Φιλοσοφία των πνευματικών δικαιωμάτων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η φιλοσοφία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας θεωρείται ότι περιλαμβάνει αρκετά φιλοσοφικά ζητήματα που συνδέονται στενά με την πολιτική των πνευματικών δικαιωμάτων, καθώς και άλλα νομικά προβλήματα που ανακύπτουν κατά την ερμηνεία των νομικών συστημάτων και την εφαρμογή του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας.

Πιθανώς το πιο βαθύ και ευρέως συζητήσιμο φιλοσοφικό θέμα μεταξύ των μελετητών του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας, είναι ο σκοπός της. Κάποιοι ξεκινούν από το να δώσουν λογικές εξηγήσεις των καθιερωμένων συστημάτων πνευματικών δικαιωμάτων, ενώ άλλοι ξεκινούν από τα ζητήματα ηθικής, όπως ο ωφελιμισμός και η προσπάθεια να αναλύσουμε την πολιτική υπό αυτό το πρίσμα. Μια άλλη προσέγγιση αρνείται τη σημασία κάθε ηθικής εξήγησης για υφιστάμενο νόμο περί πνευματικών δικαιωμάτων, βλέποντας τον απλά ως αποτέλεσμα (και ίσως ένα ανεπιθύμητο) των πολιτικών διαδικασιών.

Ένα άλλο θέμα που συζητείται, είναι η σχέση μεταξύ των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και αυτών της υλικής ιδιοκτησίας. Οι περισσότεροι μελετητές των πνευματικών δικαιωμάτων συμφωνούν ότι μπορεί να θεωρηθεί και ως ένα είδος ιδιοκτησίας, διότι συνεπάγεται τον αποκλεισμό άλλων από κάτι. Αλλά υπάρχει διαφωνία σχετικά με το βαθμό στον οποίο το γεγονός αυτό θα πρέπει να επιτρέψει τη μεταφορά των άλλων πεποιθήσεων και διαισθήσεων σχετικά με την κατοχή υλικών αγαθών. Υπάρχουν πολλά άλλα φιλοσοφικά ερωτήματα που ανακύπτουν στη νομολογία των πνευματικών δικαιωμάτων, για παράδειγμα προβλήματα όπως τον προσδιορισμό του πότε ένα έργο «παράγεται» από κάποιο άλλο, ή την απόφαση του πότε οι πληροφορίες έχουν τοποθετηθεί σε «απτή» ή «υλική» μορφή.

Επεξηγήσεις των πνευματικών δικαιωμάτων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νομικοί μελετητές συχνά προσεγγίζουν τα πνευματικά δικαιώματα ως αναζήτηση μιας λογικής ηθικής εξήγησης για την ύπαρξη και τον χαρακτήρα τους. Αυτή η προσέγγιση φαίνεται να λειτουργεί αντίστροφα -θα είχε ίσως περισσότερο νόημα εάν ξεκινούσε με ένα στόχο και στη συνέχεια εξέταζε το νόμο εναντίον του. Έτσι, οι κανονιστικές ή ηθικές θεωρίες που θα μπορούσαν αφελώς να θεωρηθούν ως δοκιμασίες για τον νόμο περί πνευματικών δικαιωμάτων, συχνά ονομάζεται "επεξηγήσεις" του[1]. Οι επεξηγήσεις για τα πνευματικά δικαιώματα μπορούν γενικά να χωριστούν σε δύο ομάδες: δεοντολογικά ή συνεπειοκρατικά. Δεοντολογικές επεξηγήσεις για τα πνευματικά δικαιώματα επιδιώκουν να τα εξηγήσουν ως δικαιώματα ή καθήκοντα, επιδιώκουν να τα εξηγήσουν με βάση το τι είναι ηθικά σωστό να γίνει. Αντιστρόφως, οι συνεπειοκρατικές επεξηγήσεις προσπαθούν να δικαιολογήσουν ή να επικρίνουν την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας με βάση τις συνέπειες της προστασίας αυτής. Παραδείγματα τέτοιων θεωριών περιλαμβάνουν κίνητρα-θεωρίες που προβάλουν την πνευματική ιδιοκτησία ως ένα απαραίτητο μέσο για την παροχή κινήτρων για τη δημιουργία νέων δημιουργικών έργων[2]

