Έριχ Όζερ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έριχ Όζερ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση18  Μαρτίου 1903[1][2][3]
Adorf/Vogtl.
Θάνατος6  Απριλίου 1944[1]
Βερολίνο[4]
Συνθήκες θανάτουαυτοκτονία
ΚατοικίαKaulsdorf
Χώρα πολιτογράφησηςΓερμανικό Ράιχ
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά[5]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασκιτσογράφος καρτούν
συγγραφέας
εικονογράφος
ζωγράφος
αντιστασιακός
συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας[6]
ΕργοδότηςDeutsche Zeichentrickfilme G.m.b.H[7]
Οικογένεια
ΣύζυγοςMarigard Bantzer
ΣυγγενείςCarl Ludwig Noah Bantzer (πεθερός)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Κουρτ Έριχ Όζερ (γερμανικά: Kurt Erich Ohser‎‎, Ουντεργκέτενγκρυν, 18 Μαρτίου 1903 – Βερολίνο, 6 Απριλίου 1944), γνωστός με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο e. o. plauen, ήταν Γερμανός σκιτσογράφος και γελοιογράφος, ο οποίος έγινε ιδιαίτερα γνωστός με τις εικονογραφημένες ιστορίες των χαρακτήρων «Πατέρας και γιος» (Vater und Sohn).

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Έριχ Όζερ γεννήθηκε στο Ουντεργκέτενγκρυν, κοντά στο Τσβίκαου της Σαξωνίας. Στην ηλικία των έξι, μετακόμισε με την οικογένειά του στο Πλάουεν. Εκεί ολοκλήρωσε επιτυχώς μαθητεία ως κλειδαράς, και κατόπιν, από το 1921 ως το 1926, αντίθετα με τις επιθυμίες των γονιών του, σπούδασε στην Κρατική Ακαδημία Γραφικών Τεχνών και Εμπορίου Βιβλίων στην Λειψία. Παράλληλα εργαζόταν στην εφημερίδα Neue Leipziger Zeitung, της οποίας ο συντάκτης Έριχ Κνάουφ τον γνώρισε με τον συγγραφέα Έριχ Καίστνερ, ξεκινώντας την μακρόχρονη φιλία των «Τριών Έριχ» („die drei Erichs“). Με το πέρας των σπουδών του ο Όζερ γρήγορα έγινε γνωστός ως εικονογράφος βιβλίων (μεταξύ άλλων εικονογράφησε τους τόμους ποίησης του Καίστνερ) και ως γελοιογράφος (λ.χ. στην εφημερίδα του SPD, Vorwärts). Ειδικά με τις γελοιογραφίες του Αδόλφου Χίτλερ και του Γιόζεφ Γκαίμπελς, απέκτησε την έντονη έχθρα των εθνικοσοσιαλιστών. Μαζί με τον Καίστνερ και τον φωτογράφο Χάιν Γκόρνυ έκανε ταξίσια στο Παρίσι, τη Μόσχα, και το Λένινγκραντ (όπου και ανέπτυξε την απορριπτική του στάση απέναντι στον κομμουνισμό). Το 1930 παντρεύτηκε την συμφοιτήτριά του Μάριγκαρντ Μπάντσερ. Το επόμενο έτος γεννήθηκε ο γιος τους Κρίστιαν.

Η κατάληψη της εξουσίας από τους Ναζί το 1933 σήμανε το τέλος της καριέρας του Όζερ ως πολιτικού γελοιογράφου. Η αίτησή του να γίνει μέλος του νεοσυσταθέντος «Επιμελητηρίου Τύπου του Ράιχ» (Reichspressekammer) απορρίφθηκε, πράγμα που ισοδυναμούσε με απαγόρευση άσκησης επαγγέλματος. Έτσι η γυναίκα του αναγκάστηκε να σηκώσει μόνη της το βάρος συντήρησης της οικογένειας. Στο τέλος του 1934 ο Όζερ κατάφερε να προσληφθεί στο περιοδικό Berliner Illustrirte Zeitung, η οποία αναζητούσε ένα κόμικ ανάλογο του Μίκυ Μάους, με τα πρώτα σκίτσα του «Πατέρα και γιου». Ο Όζερ απαγορευόταν να δημοσιεύει με το πραγματικό του όνομα, και προσλήφθηκε μόνο αφού υιοθέτησε το ψευδώνυμο «e.o.plauen» (τα αρχικά του συν το όνομα της πόλης όπου μεγάλωσε), και δεσμεύτηκε να απέχει οποιασδήποτε πολιτικής δραστηριότητας. Τον Δεκέμβριο του 1934 δημοσιεύτηκε έτσι η πρώτη ιστορία του «Πατέρα και γιου», η οποία συνέχισε να δημοσιεύεται σε εβδομαδιαία βάση επί τρία χρόνια σε αυτή την μεγάλης κυκλοφορίας έκδοση. Ο ίδιος εκδοτικός οίκος εξέδωσε επίσης τρεις τόμους του κόμικ, που όλοι σημείωσαν σημαντική επιτυχία. Κατόπιν τούτου ο «e.o.plauen» επετράπη να εργάζεται επίσημα, και το 1940 έγινε συνεργάτης της εβδομαδιαίας εφημερίδας Das Reich. Εκεί άρχισε ξανά να εργάζεται ως γελοιογράφος, και απέκτησε ιδιαίτερη φήμη για τις γελοιογραφίες του Ιωσήφ Στάλιν, που θεωρούνταν ιδιαίτερα πετυχημένες. Το 1942, ο Γκαίμπελς ίδρυσε την εταιρεία «Γερμανικά Κινούμενα Σχέδια ΕΠΕ» („Deutscher Zeichenfilm GmbH“), στην οποία ο Όζερ συνεργάστηκε με τον Μάνφρεντ Σμιντ (τον μετέπειτα δημιουργό του ντετέκτιβ Νικ Κνάτερτον) πάνω στην ταινία κινουμένων σχεδίων «Ο κακόμοιρος Χάνζι» (Armer Hansi), διάρκειας 17 λεπτών, που προβλήθηκε το 1944 στα γερμανικά σινεμά. Περιεχόμενο της ταινίας: το καναρίνι Χάνζι το σκάει από το κλουβί του, επειδή ερωτεύτηκε ένα περαστικό χελιδόνι. Αλλά ο σύζυγος του έρωτά του αντιδρά άσχημα, και με δεδομένους τους κινδύνους που βιώνει ο Χάνζι έξω από το κλουβί του, επιστρέφει μετανοιωμένος στο κλουβί και στην γυναίκα του.

