Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται (τηλεοπτική σειρά)
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται (τηλεοπτική σειρά) | |
---|---|
Οι τίτλοι έναρξης της σειράς | |
Είδος | Δραματική σειρά |
Σκηνοθεσία | Βασίλης Γεωργιάδης |
Πρωταγωνιστές | Κάτια Δανδουλάκη, Ανδρέας Φιλιππίδης, Γιώργος Φούντας, Αλέξης Γκόλφης |
Χώρα | Ελλάδα |
Αριθμός κύκλων | 2 |
Αριθμός επεισοδίων | 50 |
Παραγωγή | |
Διάρκεια | 45 λεπτά ανά επεισόδιο |
Προβολή | |
Τηλεοπτικός σταθμός | ΕΙΡΤ-ΕΡΤ |
Αναλογία πλευρών | 4:3, ασπρόμαυρη εικόνα |
Προβολή | 29 Μαΐου 1975– 11 Ιουνίου 1976 |
Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται είναι τηλεοπτική δραματική σειρά που προβλήθηκε από το ΕΙΡΤ-ΕΡΤ την περίοδο 1975-1976 και συντάραξε το τηλεοπτικό κοινό, σημειώνοντας υψηλή τηλεθέαση για τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Το σενάριο ήταν βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη και με το οποίο η ΕΡΤ έκανε τα πρώτα αποφασιστικά βήματα στην παραγωγή μεγάλων ποιοτικών τηλεοπτικών σειρών.
Παραγωγή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η σειρά προβλήθηκε σε 50 επεισόδια των 45 λεπτών (με το πρώτο επεισόδιο να βγαίνει στον αέρα στις 29 Μαΐου 1975[1]) και ήταν παραγωγή του Αστήρ TV. Σήμερα και τα 50 επεισόδια διασώζονται στο Αρχείο της ΕΡΤ, καθώς και η διασκευή των 18 επεισοδίων που έγινε μεταγενέστερα, από τον σκηνοθέτη Βασίλη Γεωργιάδη. Η καταστροφή ή επαναχρησιμοποίηση του υλικού πάνω στο οποίο είχαν γυριστεί οι τηλεοπτικές σειρές της δεκαετίας του 1970 (όπως Η γειτονιά μας, Άγνωστος πόλεμος, Γιούγκερμαν κ.ά.) είχε ως συνέπεια Ο Χριστός ξανασταυρώνεται να είναι η παλαιότερη σωζόμενη ελληνική τηλεοπτική σειρά.
Υπόθεση σειράς
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η υπόθεση της σειράς εκτυλίσσεται στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας και πιο συγκεκριμένα στο χωριό Λυκόβρυση το 1921. Οι κάτοικοι του είχαν ένα παλιό έθιμο, κάθε 7 χρόνια έκαναν την αναπαράσταση των Παθών του Χριστού και έπρεπε να διαλέξουν μερικούς από τους άνδρες του χωριού που θα υποδύονταν κατά βάση τους Αποστόλους και έναν που θα υποδυόταν τον Χριστό. Μαζεύονται οι δημογέροντες του χωριού και αποφασίζουν σε ποιους θα αναθέσουν τους ρόλους.
Οι δημογέροντες είναι: ο "τραγόπαπας" παπα-Γρηγόρης (ένας συμφεροντολόγος και εξουσιαστικός ιερωμένος που χρησιμοποιεί τον Θεό και τον λόγο του κατά το δοκούν και παίζει τον ρόλο ενός "σκιώδους κυβερνήτη" πίσω από την επίσημη εξουσία, την οποία επηρεάζει με την μακιαβελική σκέψη και ενέργειές του), ο γερο-Λαδάς (ο τσιγκούνης τοκογλύφος του χωριού που όλοι φθονούν και μισούν για τα "αιματηρά" του πλούτη και την άδεια ψυχή του), ο άρχοντας Πατριαρχέας (ένας δεσποτικός προύχοντας γαιοκτήμονας που είναι ο αμέσως επόμενος ιεραρχικά μετά τον Τούρκο αγά της περιοχής και πρακτικά αποτελεί την "κεφαλή" των χριστιανών κατοίκων του χωριού), ο καπετάνιος Σπανομαρίας (ένας ξεπεσμένος αλκοολικός καπετάνιος που σταδιακά και τελικώς "ήπιε" ό,τι περιουσία έφτιαξε στην καριέρα του, στενός φίλος του Τούρκου αγά) και ο δάσκαλος του χωριού και αδελφός του παπα-Γρηγόρη (ένας "υποταγμένος" άνθρωπος των γραμμάτων" - ένα "ανθρωπάκι" που συμβολίζει την "ένοχη σιωπή" της διαννόησης).
