Κομπόστ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
πρώτη επεξεργασία |
τελική διόρθωση |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
Το '''κομπόστ''' είναι φυσικό λίπασμα που παράγεται από την '''αποσύνθεση''' των '''οργανικών υλικών''' (φύλλα, κλαδιά, υπολείμματα κουζίνας: φρούτα, λαχανικά, κατακάθια καφέ κλπ) |
Το '''κομπόστ''' είναι φυσικό λίπασμα που παράγεται από την '''αποσύνθεση''' των '''οργανικών υλικών''' (φύλλα, κλαδιά, υπολείμματα κουζίνας: φρούτα, λαχανικά, κατακάθια καφέ κλπ) |
||
Η λέξη κομπόστ προέρχεται από την αγγλική λέξη compost. Η λέξη compost προέρχεται από τη λατινική λέξη compositus από το ρήμα componere (com - together, μαζί + ponere - to place, τοποθετώ). Στα τέλη του 14ου αι. στη γαλλική γλώσσα εμφανίζεται η λέξη composte με την έννοια του μίγματος των φύλλων, της κοπριάς και άλλων υλικών για τη λίπανση της γης. Η λέξη compost με τη σημερινή της έννοια εμφανίζεται το 1580 στην Αγγλία. |
Η λέξη κομπόστ προέρχεται από την αγγλική λέξη '''compost'''. Η λέξη compost προέρχεται από τη λατινική λέξη compositus από το ρήμα componere (com - together, μαζί + ponere - to place, τοποθετώ). Στα τέλη του 14ου αι. στη γαλλική γλώσσα εμφανίζεται η λέξη composte με την έννοια του μίγματος των φύλλων, της κοπριάς και άλλων υλικών για τη λίπανση της γης. Η λέξη compost με τη σημερινή της έννοια εμφανίζεται το 1580 στην Αγγλία.<ref>Online Etymology Dictionary, © 2001-2010 Douglas Harper</ref> |
||
Είναι μια πλούσια σκούρα ουσία η οποία απαντάται και με τον όρο '''χούμους''' ή '''εδαφοβελτιωτικό'''. |
Είναι μια πλούσια σκούρα ουσία η οποία απαντάται και με τον όρο '''χούμους''' ή '''εδαφοβελτιωτικό'''. |
||
Γραμμή 8: | Γραμμή 10: | ||
Η διαδικασία παρασκευής κομπόστ από τα οργανικά απορρίμματα έχει μεταφερθεί στα ελληνικά ως [[Κομποστοποίηση]]. |
Η διαδικασία παρασκευής κομπόστ από τα οργανικά απορρίμματα έχει μεταφερθεί στα ελληνικά ως [[Κομποστοποίηση]]. |
||
==Πηγές== |
|||
<references> |
Έκδοση από την 00:42, 14 Μαΐου 2011
Το κομπόστ είναι φυσικό λίπασμα που παράγεται από την αποσύνθεση των οργανικών υλικών (φύλλα, κλαδιά, υπολείμματα κουζίνας: φρούτα, λαχανικά, κατακάθια καφέ κλπ)
Η λέξη κομπόστ προέρχεται από την αγγλική λέξη compost. Η λέξη compost προέρχεται από τη λατινική λέξη compositus από το ρήμα componere (com - together, μαζί + ponere - to place, τοποθετώ). Στα τέλη του 14ου αι. στη γαλλική γλώσσα εμφανίζεται η λέξη composte με την έννοια του μίγματος των φύλλων, της κοπριάς και άλλων υλικών για τη λίπανση της γης. Η λέξη compost με τη σημερινή της έννοια εμφανίζεται το 1580 στην Αγγλία.[1]
Είναι μια πλούσια σκούρα ουσία η οποία απαντάται και με τον όρο χούμους ή εδαφοβελτιωτικό.
Το κομπόστ μπορεί να έχει πολύ καλά ποιοτικά χαρακτηριστικά και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάθε είδους καλλιέργεια
Η διαδικασία παρασκευής κομπόστ από τα οργανικά απορρίμματα έχει μεταφερθεί στα ελληνικά ως Κομποστοποίηση.
Πηγές
<references>
- ↑ Online Etymology Dictionary, © 2001-2010 Douglas Harper