Μπούρισλεβ της Σουηδίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μπούρισλεβ Σβέρκερσσον
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση12ος αιώνας
Θάνατος1173
Χώρα πολιτογράφησηςΣουηδία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Οικογένεια
ΓονείςΙωάννης, πρίγκιπας της Σουηδίας (12ος αι.) και Ρίκισσα της Πολωνίας, βασίλισσα της Σουηδίας
ΑδέλφιαΚολ της Σουηδίας
Καικιλία Γιόχανσντοττερ της Σουηδίας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΜονάρχης της Σουηδίας

Ο Μπούρισλεβ ή Μπολέσλαβ, σουηδικά: Burislev, (απεβ. το 1172/73) ήταν Σουηδός διεκδικητής του θρόνου, που ανήκε στον Οίκο των Σβέρκερ. Ενήργησε σε συνεννόηση με τον συγγενή του Κολ ενάντια στον βασιλιά Κνούτο Α' της Σουηδίας, τότε επικεφαλής του Οίκου του Έρικ. Οι δύο διεκδικητές, που ήταν αδέλφια, ετεροθαλείς αδελφοί ή θείος και ανιψιός, μπορεί ποτέ να μην είχαν ποτέ ελέγξει πιο πολύ από την επαρχία του Έστεργκετλαντ, που ήταν η βάση της δυναστείας. Ο Μπολέσλαφ πιστεύεται ότι είτε δολοφονήθηκε από τους άνδρες του βασιλιά Κνούτου Α΄, είτε ότι κατέφυγε στην Πολωνία το 1173 ή πριν.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μπολέσλαφ ήταν απόγονος του παλαιού βασιλιά Σβέρκερ Α΄ της Σουηδίας (απεβ. 1156), αλλά η ακριβής γενεαλογία δεν είναι σαφής. Ο Σβέρκερ νυμφεύτηκε, ως δεύτερη σύζυγό του, την Ρίκισσα της Πολωνίας. Από αυτόν τον γάμο γεννήθηκε ένας γιος, που ονομαζόταν Μπουλίσλαους (Μπολέσλαφ, Μπούρισλεφ), όπως φαίνεται από ένα διοικητικό έγγραφο της Δανίας. Πήρε το όνομά του από τον εκ μητρός πάππο του Μπολέσλαφ Γ΄ τον Στραβόστομο. Έτσι παλαιότεροι Σουηδοί ιστορικοί, όπως ο Nατάναελ Μπέκμαν που έγραψε ένα βιογραφικό άρθρο στο Svenskt biografiskt lexikon, υποστήριξαν ότι ο Μπολέσλαφ και ο Koλ ήταν γιοι του Σβέρκερ Α΄.[1]

Ωστόσο, σύμφωνα με μία μεσαιωνική γενεαλογία, ο Μπολέσλαφ, ο Koλ και ένας τρίτος αδελφός που ονομαζόταν Ούμπε ο Δυνατός ήταν στην πραγματικότητα γιοι του Ιωάννη, γιου του βασιλιά Σβερκερ Α΄.[2] Με βάση αυτό, Σουηδοί ιστορικοί όπως ο Nιλς Άνλουντ και ο Άντολφ Συκ ισχυρίστηκαν αντ' αυτού ότι υπήρχαν δύο διαφορετικοί Μπολέσλαφ, ο θείος και ο ανιψιός. Έτσι, οι διεκδικητές είχαν πράγματι απόγονοι του Ιωάννη, ο οποίος απεβίωσε νεαρός άνδρας περί το 1152.[3] Ένας μεσαιωνικός κατάλογος μοναστικών δωρεών δείχνει ότι κάποια Ράγκνχιλντ ήταν η μητέρα του Κολ και πιθανώς της Μπολέσλαβ, και κατά συνέπεια η σύζυγος του Ιωάννη. Είναι γνωστό ότι επέζησε αυτού και πιθανώς μεγάλωσε τα παιδιά της κατά τα ταραχώδη χρόνια, που ακολούθησαν το τέλος του Ιωάννη και του Σβέρκερ Α΄, πριν εισέλθει στο αβαείο VΒρέτα ως μοναχή.[4]

