Ναυτικό άσυλο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Με τον όρο ναυτικό άσυλο, ή ναυτική ασυλία, χαρακτηρίζεται γενικά η δυνατότητα ενός κράτους να παράσχει προστασία σε διωκόμενο άτομο από τις Αρχές άλλου κράτους, εφόσον καταφύγει σε πολεμικό πλοίο του, κατά το χρόνο που βρίσκεται αυτό ελλιμενισμένο σε λιμένα ή πλέει στα χωρικά ύδατα του δεύτερου (κράτους).

Η περίπτωση αυτή περιλαμβάνεται στη γενικότερη έννοια παροχής πολιτικού ασύλου, η οποία στη πράξη διευκολύνεται από το γενικότερο καθεστώς της ετεροδικίας που διέπει τα πολεμικά πλοία. Σε πολλές όμως των περιπτώσεων απαντάται με ευρύτερη ακόμα έννοια εφαρμογής ακόμα και σε εμπορικά πλοία ενημερώνοντας άμεσα διεθνείς οργανισμούς.

Παρά ταύτα το ναυτικό άσυλο δεν έχει μέχρι σήμερα αποτελέσει αντικείμενο ιδιαίτερης αναγνώρισης στο Διεθνές Δίκαιο που θα μπορούσε να θεσμοθετηθεί και να δημιουργήσει έτσι συγκεκριμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις. Αυτό έχει σαν επακόλουθο κάθε μία των περιπτώσεων να εξετάζεται χωριστά και να επαφίεται είτε στη μεταξύ των κρατών ιδίες σχέσεις, είτε σε ανεπίσημη παρέμβαση άλλων συμμαχικών χωρών ή χωρών επιρροής.

  • Σημειώνεται ότι το αντίθετο ακριβώς του παραπάνω είναι η περίπτωση το πλήρωμα πολεμικού πλοίου που ελλιμενίζεται σε κάποιο λιμένα εξωτερικού ή πλέει τα χωρικά ύδατα ξένης χώρας να ζητήσει την προστασία, ασυλία, αυτής της χώρας. Τούτο ανάγεται καθαρά στο πολιτικό άσυλο κατ΄ αντίθεση του ναυτικού. Σε τέτοια περίπτωση παροχής ασυλίας το πλοίο παραδίδεται στη χώρα της οποίας φέρει τη σημαία. Τέτοια περίπτωση, ίσως μοναδική ήταν η λεγόμενη ανταρσία του Α/Τ Βέλους το 1973.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα" τομ.12ος, σελ.102.