Φυσικά δικαιώματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα φυσικά δικαιώματα συνδέονται με τη λογική της ιδιοκτησίας. Ο Τζον Λοκ συχνά αναφέρεται ως μια αρχή, αν και δεν είναι σαφές ότι o Locke είδε πραγματικά τα πνευματικά δικαιώματα ως φυσικό δικαίωμα. Τα δικαιώματα προσωπικότητας είναι η βάση του Γερμανικού νόμου περί πνευματικών δικαιωμάτων. Αυτή η θέση αφορά copyrightable έργα ως επεκτάσεις της προσωπικότητας του συγγραφέα. Ο συγγραφέας έχει ορισμένες εξουσίες για τον έλεγχο των εν λόγω έργων, λόγω της σύνδεσης του/ της με αυτά.

Ηθική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι υποστηρικτές των νόμων περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, πιστεύουν ότι η ηθική υποστηρίζει τη στάση τους. Η Ayn Rand δήλωσε ότι η ζωή του ανθρώπου είναι η βασική αξία, διότι χωρίς αυτήν δεν είναι δυνατές άλλες αξίες[3]. Η ηθική της πνευματικής ιδιοκτησίας διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στα μυθιστορήματα της «The Fountainhead» και «Atlas Shrugged», όπου κρατικοί αξιωματούχοι υποχρεώνουν έναν δημιουργό να παραδώσει το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας του για την πατέντα « Rearden Metal».

Οικονομικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν ότι, ελλείψει προστασίας πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως τα πνευματικά δικαιώματα και τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τα διάφορα είδη των άυλων περιουσιακών στοιχείων θα είναι μειωμένα σε παραγωγή , επειδή δεν θα υπάρχουν επαρκή κίνητρα για τους εμπορικούς οργανισμούς ώστε να τα παράγουν.

Από την άποψη αυτή, ο στόχος του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας είναι κατά κύριο λόγο η εξισορρόπηση των δημόσιων παροχών που μπορεί να προκύψουν από την ευρεία κυκλοφορία, χρήση και επαναχρησιμοποίηση ενός έργου με πνευματικά δικαιώματα. Παρουσιάζετε λοιπόν η ανάγκη για παροχή προστασίας, κινήτρων και ανταμοιβής στο δημιουργό ή τον ιδιοκτήτη των πνευματικών δικαιωμάτων παρέχοντας παράλληλα ένα περιορισμένο μονοπώλιο εκμετάλλευσης των πνευματικών δικαιωμάτων στον εν λόγω φορέα ή πρόσωπο[4].

Συνεπειοκρατικές θεωρίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι συνεπειοκρατικές θεωρίες των πνευματικών δικαιωμάτων υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να έχουμε τους νόμους που φέρουν τα καλύτερα αποτελέσματα για την κοινωνία. Η πιο κοινή συνεπειοκρατική θέση είναι ο ωφελιμισμός, η οποία ορίζει τις καλύτερες καταστάσεις στις οποίες οι άνθρωποι είναι όσο το δυνατόν πιο ευτυχισμένοι. Αναλύσεις των οικονομολόγων της πνευματικής ιδιοκτησίας τείνουν να ακολουθούν αυτήν την φιλοσοφική προσέγγιση.

