Μογγολικές σπουδές

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι μογγολικές σπουδές είναι διεπιστημονικό πεδίο επιστημονικής έρευνας σχετικά με τη μογγολική γλώσσα, την μογγολική ιστορία και τον μογγολικό πολιτισμό. Οι μελετητές που εργάζονται στον τομέα των μογγολικών σπουδών αναφέρονται συχνά ως Μογγολιστές.[1]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γενικά, ο Ισάακ Γιάκομπ Σμιντ θεωρείται «θεμελιωτής» των Μογγολικών σπουδών ως ακαδημαϊκό κλάδο.[2] Ο Σμιντ ήταν κάτοικος του Άμστερνταμ ο οποίος μετανάστευσε στη Ρωσία λόγω της γαλλικής εισβολής. Ξεκίνησε να βρίσκεται σε επαφή με τις Μογγολικές γλώσσες λόγω της ιδιότητας του ως ιεραπόστολος της Μοραβικής Εκκλησίας στους Καλμούκους, μεταφράζοντας το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον στη γλώσσα Καλμίκ. Στη συνέχεια μετακόμισε στη Μόσχα και έπειτα στην Αγία Πετρούπολη, όπου δημιούργησε το πιο διάσημο έργο του: την πρώτη μετάφραση του Ερντενίιν Τόμπτσι σε ευρωπαϊκή γλώσσα.[3] Επίσης, συνέταξε ένα λεξικό της μογγολικής γλώσσας και μια μετάφραση των επτά τότε γνωστών κεφαλαίων του Έπους του Βασιλιά Γκεσάρ.[3] Άλλες σημαντικές προσωπικότητες στην πρώιμη ιστορία των Μογγολικών σπουδών στη Ρωσία ήταν ο πολωνός Γιούζεφ Κοβαλέφσκι (ο οποίος ίδρυσε το τμήμα Μογγολικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Καζάν) και ο φινλανδός Ματθίας Καστρέν (ο οποίος έγραψε την πρώτη γραμματική της σύγχρονης Μογγολικής γλώσσας η οποία δημοσιεύθηκε μετά το θάνατό του από τον Φραντς Αντόν Σίφνερ στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης).[4][5]

Η Κίνα μια πολύ μακροβιότερη άμεση επαφή με τους Μογγολικούς λαούς σε σύγκριση με τη Ρωσία και τις λοιπές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και συνεπώς μια μακρύτερη ιστορία στη μελέτη των μογγολικών γλωσσών. Ωστόσο, η σύγχρονη ακαδημαϊκή παράδοση των Μογγολικών σπουδών στην Κίνα αντιμετώπισε διάφορες αποτυχίες στα πρώτα της βήματα.[6] Τον 19ο αιώνα οι μελέτες στην περιοχή της Μογγολίας από Κινέζους μελετητές συνδέθηκαν στενά με την κυριαρχία της δυναστείας Τσινγκ στη Μογγολία. Η απειλή από τον ρωσικό ιμπεριαλισμό ήταν μεγάλο κίνητρο για τους Κινέζους μελετητές ώστε μελετήσουν την περιοχή, τόσο για να χαρτογραφήσουν την περιοχή όσο και για να ταξινομήσουν τα σύνορα αλλά και λόγω της επιθυμίας τους να τονίσουν τη σχέση μεταξύ των Κινέζων Χαν και των λαών στα σύνορα της Κίνας, αλλά και την κοινή τους αντίθεση στις ιαπωνικές και ευρωπαϊκές δυνάμεις που επιδίωκαν να αυξήσουν την επιρροή τους στην περιοχή.[6][7] Έτσι, όπως το περιγράφει ο Στίβεν Κότκιν, μετά την επανάσταση Σίνχαϊ του 1911 που ανέτρεψε τη δυναστεία των Τσινγκ και ίδρυσε τη Δημοκρατία της Κίνας, ολόκληρο το πεδίο μελέτης θεωρήθηκε «στενά συνδεδεμένο με τους Μαντσού και την αυτοκρατορική εποχή». Συνεπώς αυτό το πεδίο μελετών απαξιώθηκε, με την κατάσταση να επιδεινώνεται από την στάση μεγάλων κινέζων μελετητών της Μογγολίας, όπως ο Γουάνγκ Γκουογουέι, οι οποίοι ήταν κατά της επανάστασης.[6] Η ανάπτυξη των μογγολικών σπουδών στην Κίνα τα πρώτα χρόνια μετά την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στα ρωσικά έργα.[8] Ένα από τα πρώτα κέντρα Μογγολικών σπουδών στην Κίνα, το Ινστιτούτο της Μογγολίας στο Πανεπιστήμιο της Εσωτερικής Μογγολίας, ιδρύθηκε το 1964.[8]

Μερικοί μελετητές στις Ηνωμένες Πολιτείες εργάστηκαν πάνω στις μογγολικές σπουδές στις αρχές του 20ού αιώνα. Σε αυτούς περιλαμβάνονται ο Τζέρεμι Κέρτιν, ο Μπέρτολντ Λόφερ και ο Ρόι Τσάπμαν Άντριους. Το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϋ προσέφερε το πρώτο μάθημα μογγολικής γλώσσας στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1936, με καθηγητή τον Φέρντιναντ Λέσινγκ[9]. Το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ απασχόλησε μερικούς μελετητές που εργάστηκαν στον τομέα, όπως ο Φράνσις Γούντμαν Κλίβς και ο Αντουάν Μοσταέρτ.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Sanders, Alan (9 Απριλίου 2003). Historical Dictionary of Mongolia (στα Αγγλικά). Scarecrow Press. ISBN 9780810866010. 
  2. Polyanskaya 2014
  3. 3,0 3,1 Bawden 2013
  4. Polyanskaya 2011
  5. Janhunen 2012
  6. 6,0 6,1 6,2 Kotkin 1999
  7. Bulag 2005
  8. 8,0 8,1 Nalin 2012
  9. Tsai 2012