Ματωμένο Ρομάντζο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ματωμένο Ρομάντζο
(Pitfall)
ΣκηνοθεσίαΑντρέ ντι Τοτ[1]
ΠαραγωγήΣάμιουελ Μπίσοφ
ΠρωταγωνιστέςΝτικ Πάουελ, Λίζαμπεθ Σκοτ, Τζέιν Γουάιατ, Ρέιμοντ Μπερ, Ανν Ντοραν, Selmer Jackson, Τζίμι Χαντ και Τζον Λάιτελ
ΜουσικήΛούις Φορμπς
ΦωτογραφίαHarry J. Wild
ΜοντάζΟυόλτερ Τόμσον
ΔιανομήUnited Artists
Πρώτη προβολή1948
Διάρκεια86 λεπτά
ΠροέλευσηΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
ΓλώσσαΑγγλικά

Το Ματωμένο Ρομάντζο (Πρωτότυπος τίτλος: Pitfall) είναι Αμερικανικό αστυνομικό φιλμ νουάρ του 1948 σε σκηνοθεσία Αντρέ ντε Τοθ και σενάριο των Καρλ Καμπ, Αντρέ ντε Τοθ, Γουίλιαμ Μπόουερς, βασισμένο στη νουβέλα The Pitfall του Τζέι Ντράτλερ. Πρωταγωνιστούν οι Ντικ Πάουελ, Λίζαμπεθ Σκοτ, Ρέιμοντ Μπαρ και η Τζέιν Γουάιτ.

Σύμφωνα με τον κριτικό του κινηματογράφου, Φρανκ Μίλερ, όπως η «Διπλή Ταυτότητα» (1944), η ταινία αφηγείται την ιστορία ενός αξιοπρεπούς ατόμου που παραπλανάται λόγω της ρομαντικής αγάπης για την λάθος γυναίκα».[2] Ο κριτικός Τζέρεμι Χάλμαν συνέκρινε την ταινία με τις ταινίες του Φριτς Λανγκ «Η γυναίκα της βιτρίνας » (1944) και «Η Σκύλα» (1945), «όπου η ζωή ενός βαριεστημένου σεβαστού επαγγελματία πάει στραβά μετά από την σύγχυση που είχε για μια γυναίκα»[3]

Πλοκή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζον Φορμπς, ένας επιτυχημένος υπάλληλος ασφάλιστική εταιρείας, ζει σε έναν άνετο προαστιακό χώρο με την όμορφη σύζυγό του Σου και τον μικρό γιο τους Τόμι. Παρά την εξωτερική ευημερία, ο Τζον δεν είναι ικανοποιημένος με τη μονοτονία τόσο στο σπίτι όσο και στη δουλειά, και πιστεύει ότι είναι ικανός για περισσότερα σε αυτήν τη ζωή.

Στη δουλειά, ο Τζον ασχολείται με περιπτώσεις ασφαλιστικών απάτων, και συγκεκριμένα, ερευνα την υπόθεση του Μπιλ Σμάιλι, ο οποίος φυλακίστηκε για υπεξαίρεση χρημάτων στο ποσό των 10 χιλιάδων δολαρίων. Για να πραγματοποιήσει διαφορες επιχειρησιακές ερευνες για να βρει τα χρήματα του Σμάιλι, ο Τζον προσλαμβάνει τον ιδιωτικό ντετέκτιβ, και πρώην αστυνομικό Τζ. Μπι Μακντόναλντ, με το παρατσούκλι Μακ. Σε μια συνάντηση στο γραφείο, ο Μακ αναφέρει στον Τζον ότι μπόρεσε να εντοπίσει μερικές από τις μεγάλες δαπάνες του Σμάιλι, οι οποίες σχετίζονται με την αγορά ακριβών δώρων για τη φίλη του, ένα μοντέλο μόδας, την Μόνα Στίβενς. Ο Μακ λέει ότι είδε τη Μόνα και του έκανε μια μεγάλη εντύπωση. Περιμένει να συνεχίσει την επικοινωνία μαζί της, αλλά ο Τζον παίρνει το θέμα από αυτόν, λέγοντας ότι θα πραγματοποιήσει ο ιδιος περαιτέρω ερευνα για τη Μόνα. Ωστόσο, ο Μακ ενημερώνει τον Τζον ότι δεν μπορεί να ξεχάσει τη Μόνα και πρόκειται να συναντηθεί μαζί της εκτός των ωρών γραφείου.

Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στη Μόνα, ο Τζον της ζητά να κάνει μια λίστα με όλα τα ακριβά δώρα που της έδωσε ο Σμάιλι για να τα μεταφέρει στην ασφαλιστική τους εταιρεία προκειμένου να αντισταθμίσει τη ζημιά. Αυτή η λίστα περιλαμβάνει ένα ακριβό γούνινο παλτό, ένα αυτοκίνητο, ένα διαμαντένιο δαχτυλίδι αρραβώνων και ένα θαλάσσιο σκάφος. Αφού ο Τζον λέει ότι η εθελοντική παράδοση αυτών των πραγμάτων μπορεί να μειώσει σημαντικά τη διάρκεια της παραμονής του Σμάιλι στη φυλακή, η Μόνα χωρίς καμία αντίρρηση συμφωνεί να επιστρέψει όλα τα πράγματα που της δωρίστηκαν. Παραλλήλα τον προσκαλεί να πάει να επιθεωρήσει το σκάφος. Ένα ταξίδι με βάρκα στον ωκεανό και το επόμενο κοινό δείπνο φέρνουν τη Μόνα και τον Τζον πολύ κοντά, όπου και αρχίζουν να έχουν μια αμοιβαία συμπάθεια. Όταν ο Τζον φεύγει από το διαμέρισμα της Μόνα το βράδυ, αποδεικνύεται ότι ο Μακ τους παρακολούθουσε κρυφά όλη την ημέρα.

Το επόμενο πρωί, ο Τζον πηγαίνει στο γραφείο και συναντά τον Μακ, ο οποίος του ζητά να δείξει μια λίστα με τα δώρα. Χωρίς να βρει το σκάφος μέσα στη λίστα, ο Μακ ρωτά τον Τζον αν ο λόγος που δεν το έβαλε μέσα είναι λόγω της συμπάθειά του για τη Μόνα. Ο Τζον συναντά ξανά τη Μόνα και λέει ότι θα πρέπει να πάρει και το σκάφος, καθώς ο Μάκ ξέρει γι 'αυτόν και αν το αποκρύψει μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα. Η Μόνα ερωτεύεται τον Τζον, και περνούν το βράδυ μόνοι τους στο διαμέρισμά της. Όταν ο Τζον επιστρέφει στο σπίτι αργά το βράδυ, συναντά τον Μακ στην πόρτα του γκαράζ, ο οποίος του θυμίζει το ενδιαφέρον του για τη Μόνα και χτυπά βάναυσα τον Τζον.

Το επόμενο πρωί, η Μόνα ανακαλύπτει ότι ο Τζον είχε ξεχάσει το χαρτοφύλακά του στο σπίτι της και, έχοντας μάθει ότι δεν είχε πάει στη δουλειά, αποφασίζει να μεταφέρει το χαρτοφύλακα στο σπίτι του. Σταματώντας κοντά στο σπίτι του Τζον η Μόνα, συναντά μια γυναίκα που φεύγει από το σπίτι και, συνειδητοποιώντας ότι ο Τζον είναι παντρεμένος, γυρίζει και φεύγει. Στην επόμενη συνάντηση τους σε ένα εστιατόριο, η Μόνα δίνει στον Τζον τον χαρτοφύλακά του και λέει ότι πρέπει να επιστρέψει στη γυναίκα του. Ο Τζον το κάνει και, φαίνεται, στη ζωή του να υπαρχει μια ηρεμία.