Μια σχετική κατηγορία θεωριών ονομάζεται Πραγματισμός. Θεωρεί ότι η νομοθεσία περί πνευματικών δικαιωμάτων πρέπει να υπάρχει για σαφείς, συνεκτικούς και αναγκαίους σκοπούς, χωρίς να είναι τόσο αυστηρή.Ο αυστηρός έλεγχος και περιορισμός της χρήσης των έργων αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια της ισχυροποίησης του μονοπωλίου. Στο πλαίσιο αυτό, οι δυνατότητες του κοινού αναφορικά με την ελεύθερη και χωρίς άδεια χρήση των έργων εμφανίζονται πιο περιορισμένες από ποτέ[5]. Μερικοί μελετητές δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, ανεξάρτητα από τις σύγχρονες εξελίξεις στην τεχνολογία, εξακολουθούν να θεωρούν ότι ο θεμελιώδης τρόπος με τον οποίο συγγραφείς, γλύπτες, καλλιτέχνες, μουσικοί και άλλοι μπορούν να χρηματοδοτήσουν τη δημιουργία νέων έργων, και ότι χωρίς μια σημαντική περίοδο νομικής προστασίας των μελλοντικών εισοδημάτων τους, πολλά πολύτιμα βιβλία και έργα τέχνης δεν θα είχαν δημιουργηθεί[6]. Υποστηρίζουν ότι το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται καλύτερα από την επαναλαμβανόμενη επέκταση των όρων των πνευματικών δικαιωμάτων για να συμπεριλάβει πολλές γενιές πέρα από τη ζωή του κατόχου (δημιουργού) των πνευματικών δικαιωμάτων, καθώς αυτό αυξάνει την παρούσα αξία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, την ενθάρρυνση για δημιουργία νέων έργων και την επιθυμία για επιπρόσθετες επενδύσεις σε μεγάλα έργα (για παράδειγμα, η αποκατάσταση των παλαιών ταινιών) οικονομικά βιώσιμα. Κληρονόμοι συγγραφέων συνεχίζουν να επωφελούνται εφόσον εφαρμόζονται τα πνευματικά δικαιώματα μετά τον θάνατο τους[6]

Το σύγχρονο, οδηγούμενο από την αγορά σύστημα πνευματικών δικαιωμάτων παρέχει δημιουργούς με ανεξάρτητη χρηματοδότηση,μέσω royalties (εξουσιοδοτήσεων). Χωρίς έναν επαρκή τρόπο να αποκαταστήσουν τα πνευματικά δικαιώματα τον δημιουργικό χρόνου που έχει δαπανηθεί, θα δημιουργούνταν μικρότερο οικονομικό κίνητρο για παραγωγή και οι δημιουργοί θα ήταν αναγκασμένοι να δουλέψουν κοντά σε ήδη αναγνωρισμένους καλλιτέχνες ώστε να έχουν την απαραίτητα προστασία των έργων τους. Οι υποστηρικτές των πνευματικών δικαιωμάτων, διαφωνούν στην άποψη ότι τα πνευματικά δικαιώματα αποτρέπουν τους δημιουργούς από το να χτίσουν την ιδέα τους. Τα πνευματικά δικαιώματα προστατεύουν μόνο την έκφραση της δουλειάς του καλλιτέχνη και όχι τις ιδέες, τα συστήματα ή τις τεκμηριωμένες πληροφορίες[7] που μεταφέρονται σε αυτό, και συνεπώς οι καλλιτέχνες είναι ελεύθεροι να πάρουν ιδέες από έργα πνευματικής ιδιοκτησίας[6]

Υπερασπιστές του ισχύοντος συστήματος των ισχυρών πνευματικών δικαιωμάτων υποστηρίζουν ότι έχει επιτύχει σε μεγάλο βαθμό η χρηματοδότηση για τη δημιουργία και τη διανομή μιας ευρείας ποικιλίας έργων, ιδιαίτερα αυτών που απαιτούν σημαντική εργασία και κεφάλαιο. Κάποιοι μελετητές φαίνεται να υποστηρίζουν την άποψη αυτή, αναγνωρίζοντας παράλληλα την ανάγκη για εξαιρέσεις και περιορισμούς, όπως όπως συμβαίνει με τη θεωρία του «fair use»[8].

Επικρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι επικριτές των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας εμπίπτουν γενικά σε δύο κατηγορίες: σε αυτούς που ισχυρίζονται ότι η ίδια η έννοια της πνευματικής ιδιοκτησίας δεν έχει ευεργετήσει την κοινωνία, και έχει χρησιμοποιηθεί απλά για να πλουτίσουν λίγοι εις βάρος της δημιουργικότητας, και εκείνοι που ισχυρίζονται ότι το υφιστάμενο καθεστώς πνευματικών δικαιωμάτων πρέπει να μεταρρυθμιστεί ώστε να διατηρηθεί η σημασία του στη νέα κοινωνία της πληροφορίας. Η γαλλική droit d'auteur («Δικαιώματα του Συγγραφέα"), η οποία επηρέασε τη Σύμβαση της Βέρνης του 1886 για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων, θα πρέπει να σημειωθεί ως μια σημαντική εναλλακτική λύση για τη συνήθη αγγλοσαξονική έννοια των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Μεταξύ των ατόμων της δεύτερης ομάδας, υπάρχουν και κάποιοι που βλέπουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας ως έναν τρόπο για να χορηγούνται στους δημιουργούς δικαιώματα, αλλά αισθάνονται ότι επιβιώνουν με τη χορήγηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας για πάρα πολύ καιρό (π.χ., πολύ πέρα από τη διάρκεια ζωής του συγγραφέα), και ως εκ τούτου δεν είναι ξεκάθαρα άμεσο όφελος για αυτόν/αυτήν.

Για πολλούς κριτικούς, το γενικό πρόβλημα είναι ότι το σημερινό (διεθνές) σύστημα πνευματικών δικαιωμάτων υπονομεύει αφεαυτού τον σκοπό του[9]. Οι έννοιες του δημόσιου τομέα και της εγγενής ελευθερίας της πληροφόρησης είναι αναγκαία διδάγματα για τους δημιουργούς ώστε να είναι σε θέση να δημιουργήσουν. Αλλά αυτές σταδιακά διαβρώνονται, καθώς οι όροι των πνευματικών δικαιωμάτων επιμηκύνονται κατ'εξακολούθηση ώστε να διαρκέσουν καθ’ όλη την διάρκειας ζωής του κοινού που γνώρισε και γνωρίζει το πρωτότυπο έργο.

Ένα άλλο αποτέλεσμα της επαναλαμβανόμενης επέκτασης των πνευματικών δικαιωμάτων είναι ότι οι τωρινοί συγγραφείς προστατεύονται από τον ανταγωνισμό από έναν ευρύ δημόσιο τομέα: μέχρι στιγμής όσα έργα εισέρχονται στον δημόσιο τομέα, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Αυτό μειώνει τον κίνδυνο της εμπορευματοποίησης. Πέρα από τα πνευματικά δικαιώματα των εκδόσεων, όπως η κλασική λογοτεχνία, όπου τα περιθώρια κέρδους είναι πολύ χαμηλά, γενικά αυτή η αρχή προσφέρει μόνο το καλύτερο από κάθε είδος[10][11].

Αντίθετα στην τρέχουσα πρακτική των πνευματικών δικαιωμάτων, η αρχή αυτή σχετίζεται επίσης με τη μη τήρηση της κύριας απαίτησης του αρχικού νόμου της Queen Anne, η οποία διευκρίνισε ότι για να αποκτηθούν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας για ένα αντίγραφο κάποιου έργου, έπρεπε το έργο να κατατεθεί σε κάποιο αρχείο, έτσι ώστε να μπορούν να αναπαραχθούν απεριόριστα αντίτυπα μετά τη λήξη των πνευματικών δικαιωμάτων. Το σύστημα αυτό αν και είχε εφαρμοστεί εδώ και πολλά χρόνια, απορρίφτηκε από την κινηματογραφική βιομηχανία, η οποία αρνήθηκε να δώσει αντίγραφα ταινιών, με αποτέλεσμα την απώλεια πολλών πρώιμων ταινιών. Ο πολιτισμός βιώνει μια παρόμοια απώλεια αρχαίων κείμενων που βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές μέχρι να σαπίσουν.

