Προλεταριάτο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το βαγόνι της τρίτης τάξης, πίνακας του Honoré Daumier.

Το προλεταριάτο, (από το Λατινικό proletarius, πληθ. proletarii) είναι ένας πολιτικός και κοινωνικός όρος που χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την εργατική τάξη, την κοινωνική και οικονομική τάξη δηλαδή, που αποτελείται από μισθωτούς εργάτες, το εισόδημα των οποίων προέρχεται από την πώληση της εργατικής τους δύναμης. Το μέλος μιας τέτοιας τάξης ονομάζεται προλετάριος, (θηλ. προλετάρια).

Ετυμολογία του όρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ετυμολογικά και ιστορικά ο λατινικός όρος προσδιόριζε -στην αρχαιότητα- εκείνους τους ανθρώπους που δεν είχαν τίποτε άλλο να προσφέρουν στη πολιτεία πέρα από τα αρσενικά παιδιά τους, ως στρατιώτες, (prolet-arius = φτωχός, proles = παιδί, απόγονος). Ο όρος αρχικά χρησιμοποιήθηκε με υποτιμητική έννοια, μέχρι που ο Κάρολος Μαρξ τον χρησιμοποίησε ως έναν κοινωνιολογικό όρο για να αναφερθεί στην εργατική τάξη.

Ρωμαϊκή χρήση του όρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ρωμαϊκή Αγορά της αρχαίας Ρώμης.

Στην Αρχαία Ρώμη οι Προλετάριοι, (Proletarii), αποτελούσαν την κατώτερη κοινωνική τάξη με ελάχιστη ή καθόλου ιδιοκτησία, όπου η μόνη τους συνεισφορά προς το κράτος ήταν η τεκνογονία και ειδικότερα η αρρενογονία. Η ονομασία τους αυτή προήλθε από τους καταλόγους των απογραφών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας όπου ως περιουσιακό στοιχείο καταγράφονταν τα άρρενα τέκνα αυτών.

Σύμφωνα με το Ρωμαϊκό Δίκαιο αν και οι προλετάριοι αποτελούσαν κοινωνική τάξη επίσημα αναγνωρισμένη δεν είχαν το δικαίωμα ψήφου. Με τον χρόνο όμως σιγά – σιγά και ειδικά με τους συνεχείς πολέμους των Ρωμαίων στην Ανατολή άρχισε να αναγνωρίζεται περισσότερο η μεγάλη προσφορά τους στην πολιτεία. Επί εποχής μάλιστα του Ρωμαίου στρατηγού Γαΐου Μάριου (157 – 86 π.Χ.) , του επικαλούμενου "Τρίτου ιδρυτή της Ρώμης", οι προλετάριοι αποτελούσαν τη βασική πηγή στρατολόγησης ανδρών του ρωμαϊκού στρατού.

Χρήση μέχρι 19ο αιώνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ο όρος αυτός δεν υφίσταται ως χαρακτηρισμός κοινωνικής τάξης και έτσι με τον χρόνο στον Μεσαίωνα ο όρος προλετάριος χρησιμοποιούταν χαλαρά και γενικά με περιφρόνηση για κοινωνική τάξη χαμηλότερης βαθμίδας. Με τον γενικό αυτό χαρακτήρα έφθασε μέχρι τον 19ο αιώνα με νόημα όμως που ποίκιλλε ανάλογα με το πώς έκρινε ή θεωρούσε καθένας τον κοινωνικά "χαμηλότερο". Κριτήρια που λαμβάνονταν υπόψη την εποχή εκείνη ήταν διάφορα, όπως: βαθμοί ένδειας, εξαθλίωσης, οκνηρίας, βαριάς χειρωνακτικής εργασίας, αμάθειας, εγκληματικότητας κ.ά.

Μαρξιστική χρήση του όρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Πυραμίδα του καπιταλιστικού συστήματος με την προλεταριακή ρήση "δουλεύουμε για όλους" και "τους τρέφουμε όλους" (Προπαγάνδα του 1911)

Σύμφωνα με τον ευρύτερο ορισμό του Μαρξ και των μαρξιστών, το προλεταριάτο αποτελείται από το σύνολο των μισθωτών και των ανέργων (που θεωρούνται μισθωτοί χωρίς απασχόληση), ορίζοντας το προλεταριάτο ως μια κοινωνική τάξη που, για να μπορέσει να επιβιώσει, είναι υποχρεωμένη να πουλά την εργατική της δύναμη στην ανταγωνιστική της τάξη που διαθέτει το κεφάλαιο και τα υλικά μέσα παραγωγής. [1][2]

Ο Κάρολος Μάρξ και ο Φρίντριχ Ένγκελς πρότειναν πλήθος ορισμών του προλεταριάτου: « θα πρέπει να ορίσουμε ως προλετάριο τον μισθωτό που παράγει το κεφάλαιο και το κάνει να καρποφορήσει, και τον οποίο ο Κος Κεφάλαιο βγάζει στον δρόμο όταν πια δεν τον έχει ανάγκη» (Το κεφάλαιο)[3]. Στο Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο (1848), ο Μάρξ μιλά για το προλεταριάτο σαν « την τάξη των σύγχρονων εργατών ».

Σύμφωνα με τον Ένγκελς : « Με τον όρο μπουρζουαζία, ορίζουμε την τάξη των σύγχρονων καπιταλιστών, που κατέχουν τα μέσα της κοινωνικής παραγωγής και απασχολούν την μισθωτή εργασία. Ενώ προλεταριάτο ονομάζουμε την τάξη των σύγχρονων μισθωτών εργατών που, μη κατέχοντας καθόλου ίδια μέσα παραγωγής, είναι αναγκασμένοι να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη για να επιβιώσουν»[4].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. δείτε για παράδειγμα στον Maximilien Rubel, « Η έννοια του προλεταριάτου στον Μαρξ », ομιλία στο 5ο παγκόσμιο Συνέδριο κοινωνιολογίας, Ουάσιγκτον, 1962. Επίσης στον Jacques Wajnsztejn, Μετά την επανάσταση του κεφαλαίου, εκδ. L'Harmattan, 2007, σελ. 138. Το ίδιο και στον Yvon Quiniou, Κάρολος Μαρξ,εκδ. Le Cavalier bleu, 2007, σελ. 70.
  2. « Η ουσία του καπιταλιστικού συστήματος έγκειται, σύμφωνα με τον Μαρξ, στην σχέση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργατική δύναμη, τη σχέση μισθωτής εργασίας. Ο τρόπος της καπιταλιστικής παραγωγής χαρακτηρίζεται από την διαίρεση της κοινωνίας σε δύο ανταγωνιστικές τάξεις: τους κατόχους των μέσων παραγωγής, που αγοράζουν την εργατική δύναμη με σκοπό να πραγματοποιήσουν κάποιο κέρδος από την πώληση των παραγομένων εμπορευμάτων, και τους προλετάριους, που είναι αναγκασμένοι για να ζήσουν να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη. » Jean-Charles Asselain, στο « Le capitalisme : mutations et diversités », n° 349 της La Documentation française, Μάρτιος-Απρίλιος 2009, σελ. 3.
  3. Κάρολος Μαρξ, Το Κεφάλαιο, 1867, εκδ. Garnier-Flammarion, 1969, σελ. 675.
  4. Κάρολος Μαρξ, Φιλοσοφία, εκδ. Gallimard, 1994, σελ. 594.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]