Σκάμπι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γαρίδες σκάμπι.

Στη μαγειρική, σκάμπι είναι όρος που χρησιμοποιείται εναλλακτικά για ένα είδος αστακού και μια μέθοδο παρασκευής θαλασσινών.

Πολλά είδη αστακών είναι γνωστά με την ονομασία scampi. Από τα πιο κοινά είναι ο νορβηγικός αστακός (Nephrops norvegicus). Το εν λόγω θαλασσινό είναι περισσότερο γνωστό στην Ιρλανδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο με την ονομασία Dublin Bay Prawn. Ο αντίστοιχος γαλλικός όρος είναι langoustine.[1] Αποτελεί τον πληθυντικό του ιταλικού scampo, ωστόσο ο τύπος αυτός σπάνια χρησιμοποιείται στα αγγλικά. Το όνομα χρησιμοποιείται ελαφρά στην Ιταλία και σε άλλες χώρες όταν γίνεται αναφορά σε άλλα παρόμοια είδη, παρότι κάποιοι νόμοι για τις ονομασίες τροφίμων (όπως π.χ. στη Βρετανία) ορίζουν ως "scampi" το είδος Nephrops norvegicus.

Η σαρκώδης ουρά του νορβηγικού αστακού μοιάζει περισσότερο σε γεύση και σε υφή με τον αστακό και την καραβίδα παρά με τη γαρίδα.

Αγγλοαμερικανικές διαφορές στη χρήση του όρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και στις ΗΠΑ η λέξη αναφέρεται στη μέθοδο παρασκευής παρά στο συστατικό. Οι μέθοδοι παρασκευής ποικίλλουν στις δύο χώρες.

Έτσι, στο Ηνωμένο Βασίλειο, το "scampi" αναφέρεται σε ένα φαγητό με κρέας από ουρά θαλασσινού με επικάλυψη τριμμάτων ψωμιού ή κουρκούτι (ζύμη), καλοτηγανισμένο και συνοδευόμενο συχνά από τηγανιτές πατάτες, μπιζέλια και σάλτσα Tartar .[1] Στο νότιο ημισφαίριο χρησιμοποιούνται άλλα είδη αστακού, όπως ο Metanephrops challengeri.

Στις ΗΠΑ "scampi" ονομάζεται συχνά στους καταλόγους φαγητών η γαρίδα στην ιταλοαμερικανική κουζίνα. Ο ίδιος ο όρος "Scampi", είναι επίσης το όνομα ενός φαγητού με γαρίδα, που σερβίρεται με βούτυρο, σκόρδο και λευκό ξηρό κρασί. Συχνά συνοδεύεται από ψωμί ή και ως γαρνιτούρα σε μακαρονάδα. Άλλες φορές χρησιμοποιείται ο όρος "shrimp scampi" (γαρίδες σκάμπι) με άλλες ποικιλίες, όπως "σκάμπι κοτόπουλο" ("chicken scampi").

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Oxford English Dictionary, 2η έκδοση (online), Oxford University Press, 1989.