Η πρόσφατη επιτυχία των έργων ελεύθερου λογισμικού, όπως το GNU / Linux, Mozilla Firefox, και τον web server Apache έχει αποδείξει ότι τα έργα ποιότητας μπορούν να δημιουργηθούν ακόμη και εν απουσία του δικαιώματος πνευματικής μονοπωλιακής ιδιοκτησίας[12]. Αυτά τα προϊόντα χρησιμοποιούν τα πνευματικά δικαιώματα για την επιβολή των όρων άδειας χρήσης τους, τα οποία έχουν σχεδιαστεί για να εξασφαλιστεί η ελεύθερη φύση της εργασίας, παρά για την εξασφάλιση αποκλειστικών δικαιωμάτων για το κέρδος του κατόχου. Οι άδειες αυτές περιλαμβάνουν copyleft, ελεύθερο λογισμικό και άδειες χρήσης ανοιχτού κώδικα.

Ακόμη και σε πιο παραδοσιακές μορφές όπως πεζογραφία, ορισμένοι συγγραφείς, όπως ο Cory Doctorow, διατηρούν το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας στο έργο τους, αλλά το διανείμουν δωρεάν (για παράδειγμα κάτω από μια άδεια Creative Commons)[5]. Αυτό έχει το πλεονέκτημα ότι παρέχει ένα δομημένο σύστημα, βάσει του οποίου οι συγγραφείς μπορούν να προσπεράσουν μερικά από τα εμπόδια που επιβάλλουν τα πνευματικά δικαιώματα σε άλλους, επιτρέποντάς τους να συνεισφέρουν μερικώς στο έργο για την κοινότητα (με τη μορφή γενικής επιχορήγησης για αντιγραφή, αναπαραγωγή, χρήση ή προσαρμογή υπό ορισμένες προϋποθέσεις) διατηρώντας άλλα αποκλειστικά δικαιώματα που κατέχουν σε αυτό.

Το Copyright μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να καταπνίξει την πολιτική κριτική. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ τα περιεχόμενα των talk shows και παρόμοια προγράμματα που καλύπτονται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Ο Robert Greenwald, διευθυντής του Uncovered : στο ντοκιμαντέρ «Όλη η αλήθεια για το πόλεμο του Ιράκ», του αρνήθηκαν το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει ένα απόσπασμα από μια συνέντευξη του George W. Bush της NBC «Meet the Press».

Το Copyright επίσης γίνεται αντιληπτό από ορισμένους[13] ως τεχνητό φράγμα το οποίο επιτρέπει την ανταλλαγή των "εκφράσεων" μεταξύ των ατόμων και των ομάδων, αν δεν υπάρχουν τα πνευματικά δικαιώματα ή άλλοι νομικοί περιορισμοί πρόληψης. Αυτοί οι άνθρωποι πιστεύουν ότι εφόσον η κατάσταση δεν κατέχει απαραίτητα την ηθική αρχή ώστε να εκδίδει νόμους περί πνευματικής ιδιοκτησίας, οι ιδιώτες μπορούν να ποικίλουν στις παρατήρηση τους σε τέτοιους νόμους. Άλλοι διαφωνούν[14][15], πιστεύοντας ότι τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας (που στο σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών, για παράδειγμα, προκύπτει από τις διατάξεις του Συντάγματος των ΗΠΑ), είχαν και συνεχίζουν να έχουν μια πολύτιμη συμβολή στη δημιουργία και διάδοση των έργων. Τονίζουν, επίσης, τους κοινωνικούς κινδύνους που ενέχει η άποψη ότι κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να κρίνει την «ηθική εξουσία» των νόμων και να τους τηρεί ή όχι ανάλογα με τις ατομικές αποφάσεις.

