Γνεύσιος
Ο γνεύσιος (αγγλικά: gneiss) είναι ευρέως διαδεδομένο πέτρωμα που προέρχεται από υψηλού βαθμού περιφερειακή μεταμόρφωση πετρωμάτων.
Δεν είναι διαπιστωμένη η ακριβής ετυμολογία του όρου «γνεύσιος». Κατά μία εκδοχή προέρχεται από το ρήμα της παλαιάς γερμανικής γλώσσας gneisto, που σημαίνει «σπινθηρίζω», λόγω των λάμψεων του πετρώματος σε άμεσο φωτισμό.[1] και σε παλαιά αγγλικά "fyrgnāst".[2]Κατ' άλλη, ατεκμηρίωτη εκδοχή ο όρος προέρχεται από τη σαξωνική και αποδίδει το άχρηστο υλικό ενός μεταλλείου (σκωρία).
Χαρακτηριστικό των γνευσίων είναι η εναλλαγή ανοιχτόχρωμων και σκουρόχρωμων ζωνών, και οι δύο από πυριτικά ορυκτά. Αυτό που περισσότερο χαρακτηρίζει τους γνευσίους είναι αυτή η χαρακτηριστική υφή τους παρά η ορυκτολογική τους σύσταση. Η υφή αυτή είναι χαρακτηριστική της μεταμόρφωσης υψηλών θερμοκρασιών (600 - 700ο C) και ανάλογων πιέσεων. Οι κρύσταλλοι των ορυκτών δεν λαμβάνουν φυλλώδη μορφή αλλά περισσότερο κοκκώδη.[3] Από ορυκτολογική άποψη οι γνεύσιοι συνίστανται κυρίως από νατριούχους και καλιούχους αστρίους, χαλαζία και συμμετέχουν επίσης μαρμαρυγίες (κυρίως μοσχοβίτης και βιοτίτης) και αμφίβολοι (κυρίως κεροστίλβη), ενώ ενίοτε συναντάται και γραφίτης[4]. Ανάλογα με το αρχικό πέτρωμα από το οποίο προήλθαν χαρακτηρίζονται ως γρανιτικοί, διοριτικοί, σχιστολιθικοί, κτλ. Αν το πρωτογενές πέτρωμα ήταν πυριγενές, οι γνεύσιοι χαρακτηρίζονται ως ορθογνεύσιοι, ενώ αν ήταν ιζηματογενές, τότε χαρακτηρίζονται ως παραγνεύσιοι.
Μια ιδιαίτερη παραλλαγή του γνευσίου ονομάζεται οφθαλμώδης γνεύσιος (διεθνώς augengneiss, από τις λέξεις "augen" (γερμ. οφθαλμοί) και gneiss). Σε αυτούς εμφανίζονται μεγάλοι ανοιχτόχρωμοι φαινοκρύσταλλοι αστρίων (κυρίως μικροκλινούς) σε φακοειδές σχήμα μέσα στις σκοτεινές ζώνες, δίνοντας την εντύπωση ενός ανοικτού οφθαλμού.[5]
Ο γνεύσιος χρησιμοποιείται ως οικοδομικό υλικό (κατασκευή βάθρων, πλακών επίστρωσης αλλά και προσόψεων κτηρίων[6] κτλ).
Απαντάται σε πολλά σημεία του πλανήτη. Στην Ελλάδα ανευρίσκεται στην Τήνο, τη Δήλο και αρκετές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας.
Πηγές, Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Etymology online
- ↑ Merriam-Webster Dictionary
- ↑ Georgia State University
- ↑ The free Dictionary
- ↑ Springerlink[νεκρός σύνδεσμος]: Scott B. Smithson, Donald J. Murphy and Robert S. Houston, Development of an augen gneiss terrain στο "Contributions to Mineralogy and Petrology", Αύγ. 1971
- ↑ «Yahoo Education». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 7 Απριλίου 2010.