Αντώνης Μπριλλάκης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αντώνης Μπριλλάκης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1924
Θάνατος1  Οκτωβρίου 1994
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΕνιαία Δημοκρατική Αριστερά, Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας Εσωτερικού, Ελληνική Αριστερά και Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμέλος της Βουλής των Ελλήνων (εκλογική περιφέρεια Α΄ Πειραιώς)

Ο Αντώνης Μπριλλάκης (1924 - 1 Οκτωβρίου 1994) ήταν Έλληνας δικηγόρος και πολιτικός, ηγετικό στέλεχος της μεταπολεμικής ελληνικής Αριστεράς. Διατέλεσε βουλευτής της Ενιαίας Δημοκρατικής Αρστεράς (1951-52 και 1956-67), του Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού και της Ελληνικής Αριστεράς (1987-89) και του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (1989-90).

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αντώνης Μπριλλάκης γεννήθηκε το 1924 στα Χανιά, γόνος εύπορης και σημαντικής οικογένειας της πόλης. Ο πατέρας του, Γεώργιος Μπριλλάκης, ήταν δικηγόρος, πολιτικό στέλεχος του δεξιού Λαϊκού Κόμματος και εκδότης επί 20 χρόνια της χανιώτικης αντιβενιζελικής ημερήσιας εφημερίδας «Αλήθεια».

Το 1941, σε ηλικία δεκαεπτά ετών, μαθητής ακόμα στα Χανιά, ο Αντώνης Μπριλλάκης έγινε μέλος της αντιναζιστικής οργάνωσης «Παγκρήτια Οργάνωση Ελεύθερων Νέων» (ΠΟΕΝ) και στη συνέχεια οργανώθηκε στην Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων (Ε.Π.Ο.Ν.). Στις αρχές του 1944 συνελήφθη από την Γκεστάπο και καταδικάστηκε από έκτακτο γερμανικό στρατοδικείο σε δεκαετή καταναγκαστικά έργα. Για να εκτελέσει την ποινή του, μεταφέρθηκε στις γερμανικές φυλακές Λάντσμπεργκ, κοντά στο Μόναχο.

Το 1945, με το τέλος του πολέμου, απελευθερώθηκε και επέστρεψε στην Ελλάδα. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ παράλληλα ανέπτυξε έντονη πολιτική δραστηριότητα. Την ίδια χρονιά (1945) εκλέχθηκε γραμματέας περιοχής Κρήτης της Ε.Π.Ο.Ν. και μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της. Το 1947 συνελήφθη και εξορίστηκε διαδοχικά στη Λήμνο, στην Ικαρία και στη Μακρόνησο, έως το 1950.

Από τη Μακρόνησο απελευθερώθηκε για λόγους υγείας, χωρίς να υπογράψει δήλωση, στο τέλος του 1949. Μετά συνέχισε την πολιτική δράση του, μέσα από τις γραμμές της παράνομης Ε.Π.Ο.Ν.. Στη συνέχεια, εντάχθηκε στην Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά, όπου σύντομα αναδείχθηκε ηγετικό της στέλεχος. Το χρονικό διάστημα 1950-67 έχει έντονη κοινοβουλευτική και γενικότερη πολιτική παρουσία: ήταν βουλευτής Α΄ Πειραιώς, καθώς και ο σύνδεσμος της ηγεσίας της Ε.Δ.Α. με την ηγεσία του παράνομου Κ.Κ.Ε. και τον εξόριστο γραμματέα Κώστα Κολιγιάννη. Από το 1961 έως τη διάσπαση του Κ.Κ.Ε. το 1968, είχε εκλεγεί μέλος της Κεντρικής Επιτροπής καθώς και του καθοδηγητικού Γραφείου Εσωτερικού.

Στα Ιουλιανά του 1965 και την πολιτική κρίση του που συντάραξε την Ελλάδα έως και την επιβολή της χούντας, ο Μπριλλάκης, είχε σταθερά φιλοπαπανδρεϊκή γραμμή, σε αντίθεση με την εξόριστη ηγεσία του Κ.Κ.Ε. και τον ίδιο τον Κολιγιάννη, που υπήρξαν σταθερά επιφυλακτικοί.

Με την επιβολή της δικτατορίας, κατόρθωσε να αποφύγει τη σύλληψη. Δραστηριοποιήθηκε στην παρανομία, για την οργάνωση της αντίστασης και την ανάπτυξη του Πανελλήνιου Αντιδικτατορικού Μετώπου (Π.Α.Μ.) έως το καλοκαίρι του 1968. Τότε, δραπέτευσε στο εξωτερικό όπου ανέπτυξε έντονη αντιδικτατορική δράση. Τον Σεπτέμβριο του 1968 στην Ιταλία, με την ιδιότητα του εκπροσώπου του Εθνικού Συμβουλίου του Π.Α.Μ., υπέγραψε με το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (Π.Α.Κ.), το οποίο εκπροσωπούσε ο Ανδρέας Παπανδρέου, συμφωνία για τον συντονισμό της αντιστασιακής δράσης.

Μετά τη διάσπαση του Κ.Κ.Ε., τον Φεβρουάριο του 1968, πήρε το μέρος των λεγόμενων ανανεωτικών δυνάμεων και υπήρξε από τους πρωταγωνιστές της συγκρότησης του Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού.

