Μωρία (θεατρικό είδος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Πιέρ Γκρενγκουάρ σε παράσταση μωρίας στις αρχές του 16ου αιώνα

Μωρία (γαλλικά: sotie ή sottie) ήταν σύντομο σατιρικό κωμικό θεατρικό έργο πολύ δημοφιλές στη Γαλλία τον 15ο και τον 16ο αιώνα. Ο όρος προέρχεται από τους Μωρούς (sots=τρελοί, ανόητοι), που εμφανίζονταν ως κύριοι χαρακτήρες στο έργο. [1]

Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι διάφορες αδελφότητες Μωρών που εμφανίσθηκαν μετά από το 1300 βάσιζαν το σύστημα σάτιρας τους στην υπόθεση ότι όλη η κοινωνία αποτελείται από τρελούς. Ο σκοπός αυτών των παραστάσεων ήταν να σατιρίσουν τα κακώς κείμενα στα ήθη, τη θρησκεία, την πολιτική κλ, παρουσιάζοντας έναν κόσμο ανεστραμμένο, κυρίως με τους τρελούς ως φορείς σοφίας και γνώσης. Οι Μωροί ήταν ντυμένοι με γκρίζες φορεσιές και φορούσαν κουκούλα με αυτιά γαϊδάρου.[2]

Στα έργα, οι Μωροί πρωταγωνιστές σχολίαζαν και αντάλλασσαν σκέψεις για γεγονότα και άτομα που απασχολούσαν την εποχή τους, έχοντας κατά κάποιο τρόπο το ακαταλόγιστο. Τα μικρότερα έργα, που μερικές φορές αναφέρονται ως παράτες, δεν είχαν πλοκή, αλλά βασίζονταν σε μεμονωμένους διαλόγους. Το είδος έχει την προέλευσή του από τη Γιορτή των Τρελών και από άλλες γιορτές που σχετίζονται με το Καρναβάλι. [3]

Μαζί με τις Φάρσες αποτελούσαν το κοσμικό μεσαιωνικό θέατρο, απαλλαγμένα από τον θρησκευτικό χαρακτήρα των Μυστηρίων και των Ηθικών αλληγοριών. Η μωρία θεωρείται ξεχωριστό είδος από τη φάρσα ή την ηθική αλληγορία, καθώς είχε αναπτύξει ορισμένα μοναδικά χαρακτηριστικά. Ενώ οι χαρακτήρες στις φάρσες ήταν συγκεκριμένα πρόσωπα με ονόματα, οι χαρακτήρες στις μωρίες ήταν καθαρά αλληγορικοί και είχαν ονόματα όπως Πρώτος τρελός και Δεύτερος τρελός, ή Κάποιος, Προσκυνητής κ.λπ. με έναν αρχηγό, που ονομαζόταν Μάνα των τρελών (Mère Sotte). Παραπλήσιοι αλληγορικοί πρωταγωνιστές υπήρχαν επίσης στις και ηθικές αλληγορίες, αλλά σε αντίθεση με αυτό το είδος που είχε ηθικό δίδαγμα, οι μωρίες προορίζονταν καθαρά για την ψυχαγωγία. Τα έργα είχαν επίσης εξαιρετικά πολύπλοκα σχήματα ομοιοκαταληξίας και περίπλοκες δομές στίχων.[4]

Ο πιο γνωστός θεατρικός συγγραφέας μωριών είναι ο Πιέρ Γκρενγκουάρ με το Έργο του πρίγκιπα των τρελών (Jeu du prince des sots) θεατρικό έργο του 1511. Σ' αυτό το έργο, η Μάνα των τρελών αντιπροσωπεύει τον παπισμό και γι' αυτό η σάτιρα έγινε ανεκτή από τον Γάλλο βασιλιά Λουδοβίκο ΙΒ΄. Αργότερα τον 16ο αιώνα, οι μωρίες, έχοντας ξεπεράσει τα επιτρεπτά όρια πολιτικής σάτιρας και αμφισβήτησης, απαγορεύτηκαν.

Ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί και για σύγχρονα έργα. Ο συγγραφέας του 20ου αιώνα Αντρέ Ζιντ αναφέρθηκε στο μυθιστόρημά του Τα υπόγεια του Βατικανού του 1914 ως μωρία.[5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]