Εμφύλιος πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μπολέσλαφ αναφέρεται στον βασιλικό κατάλογο, που επισυνάπτεται στο Västgötalagen μαζί με τον Koλ: "Ο βασιλιάς Κνούτος Α΄ κέρδισε τη Σουηδία με το σπαθί του και σκότωσε τον βασιλιά Κολ και τον βασιλιά Μπούρισλεφ, και είχε πολλές μάχες εναντίον της Σουηδίας και ήταν νικητής σε όλες."[5] Διαφορετικά, εμφανίζεται σε λιγότερες μεσαιωνικές πηγές από τον αδελφό του, το όνομα του οποίου εμφανίζεται σε αρκετούς καταλόγους βασιλέων.[6] Σύμφωνα με σχολιασμούς του λόγιου του 17ου αι. Γιοχάνες Μεσένιους, ο Koλ έπεσε στη μάχη, αλλά ο Μπολέσλαφ συνέχισε τον αγώνα εναντίον του Κνούτου Α΄ με κάποια επιτυχία. Ωστόσο, όταν έμεινε απρόσεκτα στην έπαυλη στο Μπγιέλμπo, δέχτηκε επίθεση από τα στρατεύματα του Κνούτου Α΄ και σκοτώθηκε. Ακόμα μεταγενέστερες παραδόσεις λένε ότι ο Koλ, και στη συνέχεια ο Μπόλεσλαφ, σκοτώθηκαν σε μάχη στα Πεδία Αίματος (Blodåkrarna) κοντά στο Μπγιέλμπo, το 1169[7] Ωστόσο πιθανότατα ο αγώνας έλαβε τέλος το 1172–73, αφού ο Κνούτος Α΄ βασίλευσε για 23 χρόνια μετά τη νίκη του.[8]

Εικάζεται ότι ο Κανούτος Α΄ νυμφεύτηκε μία αδελφή των ανταγωνιστών του Κολ και Μπολέσλαφ, η οποία ονομαζόταν Καικιλία και με την οποία αρραβωνιάστηκε περί το 1160. Αυτή η υπόθεση βασίζεται σε μία καταγραφή του έτους αυτού, που αναφέρει μία πριγκίπισσα Καικιλία, μητέρα του Ερρίκου Θ΄ του Αγίου, ως αδελφή του Koλ και του Ουλφ (Ούμπε). Ο Ερρίκος Θ΄, υποστηρίζεται, μπορεί να είναι λάθος για τον Ερρίκο Ι΄ της Σουηδίας, τον γιο του Κανούτου Α΄.[9] Ωστόσο, αυτή η υπόθεση έχει αμφισβητηθεί.[10]

Αν και αρκετές πηγές επιβεβαιώνουν ότι ο Μπολέσλαφ ήταν στην πραγματικότητα βασιλιάς της Σουηδίας για μερικά χρόνια, η σουηδική βασιλική αυλή δεν τον αναγνωρίζει ως τέτοιο στον επίσημο κατάλογο των ηγεμόνων της.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Nathanael Beckman. «Burislev». Svenskt biografiskt lexikon. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2013. 
  2. Hans Gillingstam. «Jon jarl». Svenskt biografiskt lexikon. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2013. 
  3. in "Från Viby till Bjälbo, studier i Sveriges historia under 100-talets senare hälft", Fornvännen 1951 σελ. 199
  4. Nils Ahnlund, "Till frågan om den äldsta Erikskulten i Sverige", Historisk tidskrift 68, 1948, σελ. 318.
  5. Mats G. Larsson, Götarnas riken: Upptäcktsfärder till Sveriges enande. Stockholm: Atlantis, 2002, σελ. 185.
  6. Hans Gillingstam. «Kol». Svenskt biografiskt lexikon. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2013. 
  7. Adolf Schück, "Från Viby till Bjälbo, studier i Sveriges historia under 100-talets senare hälft", Fornvännen 1951 σελ. 212.
  8. Mats G. Larsson, Götarnas riken: Upptäcktsfärder till Sveriges enande. Stockholm: Atlantis, 2002, σελ. 185.
  9. Ahnlund, Nils, "Vreta klosters äldsta donatorer", Historisk tidskrift 65, 1945, σελ. 345.
  10. Hans Gillingstam, "Knut Eriksson", Svenskt biografiskt lexikon, Canute I of Sweden