Κωνσταντίνος Μαλιασηνός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κωνσταντίνος Μαλιασηνός
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση12ος αιώνας
ΘάνατοςΔεκαετία του 1250[1]
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδιπλωμάτης

O Κωνσταντίνος Κομνηνός Μαλιασηνός Δούκας Βρυέννιος (α' ήμισυ 13ου αι.) ήταν Βυζαντινός ευγενής και μεγιστάνας, που έδρασε στη Θεσσαλία.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η οικογένεια των Μελισσηνών της Δημητριάδας πρωτοεμφανίζεται με βεβαιότητα με τον Κωνσταντίνο· ο Νικόλαος Μαλιάσης πανσεβαστός σεβαστός που καταγράφεται το 1191, ίσως είναι πατέρας του ή άλλου είδους συγγενής του.[2] Ο Κωνσταντίνος συνήθως αποκαλείται "Κομνηνός Μαλιασηνός" και άλλοτε επιπρόσθετα "Δούκας Βρυέννιος".[2] Στον επιτάφιο λόγο του από τον Μανουήλ Ολόβολο αναφέρεται ως απόγονος ενός Κομνηνού πορφυρογέννητου και ενός με τον τίτλο τού Καίσαρος. Ο σύγχρονος προσωπογράφος των Δουκών Δημήτριος Πολέμης, θεωρεί πως οι πρόγονοί του θα μπορούσε να είναι η Άννα Κομνηνή και ο σύζυγός της Νικηφόρος Βρυέννιος ο νεότερος.[3]

Το 1215 (ή πριν το 1230) ίδρυσε στο Πήλιο τη μονή της Θεοτόκου Οξείας Επισκέψεως ή Μακρινιτίσσης[4]. Γύρω από αυτήν οργανώθηκε ένας μικρός αρχικά οικισμός ο οποίος από την γειτονική μονή πήρε το όνομα Μακρινίτσα και σήμερα είναι ένα από τα γνωστότερα χωριά του Πηλίου. Την εποχή εκείνη η περιοχή ήταν υπό την εξουσία του λατινικού Βασιλείου της Θεσσαλονίκης.[5][6] Ο πεθερός του Μιχαήλ Α΄ ηγεμόνας της Ηπείρου τον διόρισε κυβερνήτη του μέρους της Θεσσαλίας, που είχε πρόσφατα καταλάβει στις αρχές της δεκαετίας του 1210 από τους Λατίνους.[7] Ο Κωνσταντίνος παρέμεινε εκεί και κατά την περίοδο του Θεοδώρου, αδελφού και διαδόχου τού Μιχαήλ. Το 1239 ο άλλος αδελφός των προηγουμένων Μανουήλ εκτοπίστηκε από αυτοκράτορας της Θεσσαλονίκης από τον Θεόδωρο και τον γιο εκείνου Ιωάννη και ήλθε στη Δημητριάδα (σημ. Βόλο), όπου προσπάθησε να ανακτήσει το θρόνο του· ο Μαλιασηνός μάλλον τον υποστήριξε. Τελικά ο Ιωάννης συμφώνησε να κρατήσει ο Μανουήλ τη Θεσσαλία ως προσωπική κτήση.[8][9] Το 1241 απεβίωσε ο Μανουήλ και την περιοχή έσπευσε να καταλάβει ο Μιχαήλ Β΄ επόμενος ηγεμόνας της Ηπείρου, γιος του Μιχαήλ Α΄.[10][11]

Ο Μιχαήλ Β΄ εξέδωσε χρυσόβουλο το 1246, που αναγνώριζε τον Κωνσταντίνο ως κτήτορα της μονής του Ιλαρίωνος στον Αλμυρό, που έγινε μετόχιο της μονής της Μακρυνίτσας.[6] Ο Μαλιασηνός μαρτυρείται για πρώτη φορά περί το 1252, όταν στάλθηκε σε διπλωματική αποστολή στον Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη Αυτοκράτορα των Ρωμαίων στη Νίκαια.[12][6] Λίγο μετά έγινε μοναχός και απεβίωσε κάποια στιγμή πριν τον Οκτώβριο του 1256.[12] Φαίνεται πως κάποτε, μετά τη διπλωματική αποστολή, η καλή σχέση του με τον Μιχαήλ Β΄ χάλασε: ο ηγεμόνας της Ηπείρου απέσπασε τη μονή του Ιλαρίωνος από τη δικαιοδοσία της Μακρυνίτσας. Την ίδια περίπου εποχή ο γιος του Νικόλαος νυμφεύτηκε την Άννα Παλαιολογίνα, κόρη του Μιχαήλ Η΄, πράγμα που καταδεικνύει τη μεταστροφή της συμμαχίας του Μαλιασηνού από την Ήπειρο στη Νίκαια.[6]

Έπειτα από το θάνατό του η οικογένεια συνέχισε να είναι από τους γαιοκτήμονες της Μαγνησίας ως τον 14ο αι.[13]

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νυμφεύτηκε τη Μαρία Αγγελίνα, κόρη του Μιχαήλ Α΄ ηγεμόνα της Ηπείρου και είχε τέκνα:

  • Νικόλαος (β' ήμισυ 13ου αι.), μεγαλοκτηματίας στη Θεσσαλία και ιδρυτής της μονής της Νέας Πέτρας στη Δρυανούβαινας (σημ. Πορταριά).[12]
  • (μάλλον) Νείλος Μαλιασηνός.[12]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ανακτήθηκε στις 27  Νοεμβρίου 2018.
  2. 2,0 2,1 Polemis 1968, σελ. 142.
  3. Polemis 1968, σελίδες 142–143.
  4. «Ιερά Μητρόπολις Δημητριάδος και Αλμυρού». old.imd.gr. Ανακτήθηκε στις 23 Ιουνίου 2020. 
  5. Van Tricht 2011, σελ. 246 (note 340).
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 PLP, 16523. Μαλιασηνός, Νικόλαος Κομνηνὸς ῎Αγγελος ∆ούκας Βρυέννιος.
  7. Varzos 1984, σελίδες 684–685.
  8. Fine 1994, σελ. 133.
  9. Varzos 1984, σελ. 619.
  10. Fine 1994, σελίδες 133–134.
  11. Varzos 1984, σελίδες 620–621.
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 Polemis 1968, σελ. 143.
  13. Nicol 2010, σελ. 101.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Fine, John Van Antwerp (1994). The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth Century to the Ottoman Conquest. University of Michigan Press. ISBN 978-0-472-08260-5.
  • Nicol, Donald MacGillivray (2010). The Despotate of Epiros 1267–1479: A Contribution to the History of Greece in the Middle Ages. Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-13089-9.
  • Polemis, Demetrios I. (1968). The Doukai: A Contribution to Byzantine Prosopography. London: The Athlone Press.
  • Trapp, Erich; Beyer, Hans-Veit (2001). Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit (in German). I, 1–12, Add. 1–2, CD-ROM Version. Vienna: Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften. ISBN 978-3-7001-3003-1.
  • Van Tricht, Filip (2011). The Latin Renovatio of Byzantium: The Empire of Constantinople (1204-1228). Leiden: Brill. ISBN 978-90-04-20323-5.
  • Varzos, Konstantinos (1984). Η Γενεαλογία των Κομνηνών [The Genealogy of the Komnenoi] (PDF) (in Greek). B. Thessaloniki: Centre for Byzantine Studies, University of Thessaloniki.