Μεγακήρουλος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μεγακήρουλος
Το είδος Megaceryle alcyon
Το είδος Megaceryle alcyon
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Υποσυνομοταξία: Σπονδυλωτά (Vertebrata)
Ομοταξία: Πτηνά (Aves)
Τάξη: Κορακιόμορφα (Coraciiformes)
Οικογένεια: Αλκυονίδες (Alcedinidae)
Υποοικογένεια: Κηρουλίνες (Cerylinae)
Γένος: Μεγακήρουλος
(Megaceryle)
Kaup, 1848

Ο μεγακήρουλος (επιστημονική-λατινική ονομασία Megaceryle) είναι γένος ιχθυοφάγων πουλιών, που ανήκουν στην οικογένεια της αλκυόνης. Ζουν σε πολλά μέρη της Γης: η ευρεία γεωγραφική κατανομή τους περιλαμβάνει την Αφρική, τη Βόρεια και Νότια Αμερική και τη νοτιοανατολική Ασία.

Το γένος προτάθηκε αρχικώς το 1848 από τον Γερμανό φυσιοδίφη Γιόχαν Γιάκομπ Κάουπ.[1] Η ονομασία του προέχεται από την ελληνική λέξη «μέγας» και την ονομασία του συγγενικού γένους κήρουλος, που με τη σειρά της είναι η αρχαία ονομασία ενός μη ταυτοποιημένου και πιθανώς μυθικού πτηνού, το οποίο αναφέρει ο Αριστοτέλης και άλλοι συγγραφείς.[2]

Είδη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σήμερα γίνονται γενικώς αποδεκτά τα εξής τέσσερα είδη στο γένος[3]:

Εικόνα Επιστημονική ονομασία Κοινές ονομασίες Γεωγρ. κατανομή
Megaceryle lugubris αλκυόνη η λοφιοφόρος βόρεια Ινδία, Μπανγκλαντές, βόρεια Ινδοκίνα, νοτιοανατολική Ασία και Ιαπωνία
Megaceryle maxima γιγάντια αλκυόνη από Λιβερία έως βόρεια Ανγκόλα και δυτική Τανζανία, νήσος Μπιόκο, Σενεγάλη, Γκάμπια, Αιθιοπία και μέχρι τη Νότια Αφρική
Megaceryle torquata δακτυλιωτή αλκυόνη νότιο Τέξας (ΗΠΑ), Κεντρική και Νότια Αμερική (μέχρι και τη Γη του Πυρός)
Megaceryle alcyon ταινιωτή αλκυόνη Βόρεια Αμερική

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Και τα τέσσερα είδη τρέφονται σχεδόν μόνο με ψάρια και έχουν εμφανές άκαμπτο λοφίο στην κεφαλή. Τα ανώτερα μέρη του σώματός τους είναι σκούρα γκρίζα ή μπλε-γκρίζα, σχεδόν μονόχρωμα στα δύο αμερικανικά είδη, αλλά έντονα στιγματισμένα με λευκές κηλίδες στο ασιατικό και το αφρικανικό είδος. Τα κάτω μέρη μπορεί να είναι λευκά ή κεραμιδί. Εκτός από τον αρσενικό Megaceryle torquata, φέρουν έντονη ταινία στο στήθος. Το κάτω μέρος είναι πάντοτε διαφορετικό στα δύο φύλα του κάθε είδους.

Οι μεγακήρουλοι φωλιάζουν σε οριζόντια λαγούμια, τα οποία σκάβουν σε όχθες ποταμών ή αμμώδεις παραλίες. Αμφότεροι οι γονείς σκάβουν το λαγούμι, επωάζουν τα αβγά και ταΐζουν τους νεοσσούς τους.

Συχνά οι μεγακήρουλοι φαίνονται να στέκουν σε εμφανή κλαδιά δέντρων, στύλους ή άλλα κατάλληλες θέσεις παρατηρήσεως κοντά στο νερό, προτού βουτήξουν με το κεφάλι για να συλλάβουν τη λεία τους, συνήθως ψάρια και σπανίως οστρακόδερμα ή βατραχάκια (κάποτε και υδρόβια έντομα).

Προέλευση και ταξινομική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η παραδοσιακή άποψη είναι ότι το γένος Megaceryle εμφανίσθηκε πρώτα στον Νέο Κόσμο, εξελιχθέν από κάποιο εξειδικευμένο ιχθυοφάγο μέλος της οικογένειας Alcedinidae, που πέρασε από τον Βερίγγειο πορθμό και δημιούργησε στην Αμερική αυτό το γένος μαζί με την αμερικανική πράσινη αλκυόνη (το γένος Chloroceryle). Σύμφωνα με την άποψη αυτή, ένα μεγάλο λοφιοφόρο είδος, αρκετά αργότερα, στην Πλειόκαινο εποχή, διέσχισε τον Ατλαντικό Ωκεανό και από αυτό κατάγονται η γιγάντια και η λοφιοφόρος αλκυόνη.[4] Ωστόσο αυτή η άποψη είναι πιθανότατα λανθασμένη, καθώς φαίνεται ότι το γένος μάλλον γεννήθηκε στον Παλαιό Κόσμο, το πιθανότερο στην Αφρική, και ότι ο πρόγονος των δύο αμερικανικών ειδών είναι εκείνος που διέσχισε τον ωκεανό.[5]

Παλαιότερα τα είδη του γένους Megaceryle ταξινομούνταν στο γένος Ceryle, αλλά το τελευταίο αποδείχθηκε γενετικώς πλησιέστερο στο γένος Chloroceryle.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Kaup, Johann Jakob (1848). «Die Familie der Eisvögel (Alcedidae)» (στα γερμανικά). Verhandlungen des Naturhistorischen Vereins für das Großherzogthum Hessen und Umgebung 2: 68. 
  2. Jobling, James A. (2010). The Helm Dictionary of Scientific Bird Names. Λονδίνο: Christopher Helm. σελίδες 245. ISBN 978-1-4081-2501-4. 
  3. Gill, Frank· Donsker, David, επιμ. (2017). «Rollers, ground rollers & kingfishers». World Bird List Version 7.2. International Ornithologists' Union. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2017. 
  4. C.H. Fry & Kathie Fry· illustrated by Alan Harris (2000). Kingfishers, Bee-eaters and Rollers. Princeton University Press. ISBN 0-691-04879-7. 
  5. Moyle, Robert G.: «A molecular phylogeny of kingfishers (Alcedinidae) with insights into early biogeographic history[νεκρός σύνδεσμος]», Auk, τόμ. 123(2), σσ. 487-499 (έτος 2006)