Οι δημογέροντες αποφασίζουν να δώσουν το ρόλο του Ιωάννη στον Μιχελή (τον καλοκάγαθο γιο του Πατριαρχέα), το ρόλο του Πέτρου στον Γιαννακό (έναν αγράμματο και φαινομενικά αφελή θεοσεβούμενο μικροέμπορο με μπερδεμένη αλλά και ανήσυχη συνείδηση που συμβολίζει τον μέσο πολίτη), το ρόλο της Μαγδαληνής στην Κατερίνα (την όμορφη πόρνη του χωριού - μήλο της έριδος και πέτρα του σκανδάλου για πολλούς άντρες του χωριού - που από μικρή είχε "θυσιάσει τον εαυτό της" ευρισκόμενη στο πλευρό οικονομικά εξασφαλισμένων ανδρών), το ρόλο του Ιούδα στον Παναγιώταρο (τον αψύ και "στραβόξυλο" μέθυσο σαμαρά του χωριού που "δεν χωνεύει ούτε τ' άντερά του" και δεν μασάει τα λόγια του κατακεραυνώνοντας δικαίως και αδίκως άπαντες με αυτά, ο οποίος κατατρώγεται από το σαρκικό του πάθος για την Κατερίνα έχοντας φτάσει έτσι στο σημείο να καταστρέψει την οικογένεια και τη ζωή του) και τέλος στον πιο αγνό κάτοικο της Λυκόβρυσης (ψυχοπαίδι/"φαμέλιο" του Πατριαρχέα που τον έχει στην δούλεψή του ως βοσκό των βουνών), τον Μανωλιό (έναν νεαρό όμορφο άντρα, πραγματική κόπια αγιογραφιών του Ιησού), τον ρόλο του Χριστού, που η όλη διαδικασία του εθίμου της "Σταύρωσης" σε συνδυασμό με την έλευση στην Λυκόβρυση κουρελήδων μετοίκων ("χολεριασμένων" κατά τον παπα-Γρηγόρη, που τους βλέπει ως ανεπιθύμητη απειλή) κυνηγημένων από τους Τούρκους (γεγονός που θα φέρει τα πάνω-κάτω στο χωριό, επηρεάζοντας καταλυτικά συνειδήσεις, πράξεις και μεταξύ των κατοίκων σχέσεις), θα γίνει η αφορμή για να περάσει μέσα από διαδικασία συνειδησιακή επιφοίτησης, με δυστυχώς όμως τραγική κατάληξη.
Στη συνέχεια, καταφθάνουν πρόσφυγες από κάποιο μακρινό χωριό που λεηλάτησαν οι Τούρκοι και προσπαθούν να βρουν κάποιο μέρος να εγκατασταθούν με όσα πολύτιμα πράγματα κατάφεραν να πάρουν μαζί τους.
Επικεφαλής τους είναι ένας πράος, δυναμικός με ψυχή αντάρτη ιερέας, ο παπα-Φώτης. Δυστυχώς οι κάτοικοι της Λυκόβρυσης τους έδιωξαν παρακινούμενοι από τον παπα-Γρηγόρη να μην τους αφήσουν να μείνουν επειδή τάχα διαπίστωσε ότι μία από τις γυναίκες των προσφύγων έχει χολέρα. Ο Μανωλιός, όμως, με τον Γιαννακό, το Μιχελή και τους άλλους "απόστολους" τους λένε να πάνε στη Σαρακίνα όπου και υπάρχουν κάτι σπηλιές έτσι ώστε να μείνουν εκεί.