Προκλήσεις στη σύγχρονη εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι έννοιες του Copyright αποτελούν πρόκληση στη σύγχρονη εποχή, κυρίως από την αυξανόμενη χρήση της peer-to-peer ανταλλαγής αρχείων[5]. Η εκτεταμένη πλέον χρήση της τεχνολογίας αυτής, η οποία βασίζεται στη δημιουργία εικονικών δικτύων στα οποία αναπτύσσεται επικοινωνία μεταξύ ενός μεγάλου αριθμού προσώπων, φαίνεται να ανατρέπει τα δεδομένα του κλασικού μοντέλου της ιδιωτικής χρήσης των έργων όπως αυτό έχει προσδιοριστεί νομοθετικά και νομολογιακά στο ανάλογο περιβάλλον. Σημαντικοί κάτοχοι των πνευματικών δικαιωμάτων, όπως οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες και η βιομηχανία του κινηματογράφου, κατηγορούν την ευκολία της αντιγραφής για τη μείωση των κερδών τους. Οι εναλλακτικές εξηγήσεις που έχουν προταθεί αναφέρουν ως ενόχους το κακό περιεχόμενο του προϊόντος και τις υπερβολικές χρεώσεις άδειας.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Vaver, David (2011). Intellectual Property Law: Copyright, Patents, Trade-Marks. Toronto: Irwin Law. pp. 15–17. ISBN 978-1552210079.
  2. Dutfield, Graham; Suthersanen, Uma (2008). Global intellectual property law. Cheltenham, UK: Edward Elgar. pp. 51–52, 75. ISBN 978-1-84720-364-9.
  3. Capitalism: The Unknown Ideal. Chapter 11: Patents and Copyrights.
  4. Anthony Lilley (July 2006) Inside the Creative Industries - Copyright on the ground, ippr
  5. 5,0 5,1 5,2 Τατιάνα-Ελένη Συνοδινού (2008). "Πνευματική Ιδιοκτησία & νέες τεχνολογίες".
  6. 6,0 6,1 6,2 Scott M. Martin (September 24, 2002). «The Mythology of the Public Domain: Exploring the Myths Behind Attacks on the Duration of Copyright Protection» (PDF). Loyola of Los Angeles Law Review (Loyola Law Review) 36 (1): 280. ISSN 1533-5860. http://digitalcommons.lmu.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=2343&context=llr. Ανακτήθηκε στις 2007-11-17. 
  7. Vaver, David (2011). Intellectual Property Law: Copyright, Patents, Trade-Marks. Toronto: Irwin Law. σελίδες 59–60. ISBN 978-1552210079. 
  8. Vaver, David (2011). Intellectual Property Law: Copyright, Patents, Trade-Marks. Toronto: Irwin Law. σελ. 673. ISBN 978-1552210079. .
  9. Boyle, James (1996). Shamans, Software and Spleens: Law and the Construction of the Information Society. Harvard University Press. σελ. 142. ISBN 0-674-80522-4. 
  10. Karjala, Dennis. «About Copyright Term Extension». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2003-08-27. https://web.archive.org/web/20030827220623/http://www.law.asu.edu/homepages/karjala/opposingcopyrightextension/what.html. Ανακτήθηκε στις 2014-01-11. .
  11. Luck, Randolph. «Letter to Senator Spencer Abraham of Michigan, opposing copyright term extension in the 104th Congress, June 28th 1996». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-01-13. https://web.archive.org/web/20130113080043/http://homepages.law.asu.edu/~dkarjala/opposingcopyrightextension/letters/Luck%27sMusic01.html. Ανακτήθηκε στις 2014-01-11. .
  12. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Φεβρουαρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2014. 
  13. Electronic Frontier Foundation. https://www.eff.org/work. 
  14. Copyright Alliance. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2014-01-09. https://web.archive.org/web/20140109213746/http://www.copyrightalliance.org/issues. Ανακτήθηκε στις 2014-01-11. 
  15. Motion Picture Association of America. http://www.mpaa.org/contentprotection/copyright-info. .