Ωστόσο, ο Μακ συνεχίζει να παρενοχλεί τη Μόνα, παρόλο η ίδια του ξεκαθαρίζει αμέσως ότι δεν του αρέσει και απειλεί να καλέσει την αστυνομία. Σε αυτό, ο Μακ απαντά ότι εάν δεν υπάρξει μια αμοιβαία κατανόηση, θα δημοσιοποιήσει τη σχέση της με τον Τζον, απειλωντας ότι θα πει τα πάντα στη γυναίκα του. Η Μόνα αποφασίζει να τηλεφωνήσει στον Τζον και να τον ενημερώσει για τις ενέργειες του Μακ. Ο Τζον λέει ότι θα φροντίσει τα πάντα. Βρίσκει τον Μακ και τον χτυπά, λέγοντας ότι αν δεν αφήσει τη Μόνα, θα τον σκοτώσει.

Ωστόσο, αυτό δεν σταματά τον Μακ. Πηγαίνει στη φυλακή όπου συναντά τον Σμάιλι και του λέει ότι ενώ αυτός βρίσκεται στη φυλακή, η Μόνα ξεκίνησε μια σχέση με τον Τζον και ξεφορτώθηκε όλα τα δώρα του, συμπεριλαμβανομένου του δαχτυλιδιού των αρραβώνων τους. Ο Σμάιλι εξοργίζεται και κατά την επόμενη συνάντηση με την Μόνα αρχίζει να την βασανίζει με ερωτήσεις σχετικά με το δαχτυλίδι και για τον αντίζηλο του. Η Μόνα τα λέει όλα στον Τζον. Αφού η Μόνα παραδώσει όλα τα δώρα που έλαβε στην ασφαλιστική εταιρεία, ο Σμάιλι απελευθερώνεται νωρίς. Ο Τζον πηγαίνει στη φυλακή για να μιλήσει στον Σμάιλι, ελπίζοντας να του εξηγήσει ήρεμα τα πάντα, αλλά αποδεικνύεται ότι είχε ήδη απελευθερωθεί νωρίς το πρωί και ο Μακ τον πήρε μακριά με το αυτοκίνητό του.

Όταν η Μόνα επιστρέφει στο σπίτι από τη δουλειά, βλέπει ένα μεθυσμένο Σμάιλι με ένα όπλο που του έδωσε ο Μακ. Η Μόνα ισχυρίζεται ότι αυτή και ο Τζον δεν έχουν τίποτα μαζί και προσποιήται ότι είναι χαρούμενη που βλέπει τον Σμάιλι και κάνει κινηση να τον φιλήσει. Ωστόσο, αυτός την ωθεί απότομα και φεύγει για την πόλη. Η Μόνα καλεί τον Τζον και τον προειδοποιεί ότι ο Σμάιλι είναι ελεύθερος, μεθυσμένος και οπλισμένος. Ο Τζον προσπαθεί για άλλη μια φορά να πει στη γυναίκα του για τα πάντα, αλλά πάλι δεν βρίσκει την ψυχική δύναμη και, επιπλέον, φοβάται την καταστροφή της οικογένειας καθώς και ένα δημόσιο σκάνδαλο που θα μπορούσε να βλάψει την καριέρα του.