Κατά τη διάρκεια της σειράς γίνονται πάρα πολλά γεγονότα, περιληπτικά είναι τα εξής: Η διάλυση του αρραβώνα του Μανωλιού με τη Λενιώ, το μεγάλο μίσος του Παναγιώταρου για το Μανωλιό επειδή πιστεύει ότι ξελόγιασε την Κατερίνα για την οποία είχε σφοδρό πάθος, το Γιουσουφάκι (νεαρό αγόρι / "ερωτικός ευνοούμενος" του Τούρκου αγά, το οποίο υποδύεται η Τζένη Φωτίου) δολοφονείται από τον Σεΐζη και ο Αγάς θεωρεί ενόχους τους Λυκοβρυσιώτες, οι πρόσφυγες στη Σαρακίνα δυσκολεύονται να επιβιώσουν, αλλά ο Μιχελής μετά το θάνατο του πατέρα του τους δίνει τα χωράφια του. Ο Παναγιώταρος γίνεται σεΐζης και παρακολουθεί κάθε κίνηση και το τι γίνεται στη Σαρακίνα, ο Μανωλιός είναι μαζί με τους πρόσφυγες, μαζί του και ο Γιαννακός, η συμπλοκή των Λυκοβρυσιωτών και των προσφύγων δίνει στον Παναγιώταρο την ευκαιρία να ξεσπάσει όλο του το μίσος στο Μανωλιό, οι πρόσφυγες κατεβαίνουν στο χωριό, ο Μανωλιός συλλαμβάνεται και εκτελείται έξω από τον περίβολο της εκκλησίας από τον Παναγιώταρο και μερικούς άλλους και θάβεται από τους Σαρακινιώτες στη σπηλιά που είχαν βρει καταφύγιο, καθώς οι ίδιοι αποφάσισαν να βρουν αλλού τόπο να εγκατασταθούν. Το βράδυ εκείνο, Σάββατο της Αναστάσεως, ενώ οι Σαρακινιώτες αναχωρούν για άλλο τόπο, Τούρκοι μπαίνουν στη Λυκόβρυση και αρχίζουν να σφάζουν τους κατοίκους της, ενώ ο Παναγιώταρος βλέποντας πως με τη δολοφονία του Μανωλιού δεν ησυχάζει, αυτοκτονεί. Ο Μιχελής είναι ο μόνος που μένει πίσω, κλεισμένος στις σπηλιές της Σαρακίνας.
Συντελεστές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Διασκευή για την τηλεόραση
Νότης Περγιάλης, Γεράσιμος Σταύρου
Σκηνογραφίες
Κοστούμια
Τάσος Ζωγράφος
Τηλεοπτική Διεύθυνση
Σκηνοθεσία
Παίζουν:
- Λυκούργος Καλλέργης - παπα-Γρηγόρης
- Νίκος Χατζίσκος - παπα-Φώτης
- Ανδρέας Φιλιππίδης - Πατριαρχέας
- Δήμος Σταρένιος - γερο-Λαδάς
- Γιώργος Φούντας - Παναγιώταρος
- Βασίλης Τσάγκλος - Γιαννακός
- Γιάννης Αργύρης - Αγάς
- Φοίβος Ταξιάρχης - καπετάν' Σπανομαρίας
- Γιάννης Κοντούλης - δάσκαλος
- Γεωργία Βασιλειάδου - Μανταλένια (θεία Μανωλιού)
- Νάσος Κεδράκας - Κωνσταντής (ο καφετζής του χωριού)
- Ελένη Ζαφειρίου - κυρα-Μάρθα (υποτακτική Αγά)
- Αλέξης Γκόλφης - Μανωλιός
- Θόδωρος Κατσούλης - Μιχελής
- Κάτια Δανδουλάκη - Μαριωρή (κόρη παπά - Γρηγόρη / αρραβωνιστικιά Μιχελή)
- Νίκη Τριανταφυλλίδη - Κατερίνα
- Νίκος Καλογερόπουλος - Νικολιός (νεαρός βοσκός, υπό τον Μανωλιό)
- Μαίρη Ιγγλέση - Λενιώ (αρραβωνιαστικιά Μανωλιού / υπηρεσία του Πατριαρχέα)
- Αλίκη Αλεξανδράκη - Λίζα (γυναίκα Παναγιώταρου)
- Νίκος Κούρος - Δεσπότης
- Τζένη Φωτίου - Γιουσουφάκι
- Κώστας Γκουσγκούνης- σεΐζης Αλή Μουχτάρ (ο ιπποκόμος / δήμιος / δεξί χέρι, του Αγά)
- Νότης Περγιάλης - αφηγητής
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Κεσίδου, Έλενα (2019). Η εξέλιξη της συνδρομητικής τηλεόρασης και η συνεισφορά της στην ενημέρωση. Πύργος: ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας. σελ. 38.