινής.

  1. «αμνήστευση». Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας. Ακαδημία Αθηνών. Ανακτήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2024.