Αργά το βράδυ, ο Τζον ακούει έναν θόρυβο έξω από το σπίτι του. Στέλνει τη γυναίκα και το παιδί του να κοιμηθούν στον δεύτερο όροφο, και βγάζει ένα όπλο, σβήνει το φως στον πρώτο όροφο και ετοιμάζεται να συναντήσει τον Σμάιλι. Ακούγοντας τον ήχο ενός αυτοκινήτου να κινείται προς τα πάνω (πίσω από το τιμόνι του οποίου κάθεται ο Μακ) και ένα χτύπημα στην πόρτα, ο Τζον περπατά προσεκτικά έξω από την πίσω πόρτα, πλησιάζει τον μεθυσμένο Σμάιλι από την πλάτη και, απειλώντας τον με ένα πιστόλι, του ζητά να φύγει αμέσως, υποσχόμενος να του μιλήσει την επόμενη μέρα. Πίσω στο σπίτι, ο Τζον ακούει τον ήχο ενός αυτοκινήτου που φεύγει μακριά και περπατάει στο παράθυρο. Τότε σπάει το τζάμι,και μετά ακούγεται ένας πυροβολισμός. Η σύζυγος του Τζον κατεβαίνει γρήγορα τις σκάλες. Ο Τζον την ζητά να καλέσει την αστυνομία, λέγοντας ότι σκότωσε έναν άνδρα. Μετά από αυτό, ο Τζον λέει στη σύζυγό του όλη την αλήθεια για τη σχέση του με τη Μόνα, και λυπάται που δεν το έκανε πριν. Η αστυνομία που φτάνει μετά την ανάκριση του Τζον καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πυροβόλησε προστατεύοντας το σπίτι του από έναν διαρρήκτη.

Εν τω μεταξύ, ο Μακ πάει στο σπίτι της Μόνα και αρχίζει να μαζεύει τα πράγματα της, λέγοντας ότι φεύγουν μαζί για να ξεκουραστούν και να διασκεδάσουν στο Reno, ελπίζοντας ότι θα παντρευτούν εκεί. Λέει ότι τακτοποίησε τα πάντα με τον καλύτερο τρόπο. Αφού ο Μακ λάβει πληροφορίες από την αστυνομία ότι ο Σμάιλι είναι νεκρός, η Μόνα βγάζει ένα όπλο και πυροβολεί τον Μακ.

Την επόμενη μέρα, ο Τζον πηγαίνει στο γραφείο του εισαγγελέα και αφηγείται όλη την ιστορία που οδήγησε στη δολοφονία του Σμάιλι. Ο εισαγγελέας τον ενημερωνει ότι η Μόνα πυροβόλησε τον Μακ τη νύχτα και η μελλοντική της μοίρα θα εξαρτηθεί από το αν θα ζήσει ή όχι. Ο εισαγγελέας λέει ότι επισήμως δεν μπορεί να κρατήσει τον Τζον, αλλά στη συνείδησή του τον θεωρεί δολοφόνο, καθώς θα μπορούσε να είχε αποτρέψει τη δολοφονία του Σμαίλι απλώς καλώντας την αστυνομία. Ο Τζον φεύγει από το γραφείο του εισαγγελέα και τη στιγμή εκεί αντικρύζει την Μόνα που μεταφέρεται στο κέντρο για την προφυλάκιση της. Βγαίνοντας στο δρόμο, ο Τζον μπαίνει στο αυτοκίνητο με τη σύζυγό του, η οποία, αφού ζύγισε όλες τις περιστάσεις, αποφάσισε να σώσει την οικογένειά της και να συνεχίσει τη ζωή μαζί του.

Διανομή ρόλων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ψηφιακά μέσα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ταινία Ματωμένο Ρομάντζο κυκλοφόρησε σε Blu-ray και DVD από την Kino Lorber Studio Classics in November 2015.[4]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. www.imdb.com/title/tt0040695/. Ανακτήθηκε στις 8  Απριλίου 2016.
  2. «Η κριτική του Φρανκ Μίλερ για την ταινία». tcm.com. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουλίου 2020.  (Αγγλικά)
  3. «Η κριτική του Τζέρεμι Χάλμαν για το Ματωμένο Ρομάντζο». moviemartyr.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Νοεμβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουλίου 2020.  (Αγγλικά)
  4. «Kino Lorber Studio Classics». Classic Images. January 2016, σελ. 36. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]