Παρόλα αυτά, ο Όζερ δεν κατάφερε να αποκρύψει την απέχθειά του προς το ναζιστικό καθεστώς. Στις 22 Φεβρουαρίου 1944, μια καταγγελία εις βάρος του από τον γείτονά του Μπρούνο Σουλτς, τότε Λοχαγού στην Διεύθυνση Προπαγάνδας της Βέρμαχτ, παραδόθηκε στον Γκαίμπελς. Παρότι φίλος του Όζερ, ο δημοσιογράφος Γκέρχαρντ Βάιζε, που εργαζόταν σε μια υπηρεσίας παραπληροφόρισης του εξωτερικό και των ξένων, ανέλαβε να μελετήσει την αξιοπιστία του μάρτυρα, και σύμφωνα με μια αρχειακή σημείωση, στις 7 Μαρτίου 1944 επιβεβαίωσε «ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στην καταγραφή της 22 Φεβρουαρίου 1944 αντιστοιχούν στα γεγονότα».[8] Στις 28 μαρτίου ο Όζερ και ο φίλος του Έριχ Κνάουφ συνελήφθησαν, και δρομολογήθηκε δίκη τους στο διαβόητο Volksgerichtshof («Λαϊκό Δικαστήριο») στις 6 Απριλίου, υπό την προεδρία του Ρόλαντ Φράισλερ. Ο Όζερ κρεμάστηκε στο κελί του την προηγούμενη νύχτα. Ο Κνάουφ εκτελέστηκε τον Μάιο. Μέχρι το 1968, η λάρνακα με τις στάχτες του Όζερ βρισκόταν στο Ράιχενμπαχ αν ντερ Φιλς. Κατόπιν, σύμφωνα με την επιθυμία του ίδιου, μεταφέρθηκε στον οικογενειακό τάφο στο Πλάουεν.[9]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 «Erich Ohser». (Ολλανδικά) RKDartists. 268803.
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) Find A Grave. 20791. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 30  Δεκεμβρίου 2014.
  5. CONOR.SI. 33718627.
  6. Ανακτήθηκε στις 20  Ιουνίου 2019.
  7. Giannalberto Bendazzi: «Foundations - The Golden Age» (Αγγλικά) Taylor & Francis. 2016. σελ. 149. ISBN-13 978-1-138-85452-9.
  8. Eva Züchner: Der verschwundene Journalist. Eine deutsche Geschichte. Βερολίνο 2010, σελ. 227.
  9. «Βιογραφία στο e.o.plauen.de». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2018. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Detlef Manfred Müller: Erich Ohser – e.o.plauen (1903–1944) – Der politische Zeichner. Annäherung an eine Künstlerexistenz in ‚Weimarer Republik’ und ‚Drittem Reich’. Katalogessay, Vogtlandmuseum Plauen, Plauen 2004.
  • Detlef Manfred Müller: Erich Ohser – e.o.plauen (1903–1944) – Vater und Sohn & die Berliner Illustrirte Zeitung der Jahre 1934–1937. Ein Idyll mit dpppeltem Boden? Katalogbuch, Galerie e.o.plauen, Plauen 2009.
  • Dorothea Peters (1999), Ohser, Erich, 19, Berlin: Duncker & Humblot, σελ. 496–497 , (πλήρες κείμενο στο διαδίκτυο)
  • Eva Züchner: Der verschwundene Journalist. Eine deutsche Geschichte. Berlin Verlag, Berlin 2010, ISBN 978-3-8270-0896-1, σσ. 222–230.
  • Elke Schulze (2014). Erich Ohser alias e.o.plauen – Ein deutsches Künstlerschicksal (1 έκδοση). Konstanz: Südverlag. ISBN 978-3-87800-046-4. [1]
  • Elke Schulze: Erich Ohser alias e.o. plauen. Die Werkausgabe. Zeichnungen, Illustrationen, Karikaturen, Witzbilder und „Vater und Sohn“-Bildgeschichten. Südverlag, Konstanz 2017, ISBN 978-3-87800-103-4.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Erich Ohser στο Wikimedia Commons


  1. Als man den Vater von „Vater & Sohn“ in den Tod trieb Αρχειοθετήθηκε 2018-03-10 στο Wayback Machine., Βιβλιοκριτική του Andreas Platthaus επί της βιογραφίας του Elke Schulze στην FAZ Online 5 Ιανουαρίου 2015