Το δικτατορικό καθεστώς του αφαίρεσε την ιθαγένεια και τον παρέπεμψε ερήμην σε σειρά δικών. Το 1974, αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, επέστρεψε στην Ελλάδα. Στις εκλογές του 1974, κατήλθε υποψήφιος βουλευτής στην Α' Πειραιώς, με το Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού, στο εκλογικό σχήμα της Ενωμένης Αριστεράς, αλλά δεν εκλέχθηκε. Την επιλογή της Ενωμένης Αριστεράς είχε επανειλημμένα χαρακτηρίσει ως σοβαρό λάθος, του Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού. Το 1975 διαφώνησε ανοιχτά με την πολιτική της Εθνικής Αντιδικτατορικής Δημοκρατικής Ενότητας, που ακολούθησε ως το 1977 το Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού.

Το 1976 στο συνέδριο του Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού, εκλέχθηκε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής. Στις εκλογές του 1977 τάχθηκε υπέρ του εκλογικού σχήματος της Συμμαχίας Προοδευτικών Αριστερών Δυνάμεων, μαζί με τη συντριπτική πλειοψηφία του κόμματος. Διετέλεσε διευθυντής της πρωινής εφημερίδας της Αριστεράς «Η Αυγή» το 1977-78.

Από το 1983 άρχισε να θέτει σε όργανα του κόμματος το ζήτημα της μετεξέλιξης του Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού και την υπέρβαση της μονοσήμαντα κομμουνιστικής του φυσιογνωμίας. Συμμετείχε ενεργά σε όλες τις διαδικασίες που οδήγησαν στην απόφαση του 4ου Συνεδρίου του κόμματος το 1986, για ένα νέο φορέα της Αριστεράς.

Στο ιδρυτικό συνέδριο της Ελληνικής Αριστεράς (Ε.ΑΡ.), την άνοιξη του 1987, εκλέχθηκε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής, στη συνέχεια ανέλαβε τη θέση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κόμματος, όταν παραιτήθηκε ο Λεωνίδας Κύρκος (τον οποίο αντικατέστησε στη Βουλή) προκειμένου να αναλάβει πρόεδρος της Ε.ΑΡ..

Το καλοκαίρι του 1989 διαφώνησε ανοιχτά και έντονα με την πολιτική της ηγεσίας του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου (συγκυβέρνηση με τη Νέα Δημοκρατία, παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο κτλ) και οι διαφωνίες του αυτές τελικά τον οδήγησαν σε αποχώρηση από το κόμμα, τον Οκτώβριο του 1989. Πίστευε τότε, ότι το μόνο σχήμα που μπορεί να προωθήσει αποτελεσματικά μια προοδευτική κυβερνητική λύση, ήταν ένα ευρύ πολιτικό σχήμα «Ευρωαριστεράς», με κορμό το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και εγγυητή τις δυνάμεις της ανανεωτικής αριστεράς.

Έτσι, αποδέχθηκε πρόσκληση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, πολιτικής κίνησης που συγκροτήθηκε για τη συσπείρωση ευρύτερων δημοκρατικών δυνάμεων περί τον Ανδρέα Παπανδρέου και το ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Στις βουλευτικές εκλογές του Νοεμβρίου του 1989, συμμετείχε στο ψηφοδέλτιο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και εξελέγη στην Α΄ Αθηνών, ως ανεξάρτητος προερχόμενος από την ανανεωτική Αριστερά. Στις βουλευτικές εκλογές του 1990 συμμετείχε ξανά με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην Α΄ Αθηνών, χωρίς να εκλεγεί.

Μετά την αυτοδιάλυση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης το 1992 πήρε μέρος στο 3ο Συνέδριο του ΠΑ.ΣΟ.Κ., και εκλέχθηκε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής, υποστηριζόμενος από τους «Προεδρικούς» (τον προσωπικό μηχανισμό του Ανδρέα Παπανδρέου).

Πέθανε την 1η Οκτωβρίου του 1994 σε ηλικία 70 ετών. Ήταν νυμφευμένος με την Τασούλα Φραγκοδημητράκη με την οποία απέκτησαν 2 γιους. Υπήρξε συγγραφέας του βιβλίου «Το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα. Ιστορική διαδρομή, κρίση, προοπτικές», που εκδόθηκε το 1980 από τις εκδόσεις Εξάντας. Μετά τον θάνατό του, ολόκληρο το αρχείο του δόθηκε από την οικογένειά του στα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ) [1]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Απόστολος Διαμαντής, Η Αποστασία του 1965 - Η Αριστερά ως Συνιστώσα του Κέντρου, η αντίδραση του ΚΚΕ και η στάση των ΗΠΑ, 2016
  • Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ): Αρχείo Αντώνη Μπριλλάκη [2]
  • Who's who, 1961
  • Η KAΘHMEPINH Επτά Ημέρες 16-10-2005: Ανδρέας Γ. Παπανδρέου- Από την ΕΚ στο ΠΑΚ και στο ΠΑΣΟΚ[3][νεκρός σύνδεσμος]
  • ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ Ε Ιστορικά (ένθετο) τεύχος Νο 298 στις 11-08-2005 : 1951-1967 ΕΔΑ
  • Αντώνης Μπριλλάκης : "Το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα. Ιστορική διαδρομή, κρίση, προοπτικές",εκδόσεις Εξάντας 1980
  • ΤΟ ΒΗΜΑ, 17 Μαΐου 1998, Γρηγόρης Φαράκος:"Έτσι έγινε η διάσπαση του ΚΚΕ", συνέντευξη στον Κ. Τσαούση.[4]