Μάχη του Πλότσνικ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Μάχη του Πλότσνικ έλαβε χώρα κάπου ανάμεσα στο 1385 και το 1387[A] κοντά στο χωριό Πλότσνικ (κοντά στο Προκούπλιε στη σημερινή νοτιοανατολική Σερβία), μεταξύ των σερβικών δυνάμεων του Πρίγκιπα Λαζάρου Χρεμπελιάνοβιτς και τον Οθωμανικό Στρατό του Σουλτάνου Μουράτ Α΄.

Παρασκήνιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Οθωμανικός στρατός διείσδυσε στο Πομοράβλιε και τις γειτονικές περιοχές, σκοτώνοντας και λεηλατώντας την περιοχή. Στη συνέχεια συγκρούστηκε με στρατιώτες του Λαζάρου στη Ντουμπράβνιτσα (1381), όπου οι δυνάμεις των Σέρβων νίκησαν τις Οθωμανικές.[1] Με μια μεγαλύτερη δύναμη, ο Οθωμανός Σουλτάνος Μουράτ Α΄ επιτέθηκε στη Σερβία το 1386. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές η Νις έπεσε στους Τούρκους.[2]

Μάχη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο σερβικός στρατός βγήκε νικητής, αν και τα στοιχεία για τη μάχη του Πλότσνικ είναι ασαφή. Ο Σαχίν Μπέης μπήκε στη Σερβία με 20.000 ακιντζήδες όταν έμαθε ότι Σέρβοι άρχοντες προετοίμαζαν στρατό για να επιτεθούν στους στρατιώτες του. Προχώρησε στο Πλότσνικ κοντά στο Προκούπλιε για να βρει τη θέση του σερβικού στρατού αλλά δεν βρήκε κανένα. Εκείνη την εποχή, πολλοί ακιντζήδες (περίπου 18.000) έχασαν την ψυχραιμία τους και άρχισαν άτακτες λεηλασίες εναντίον των κατοίκων της περιοχής. Ο Σαχίν Μπέης έμεινε μόνος με 2.000 στρατιώτες.[3] Από την άλλη πλευρά, οι σερβικές εκστρατευτικές δυνάμεις παρατηρούσαν το πεδίο της μάχης.

Ξαφνικά εμφανίστηκε ένας συμμαχικός στρατός αποτελούμενος από 15.000 στρατιώτες, πολλοί από τους οποίους ήταν ιππικό. Ο σερβικός στρατός χρησιμοποιούσε βαρύ ιππικό και ιπποφόρους τοξότες. Οι Σέρβοι επιτέθηκαν στο κέντρο των Οθωμανών (2.000 στρατιώτες). Αν και απροετοίμαστοι, σοκαρισμένοι από τους Σέρβους ιππότες με τον βαρύ οπλισμό, οι περισσότεροι Οθωμανικοί στρατιώτες στο κέντρο αντιστάθηκαν για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά αργότερα άρχισαν να αποσύρονται με τον Σαχίν Μπέη[3] να γλιτώνει παρατρίχα τη ζωή του.

Στη συνέχεια, ο σερβικός στρατός στράφηκε προς τους υπόλοιπους 18.000 ακιντζήδες οι οποίοι λεηλατούσαν την περιοχή: απροετοίμαστοι, άτακτοι και εκστασιασμένοι, οι ακιντζήδες δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα χωρίς τον στρατηγό τους. Μόνο 5.000 από αυτούς επέστρεψαν ζωντανοί.[3] Πάνω από το 60% του Οθωμανικού στρατού καταστράφηκε. Σύμφωνα με την παράδοση ο Σέρβος ιππότης και λαϊκός ήρωας Μίλος Όμπιλιτς πολέμησε στη μάχη και διακρίθηκε,[4] αλλά τραυματίστηκε από ένα Οθωμανικό βέλος.

Σύμφωνα με ορισμένους, όπως ο κροάτης ιστορικός Βιέκοσλαβ Κλάιτς, ο στρατός του Λαζάρου βοηθήθηκε από Βόσνιους στρατιώτες.[5] Σύμφωνα με μια εκδοχή η σερβική νίκη οφείλεται από στη βοσνιακή βοήθεια και τα κόλπα ενός Καστριώτη.[6]

Επακόλουθα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η νίκη έδωσε κύρος στους Σέρβους και τους άρχοντες τους. Η σερβική νίκη επιβράδυνε προσωρινά την Οθωμανική κατάκτηση των Βαλκανίων. Ήταν η πρώτη σοβαρή ήττα των Οθωμανών στα Βαλκάνια.[3] Μάλιστα, ήταν η μάχη που οδήγησε τον Μουράτ να εξετάσει το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει τη Βαλκανική εκστρατεία του. Ύστερα ο οθωμανικός στρατός προχώρησε στη Βοσνία, πολεμώντας εναντίον των βοσνιακών δυνάμεων των Βλάτκο Βούκοβιτς και Ράντιτς Σάνκοβιτς στη Μπιλέτσα (1388). Η μάχη ήταν μια νίκη για τους Βόσνιους. Στο Κοσσυφοπέδιο έγινε η γνωστή μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389). Ο Μουράτ αποφάσισε να κάνει μια ισχυρότερη ώθηση εναντίον της φαινομενικά αναγεννημένης Σερβικής Αυτοκρατορίας — Κοσσυφοπεδίου. Τόσο ο Λάζαρος όσο και ο Μουράτ σκοτώθηκαν στη μάχη.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχόλια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. ^ Υπάρχουν διάφορες εκτιμήσεις σχετικά με το έτος στο οποίο συνέβη η μάχη. Ο Σίμα Τσίρκοβιτς υποστηρίζει ότι η μάχη έλαβε χώρα το 1385 [7], οι Γιοβάνκα Κάλιτς και[2] Μάρκο Σούιτσα υποστηρίζουν ότι η μάχη έλαβε χώρα το 1386[8], ενώ ο Κεμάλ Ναμούκ υποστηρίζει ότι η μάχη έλαβε χώρα το 1387.[3]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Kalić 1984; Stojanović 1927
  2. 2,0 2,1 Kalić 1984, σελ. 31.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 Namık 1982, σελ. ?.
  4. Mirčetić, Dragoljub (1994). Vojna istorija Niša. 1–3. Prosveta. σελ. 102. 
  5. Klaić, Vjekoslav· Macan, Trpimir (1981). Povijest Hrvata od najstarijih vremena do svršetka XIX stoljeća. Nakladni zavod MH. σελ. 288. 
  6. Đerić 1989, σελ. 25.
  7. Ćirković 1990, σελ. 64.
  8. Šuica 2011, σελ. 234.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]