Σύμφωνο συμβίωσης
Σύμφωνο συμβίωσης καλείται μορφή νομικής και γενετήσιας ένωσης, παρόμοια με αυτήν του γάμου. Στην Ελλάδα, θεσμοθετήθηκε αρχικά το 2008[1], ενώ το 2015, με 194 ψήφους υπέρ, επεκτάθηκε το δικαίωμα και στα ομόφυλα ζευγάρια[2], προκαλώντας αντιδράσεις από την Εκκλησία της Ελλάδος.[3]
Σύμφωνα συμβίωσης, αστικές ενώσεις κλπ έχουν θεσμοθετηθεί κυρίως ανεπτυγμένες χώρες, προκειμένου να παρέχουν νομική αναγνώριση των σχέσεων που έχουν δημιουργηθεί από ανύπαντρα ομόφυλα ζευγάρια και να τους παρέχουν δικαιώματα, παροχές, φοροαπαλλαγές και ευθύνες παρόμοιες ή πανομοιότυπες με εκείνα των νόμιμα παντρεμένων ζευγαριών. Το 1989, η Δανία ήταν η πρώτη χώρα που νομιμοποίησε τα σύμφωνα συμβίωσης.
Το σύμφωνο συμβίωσης "καταρτίζεται αυτοπροσώπως με συμβολαιογραφικό έγγραφο". Η ισχύς της συμφωνίας αρχίζει από την κατάθεση αντιγράφου του συμβολαιογραφικού εγγράφου στο ληξίαρχο του τόπου κατοικίας τους, το οποίο καταχωρίζεται σε ειδικό βιβλίο του Ληξιαρχείου.[4]
«Δεν επιτρέπεται η σύναψη συμφώνου συμβίωσης: αν υπάρχει γάμος ή σύμφωνο συμβίωσης των ενδιαφερόμενων προσώπων ή του ενός από αυτά».[5] Η εφαρμογή της παραπάνω αρχής όχι μόνο στον γάμο αλλά και στο σύμφωνο συμβίωσης αντανακλάται και στην τροποποίηση της ΑΚ 1354 εδ. α΄, με το άρθρο 14 του Ν. 4356/2015, καθώς προστέθηκε ως κώλυμα γάμου και η ύπαρξη συμφώνου συμβίωσης με τρίτον, εφόσον αυτό δεν έχει λυθεί ή ακυρωθεί αμετάκλητα.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 3719/2008
- ↑ 4356/2015 - ΦΕΚ 181/Α/24-12-2015
- ↑ «Η Εκκλησία για το σύμφωνο συμβίωσης σε ομόφυλα ζευγάρια: Φαινόμενο εκτροπής του οικογενειακού θεσμού (όπως άλλωστε και ο πολιτικός γάμος)». Huffpost. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2021.
- ↑ Άρθρο 1 Νόμου 4356/2015
- ↑ Άρθρο 2 παρ. 2 περ. α΄ του Ν. 4356/2015